Έρευνα στην Εκπαίδευση
Latest Publications


TOTAL DOCUMENTS

108
(FIVE YEARS 32)

H-INDEX

1
(FIVE YEARS 0)

Published By National Documentation Centre

2241-7303

2021 ◽  
Vol 10 (1) ◽  
pp. 229
Author(s):  
Μάριος Κουκουνάρας Λιάγκης ◽  
Μανώλης Παπαϊωάννου ◽  
Ελένη-Άννα Αποστολάκη

Στο άρθρο διερευνώνται οι αντιλήψεις Υποψήφιων Εκπαιδευτικών (ΥΕ), φοιτητών/τριών του Τμ. Θεολογίας ΕΚΠΑ, για τους παράγοντες που επηρεάζουν την αυτο-αποτελεσματικότητά τους στη Πρακτική Άσκηση (ΠΑ) στο σχολείο, στο πλαίσιο της απόκτησης της Παιδαγωγικής και Διδακτικής Επάρκειας. Συμμετείχαν 83 ΥΕ, τη χρονιά 2019-20. Μελετήθηκαν ξεχωριστά τέσσερεις διαστάσεις της μεντορικής καθοδήγησης και συγκεκριμένα: α) η ποιότητα σχέσης Μέντορα και ΥΕ, β) η μεντορική υποστήριξη, γ) η διάρκεια και ο χαρακτήρας της ανατροφοδότησης, δ) η αυτονομία των ΥΕ στην επιλογή και δοκιμασία διδακτικών δραστηριοτήτων, σε συσχέτιση με τις αντιλήψεις των ΥΕ για την αποτελεσματικότητά τους στη διδασκαλία (διδακτική αυτο-αποτελεσματικότητα). Από την ανάλυση δεδομένων προκύπτει ότι η καλή σχέση και η υποστήριξη που δέχονται οι ΥΕ από τους/τις Μέντορες σχετίζεται σε ένα βαθμό θετικά με την αυτο-αποτελεσματικότητά τους στη διδασκαλία. Επίσης, όταν η ανατροφοδότηση λειτουργεί θετικά σε πρακτικό εκπαιδευτικό επίπεδο για τους/τις ΥΕ, αυτό σχετίζεται με την αυτο-αποτελεσματικότητά τους στη διδασκαλία, κάτι που δεν συμβαίνει αντίστοιχα με τη διάρκειά της. Τέλος, όσο μειώνεται η συνεισφορά των Μεντόρων Εκπαιδευτικών (ΜΕ) στην επιλογή και την εφαρμογή των διδακτικών δραστηριοτήτων των ΥΕ, τόσο περισσότερο οι ΥΕ αισθάνονται μεγαλύτερη αυτο-αποτελεσματικότητα στη διδασκαλία. Η έρευνα αναδεικνύει σημαντικά κριτήρια για τον μελλοντικό σχεδιασμό προγραμμάτων ΠΑ φοιτητών/τριών ή εκπαίδευσης Μεντόρων.  


2021 ◽  
Vol 10 (1) ◽  
pp. 213
Author(s):  
Ελευθερία Αργυροπούλου ◽  
Εμμανουήλ Γκαραβέλλας ◽  
Ελισσάβετ Λιντζεράκου

Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνήσει την ικανοποίηση των διευθυντών των σχολικών μονάδων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με τη χρηματοδότηση των λειτουργικών αναγκών και δευτερευόντως με τη συντήρηση των εγκαταστάσεων και των υλικοτεχνικών υποδομών των σχολικών μονάδων, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την επιβολή των οικονομικών μέτρων για την ανάκαμψη της χώρας από την πρόσφατη οικονομική κρίση. Για τη διερεύνηση υιοθετήθηκε η ποσοτική μεθοδολογία. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 852 διευθυντές Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης από όλη τη χώρα. Τα αποτελέσματα της έρευνας κατέδειξαν ότι ο βαθμός ικανοποίησης των διευθυντών –προϊσταμένων είναι μέτριος έως χαμηλός, αφού τα κονδύλια που διατέθηκαν ήταν ικανά να καλύψουν μόνον ένα μέρος των επειγουσών αναγκών λειτουργίας. Η σημασία της έρευνάς μας έγκειται στο γεγονός ότι προσπορίζει πρόσφατα και επίκαιρα στοιχεία από το πεδίο και αποπειράται να τεκμηριώσει με αυτά την μέχρι τώρα θρυλούμενη υποχρηματοδότηση των σχολικών μονάδων.


2021 ◽  
Vol 10 (1) ◽  
pp. 195
Author(s):  
Αναστάσιος (Anastasios) Κωνσταντίνος (Konstantinos) Αθανασιάδης (Athanasiadis)

Στο πεδίο της ποιότητας των υπηρεσιών εντοπίζονται ελλείψεις σε εμπειρικά δεδομένα που εξετάζουν την αποτελεσματικότητα των μετρήσεων της ποιότητας των υπηρεσιών μεταξύ διαφορετικών μεθοδολογιών. Σκοπός της εμπειρικής μελέτης είναι ο έλεγχος της σύμπτωσης ή της απόκλισης των μετρήσεων της ποιότητας των εκπαιδευτικών υπηρεσιών σε ένα πρόγραμμα παιδαγωγικής κατάρτισης για υποψήφιους εκπαιδευτικούς. Ο έλεγχος πραγματοποιείται με τη χρήση της κλίμακας EppaikQual  βάσει της μεθοδολογίας ServQual και ServPerf.Η παρούσα έρευνα αποτελεί μία έρευνα επισκόπησης στο πεδίο της μέτρησης της ποιότητας των εκπαιδευτικών υπηρεσιών. Για τον έλεγχο της ερευνητικής υπόθεσης εφαρμόζονται συγκεκριμένες στατιστικές μέθοδοι οι οποίες σχετίζονται με την ποσοτική διάσταση της εμπειρικής μελέτης. Στην έρευνα συμμετείχαν συνολικά 481 καταρτιζόμενοι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί, ενώ τα δεδομένα συνελέχθησαν με τη χρήση ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου.Η εμπειρική μελέτη καταλήγει στην ύπαρξη στατιστικά σημαντικών διαφορών στις μετρήσεις μεταξύ των δύο μεθοδολογιών. Ωστόσο δεν προτείνει καμία μεθοδολογία μέτρησης ως αποτελεσματικότερη, εξαιτίας των οριακών αποκλίσεων που εντοπίστηκαν αλλά και εξαιτίας της ανάγκης για την εκμετάλλευση των πλεονεκτημάτων που η κάθε προσέγγιση προσφέρει, στην προσπάθεια για μία ολιστική αξιολόγηση της ποιότητας των εκπαιδευτικών υπηρεσιών.Η έρευνα εστιάζει σε ένα μόνο πρόγραμμα παιδαγωγικής κατάρτισης στην Ελλάδα και επομένως τα συμπεράσματα δεν μπορούν να γενικευτούν για το σύνολο των παιδαγωγικών προγραμμάτων κατάρτισης. Το άρθρο περιλαμβάνει μία προτεινόμενη μεθοδολογία μέτρησης της ποιότητας των εκπαιδευτικών υπηρεσιών με τη χρήση της κλίμακας EppaikQual μέσω του συνδυασμού δύο ευρέως χρησιμοποιούμενων μεθοδολογιών μέτρησης, παρέχοντας χρήσιμες πληροφορίες στη διοίκηση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων για την αποτελεσματικότερη διαχείριση της ποιότητας των προγραμμάτων που προσφέρουν. Επιπλέον, μέσω της έρευνας παρέχονται εμπειρικά δεδομένα τα οποία ενισχύουν τη συζήτηση στο πεδίο της μέτρησης της ποιότητας των υπηρεσιών.


2021 ◽  
Vol 10 (1) ◽  
pp. 181
Author(s):  
Ρόζη Τριανταφυλλιά Αγγελάκη

 Η νεότερη και σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδος βρίθει από αναπροσαρμογές αναφορικά με τη συγκρότηση της εθνικής μας ταυτότητας και το «ενθυμείσθαι». Οι αναπροσαρμογές αυτές ερμηνεύονται πολλαπλά και μας υπενθυμίζουν, πέρα από την αφηγηματική γλώσσα της Ιστορίας, την καταλυτική δράση του χρόνου ως προς τη μεταβολή της ατομικής και, κατ’ επέκταση, της συλλογικής μνήμης, καθώς επίσης την προσπάθεια οικοδόμησής της με στοιχεία από διάφορες ιδεολογίες. Εξετάζοντας την πολιτισμική πορεία μας, διαπιστώνουμε πως η στροφή στη νεωτερικότητα διαφοροποίησε την εικόνα των οικονομικο-κοινωνικών, στρατιωτικο-πολιτικών και θρησκευτικών γεγονότων που διαμορφώθηκαν πριν από την Επανάσταση του 1821 και κατά τη διάρκειά της και εντοπίζουμε ολοένα και περισσότερες διαφοροποιημένες ερμηνείες που αφορούν στην εικόνα όσων διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο τόσο κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας, όσο και στη διάρκεια της προετοιμασίας του απελευθερωτικού Αγώνα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι «αναπαραστάσεις» που κατασκευάστηκαν, προκειμένου να «απεικονίσουν» τους κλέφτες και τους αρματωλούς: στα ακροβατώντα μεταξύ λογοτεχνικού και ιστορικού είδους Απομνημονεύματα, για παράδειγμα, όπου παρουσιάζεται η προσωπικότητα και εξιστορείται η δράση τους, σημειώνεται πλήθος αντιφάσεων- κυρίως, λόγω ζητημάτων πολιτειακής και οικονομικής φύσεως. Στο παρόν άρθρο θα εξεταστεί πώς η συγγραφέας Γιολάντα Χατζή, με τη συμβολή του εικονογράφου Πέτρου Χριστούλια και της ιστορικού Χριστίνας Κουλούρη, μέσα από το έργο της σειράς Μικρές ελληνικές ιστορίες με τίτλο «Κλέφτες και Αρματωλοί» (Καστανιώτης, 2020), επιχειρεί  να μεταδώσει στα παιδιά πληροφορίες για τον θεσμό των ανδρών που συνέβαλαν στη εκδήλωση των πρότερων επαναστατικών κινημάτων και οδήγησαν στην Επανάσταση του 1821. Επιπλέον, θα εξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο αποτυπώνει τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας στον ελλαδικό χώρο. Επιπλέον, στην προσπάθεια να διερευνηθεί η δυναμική των παιδικών βιβλίων γνώσεων που πραγματεύονται το δίπολο ιστορία-Ιστορία, θα εξεταστεί αν προϊδεάζονται οι αναγνώστες μικρής ηλικίας για έννοιες με ποικίλες διαστάσεις, για συλλογικές πολιτισμικές κατασκευές και για τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται οι ιστορικές πραγματικότητες. Παράλληλα, θα σχολιαστεί κατά πόσον οι «διχασμένες» εθνικές παραδόσεις και οι διαφορετικές ερμηνείες επιβεβαιώνουν τη σύγκλιση της Ιστορίας με τη Λογοτεχνία.


2021 ◽  
Vol 10 (1) ◽  
pp. 161
Author(s):  
Συμέλα Σιδηροπούλου ◽  
Σοφία Αυγητίδου

Το μάθημα της Πολιτικής Παιδείας στο Λύκειο στοχεύει στην εκμάθηση πρακτικών που καθιστούν τους νέους περισσότερο ικανούς να συμμετάσχουν ενεργά στη δημοκρατική ζωή (Birzea, 2000) και όχι στην απλή μετάδοση γνώσεων. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνήσει τους παράγοντες που επηρεάζουν τη συμμετοχή των μαθητών και μαθητριών στο μάθημα αλλά και τα αποτελέσματα μιας εκπαιδευτικής παρέμβασης που αξιοποίησε τις προτάσεις τους για το μετασχηματισμό των εκπαιδευτικών πρακτικών και τη συμμετοχή τους στην συν-διαμόρφωση του μαθήματος. Για την επίτευξη των στόχων της έρευνας, υιοθετήθηκε η συνεργατική έρευνα-δράση. Το ερευνητικό ερώτημα της έρευνας-δράσης ήταν πώς οι μαθητές και οι μαθήτριες θα εμπλακούν ενεργά στη διαμόρφωση του περιεχομένου και της εκπαιδευτικής διαδικασίας στο μάθημα της Πολιτικής Παιδείας ασκώντας έτσι έμπρακτα το ρόλο τους ως δημοκρατικών πολιτών. Η έρευνα-δράση διήρκεσε επτά μήνες. Τεχνικές έρευνας αποτέλεσαν το ερωτηματολόγιο προς τους μαθητές/μαθήτριες στην αρχή και στο τέλος της έρευνας-δράσης, η κλείδα παρατήρησης από κριτική φίλη, το αναστοχαστικό ημερολόγιο της εκπαιδευτικού και οι αναστοχαστικοί διάλογοι με την διευκολύντρια της έρευνας-δράσης. Τα αποτελέσματα φανερώνουν ότι η εμπειρία των μαθητών/μαθητριών και της εκπαιδευτικού μετασχηματίστηκε κατά τη διδασκαλία, μέσω της συνδιαμόρφωσης της εκπαιδευτικής πράξης από όλους τους συμμετέχοντες.


2021 ◽  
Vol 10 (1) ◽  
pp. 137
Author(s):  
Μαρία Κεσσοπούλου ◽  
Ασημίνα Τσιμπιδάκη

Η πανδημία COVID-19 συνιστά μία πρωτόγνωρη συνθήκη σε παγκόσμιο επίπεδο με πολλαπλές επιδράσεις σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης ζωής. Μία επίδραση της πανδημίας αφορά και στην επικοινωνία σχολείου και οικογένειας, η οποία μετατράπηκε σε ηλεκτρονική. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται την επικοινωνία σχολείου και οικογένειας την περίοδο της πανδημίας COVID-19 στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπως αποτυπώνεται από τους/τις διευθυντές/ντριες των σχολικών μονάδων. Ειδικότερα, εξέτασε: α) τα ηλεκτρονικά μέσα που υιοθετήθηκαν, β) τη θεματολογία της επικοινωνίας κατά την περίοδο της πανδημίας COVID-19 σε σχέση με την προηγούμενη χρονική περίοδο, γ) την αξιολόγηση του τρόπου διεξαγωγής της ηλεκτρονικής επικοινωνίας, δ) τον ρόλο της αστικότητας της περιοχής του σχολείου, και ε) την ύπαρξη ή μη διαφορών με βάση τα δημογραφικά στοιχεία του δείγματος και τον τύπο σχολείου που υπηρετούν οι διευθυντές/ντριες (σχολικές μονάδες γενικής και ειδικής αγωγής). Η μελέτη συνιστά μία ποσοτική έρευνα. Το δείγμα ήταν 62 διευθυντές/ντριες σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (65,7% άντρες και 32,3% γυναίκες, με μέσο όρο ηλικίας 53,2 έτη). Για τη συλλογή των δεδομένων χορηγήθηκε ένα αυτοσχέδιο ερωτηματολόγιο. Η ανάλυση των δεδομένων βασίστηκε σε ποσοτικές μεθόδους. Η έρευνα ανέδειξε ότι η πανδημία COVID-19 επέφερε σημαντικές αλλαγές στην επικοινωνία σχολείου και οικογένειας, η οποία διακρίνεται για μία μεγάλη ποικιλία ηλεκτρονικών μέσων και πρακτικών. Τα θέματα της επικοινωνίας έχουν αναδιαμορφωθεί και επηρεαστεί από την κατάσταση κρίσης. Η εξ αποστάσεως διδασκαλία κυριάρχησε στη θεματολογία της επικοινωνίας σχολείου και οικογένειας. Η στάση της οικογένειας και των μαθητών/τριών απέναντι στην ηλεκτρονική επικοινωνία, όπως αξιολογήθηκε από τους/τις διευθυντές/ντριες, ήταν κυρίως θετική. Η αστικότητα της περιοχής του σχολείου καθόρισαν τα μέσα και τις πρακτικές της επικοινωνίας. Τέλος, δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στις απαντήσεις των διευθυντών/ντριών με βάση το φύλο, την ηλικία και τον τύπο σχολείου που υπηρετούν (σχολεία γενικής και ειδικής αγωγής). Η έρευνα προτείνει ότι η πανδημία COVID-19 επέφερε ποικίλες αλλαγές στην επικοινωνία σχολείων δευτεροβάθμιας και οικογένειας. 


2021 ◽  
Vol 10 (1) ◽  
pp. 116
Author(s):  
Ευανθία Καραγιαννάκη

Το παρόν άρθρο παρουσιάζει μια συστηματική διδακτική πορεία μύησης μικρών μαθητών Δημοτικού Σχολείου στην ανάγνωση εικόνων. Η εν λόγω προσέγγιση, η οποία συνιστά έρευνα δράσης, έλαβε χώρα στο πλαίσιο πολιτιστικών προγραμμάτων, που υλοποιήθηκαν κατά τις ώρες Ευέλικτης Ζώνης, στην Α΄ και Β΄ τάξη Δημοτικού Σχολείου Δυτικής Θεσσαλονίκης. Επισημαίνεται ότι η ομάδα των μαθητών που συμμετείχε στην εν λόγω έρευνα είναι σταθερή, καθώς η δράση-παρέμβαση εξελίχθηκε από το ένα σχολικό έτος στο άλλο. Το κειμενικό υλικό που αξιοποιήθηκε αντλήθηκε, αφενός, από την εικονογράφηση των δημοφιλέστερων παραμυθιών των μαθητών της Α΄ τάξης Δημοτικού και, αφετέρου, από αγαπημένους πίνακες ζωγραφικής των μαθητών της Β΄ τάξης Δημοτικού. Η δημοτικότητα του κειμενικού υλικού αναδείχθηκε μέσα από σύντομες συνεντεύξεις με τα παιδιά. Η προσέγγιση των εικόνων βασίστηκε στο μοντέλο των Kress & van Leeuwen, το οποίο η εκπαιδευτικός-ερευνήτρια μετασχημάτισε σε μοντέλο ανάλυσης εικόνων για παιδιά, ώστε να είναι προσιτό στους μικρούς μαθητές της. Επίσης, κατά την ανάλυση των εικόνων, η ερευνήτρια έλαβε υπόψη της στοιχεία κοινωνικής σημειωτικής, ώστε η ανάγνωσή τους να λάβει κριτικό χαρακτήρα. Τέλος, για μια πιο αποτελεσματική μελέτη των εικόνων, η ερευνήτρια δημιούργησε έναν κατάλογο σχημάτων οπτικού λόγου. Η προσέγγιση ήταν δραστηριοκεντρική, εκκινώντας πάντα από μια εικόνα, η οποία αποτελούσε τη βάση για προφορικές διεπιδράσεις κριτικής εμβάθυνσης, ενώ στη συνέχεια η διδασκαλία εμπλουτιζόταν με θεατρικά παιχνίδια και εικαστικές δημιουργίες. Η αξιολόγηση των παρεμβάσεων απέδειξε ότι η προσέγγιση που υιοθετήθηκε στάθηκε αποτελεσματική για τους μικρούς μαθητές, καθώς πλέον ήταν σε θέση να αποκωδικοποιούν τις εικόνες και να εμβαθύνουν σε αυτές. Βασικό συμπέρασμα της εν λόγω έρευνας ήταν ότι η εικόνα που αντιστοιχεί είτε σε εικονογράφηση παραμυθιού είτε σε πίνακα ζωγραφικής συνιστά πολύτιμο και πολύπλευρο διδακτικό και εποπτικό εργαλείο, καθώς, μέσα από την κατάλληλη αξιοποίησή της, συντελεί πρωτίστως στην προώθηση του οπτικού γραμματισμού και της κριτικής οπτικής επίγνωσης, καθώς επίσης στην όξυνση της κριτικής σκέψης και στην παραγωγή πλούσιου  προφορικού λόγου σε διάφορες μορφές (περιγραφή, αφήγηση, επιχειρηματολογία, επεξήγηση). Παράλληλα δε, αποτελεί μοναδική πηγή έμπνευσης για θεατρικά δρώμενα και εικαστικές δημιουργίες, σε ένα πλαίσιο δόμησης και αναδόμησης του αρχικού οπτικού κειμένου.


2021 ◽  
Vol 10 (1) ◽  
pp. 97
Author(s):  
Σοφία Κανταράκη

Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η αποτύπωση της εικόνας των ελληνικών διδακτηρίων μέσα από θεσμικά κείμενα. Το τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. παρατηρείται έντονα ένα επιστημονικό και νομοθετικό ενδιαφέρον για τη βελτίωση των συνθηκών της σχολικής φοίτησης στην ελληνική επικράτεια, γεγονός που πρόβαλε σταδιακά και την ανάγκη θεσμοθέτησης της σχολικής υγιεινής. Το πεδίο αυτό, έστω και καθυστερημένα για την ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα, σηματοδοτεί τη μετάβαση σε ένα πλαίσιο αναγκαίων θεσμικών διενεργειών, συμπληρωματικών των νέων οικονομικών μετασχηματισμών και κοινωνικο-πολιτισμικών αλλαγών που «πυροδοτούνται» από τη δεκαετία του 1870 και μετά. Διαφαίνεται ότι η συμπόρευση της παιδαγωγικής και ιατρικής επιστήμης, αλλά και λόγοι κοινωνικής ισορροπίας, καθιστούν πλέον επιτακτική την ανάγκη εποπτείας της υγείας των μαθητών αλλά και του σχολικού περιβάλλοντος. Άμεσα συνυφασμένο αναδύεται το θέμα των διδακτηρίων και της ποιοτικής τους καταλληλότητας, ως κεντρικός άξονας γύρω από τον οποίο περιελίσσονται δυσλειτουργικά στοιχεία, αντιβαίνοντα τον σκοπό της εκπαίδευσης. Τα ευρήματα της έρευνας, μέσω της ποιοτικής ανίχνευσης θεσμικών τεκμηρίων, βεβαιώνουν και επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες του εκπαιδευτικού κόσμου για την υποβαθμισμένη σχολική υγιεινή,  τις ελλείψεις, και την εν γένει αθλιότητα των διδακτηρίων στα τέλη του 19ου αιώνα.


2021 ◽  
Vol 10 (1) ◽  
pp. 79
Author(s):  
Αγγελική Κοκκόση ◽  
Μαρία Πούλου ◽  
Γεράσιμος Κουστουράκης ◽  
Νικόλαος Χανιωτάκης

Το εν λόγω άρθρο μελετά τους ορισμούς των εκπαιδευτικών προσχολικής ηλικίας για τον αναστοχασμό. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία ο αποτελεσματικός εκπαιδευτικός θα πρέπει να έχει την ικανότητα να αναστοχάζεται για όσα διαδραματίζονται στο πλαίσιο του σχολείου. Ο αναστοχασμός βοηθάει τους εκπαιδευτικούς να αντιληφθούν τη σύνθετη φύση της διδασκαλίας και των σχολικών τάξεων. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να μελετηθούν οι ορισμοί των εκπαιδευτικών προσχολικής ηλικίας για τον αναστοχασμό μέσα από τη χρήση ημερολογίου αναστοχασμού Στο κομμάτι του σχεδιασμού των ερευνητικών εργαλείων και της ανάλυσής τους ακολουθήθηκε η έρευνα μεικτών μεθόδων με στόχο να εξασφαλιστεί μια πληρέστερη κατανόηση του ζητήματος που εξετάζεται. Η έρευνα διήρκησε τέσσερις εβδομάδες και συμμετείχαν 47 εκπαιδευτικοί προσχολικής ηλικίας που υπηρετούν σε δημόσια νηπιαγωγεία της Δυτικής Ελλάδας. Οι ορισμοί των εκπαιδευτικών προσχολικής ηλικίας για τον αναστοχασμό αντλήθηκαν με τη χρήση ενός εβδομαδιαίου ημερολόγιου αναστοχασμού. Για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό ποιοτικής ανάλυσης NVivo-8 και το στατιστικό πακέτο SPSS. Από τα αποτελέσματα της μελέτης φάνηκε ότι η χρήση ενός εβδομαδιαίου ημερολογίου αναστοχασμού επηρεάζει τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών προσχολικής ηλικίας σχετικά με το τι είναι ο αναστοχασμός. Οι ορισμοί που αναφέρουν οι συμμετέχοντες όσο περνούν οι εβδομάδες συμπλήρωσης του ημερολογίου αναστοχασμού εμπεριέχουν όλο και περισσότερα στοιχεία από τον επιστημονικό ορισμό του Dewey για τον αναστοχασμό.


2021 ◽  
Vol 10 (1) ◽  
pp. 65
Author(s):  
Ιφιγένεια Δόση

Ο στόχος της παρούσας έρευνας είναι να εξετάσει την επίδραση της διδακτικής παρέμβασης στην ικανότητα ανάπτυξης τυπικών (formal) ορισμών λέξεων δίγλωσσων μαθητών Γυμνασίου, λαμβάνοντας υπόψιν συγκεκριμένες γραμματικές κατηγορίες (ουσιαστικά, ρήματα και επίθετα). Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι η βελτίωση της ικανότητας ορισμού λέξεων και η χρήση τυπικών ορισμών σχετίζεται άμεσα με την οργάνωση του νοητικού λεξικού και την ανάπτυξη μεταγλωσσικών ικανοτήτων. Επίσης, η ανάπτυξη των τυπικών ορισμών λέξεων συμβάλλει θετικά στη γενικότερη ανάπτυξη του γραμματισμού και στη ευρύτερη σχολική επιτυχία των μαθητών. Ωστόσο, η ανάπτυξη της ικανότητας απόδοσης τυπικών ορισμών επηρεάζεται και από παράγοντες, όπως η γραμματική κατηγορία της λέξης (ουσιαστικό, ρήμα, επίθετο). Έτσι, τα ουσιαστικά ορίζονται καλύτερα από τα ρήματα και τα επίθετα. Η εκπαίδευση και, κυρίως, οι στοχευμένες διδακτικές παρεμβάσεις διαδραματίζουν έναν καθοριστικό ρόλο στη βελτίωση της ικανότητας ορισμού λέξεων. Πρέπει να σημειωθεί, ότι η σχετική έρευνα σε δίγλωσσους μαθητές είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Η παρούσα έρευνα αξιοποιώντας αυτό το βιβλιογραφικό κενό μελετά τον ρόλο της διδακτικής παρέμβασης σε 20 δίγλωσσους ελληνο-αλβανόφωνους μαθητές Γυμνασίου. Η μεθοδολογία που ακολουθεί είναι αυτή της ημι-πειραματικής μελέτης παρέμβασης που εφαρμόζει μετρήσεις αρχικής και τελικής εξέτασης σε δύο ομάδες μελέτης. Η μία ομάδα  (πειραματική ομάδα) παρακολούθησε μια τρίμηνη παρέμβαση, ενώ η άλλη ομάδα (ομάδα ελέγχου) δεν εντάχθηκε στο πρόγραμμα παρέμβασης. Και οι δύο ομάδες ελέγχθηκαν ως προς την ικανότητα ορισμού λέξεων (ουσιαστικών, ρημάτων και επιθέτων) πριν από την παρέμβαση, αλλά και μετά από αυτήν, με στόχο να αξιολογηθούν οι πιθανές θετικές επιπτώσεις της παρέμβασης. Η παρέμβαση έδωσε έμφαση στην εξάσκηση των τυπικών ορισμών λέξεων (ουσιαστικών, ρημάτων και επιθέτων) αναφορικά και με τις τέσσερις γλωσσικές δεξιότητες (κατανόηση και παραγωγή προφορικού και γραπτού λόγου). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι δύο ομάδες δεν διέφεραν ως προς τις επιδόσεις τους στις δοκιμασίες πριν την παρέμβαση. Αντίθετα, μετά από αυτήν, η πειραματική ομάδα σημείωσε σημαντικές διαφορές έναντι της ομάδας ελέγχου, κυρίως ως προς τις επιδόσεις της στον ορισμό των ουσιαστικών. Τα ευρήματα της έρευνας καταδεικνύουν τον καθοριστικό ρόλο των στοχευμένων διδακτικών παρεμβάσεων στην ανάπτυξη της ικανότητας ορισμού λέξεων δίγλωσσων ομιλητών.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document