Η ασθένεια του έλκους της καστανιάς που προκαλεί ο μύκητας Cryphonectria parasitica αποτελεί μια από τις σοβαρότερες ασθένειες που έπληξαν δασικό δένδρο του Β. Ημισφαιρίου κατά τον 20ο αιώνα. Αν και ο μύκητας πρωτοεντοπίσθηκε στην Ελλάδα το 1963 λίγο έχει μελετηθεί μέχρι σήμερα. Σχετικά πρόσφατη έρευνα στην Ευρώπη και ΗΠΑ έδειξε την ύπαρξη στη φύση ενός ιού dsRNA ο οποίος όταν προσβάλλει τις πορτοκαλόχρωμες, παθογόνες απομονώσεις του μύκητα τις μετατρέπει σε λευκές, υποπαθογόνες. Ο ιός αυτός εντάχθηκε στο γένος hypovirus, οικ. Hypoviridae και ονομάστηκε Cryphonectria hypovirus (CHV). Η μεταφορά του κυτταροπλασμικού αυτού ιού είναι εφικτή με αναστόμωση των μυκηλιακών υφών μόνον εάν οι δύο μορφές απομονώσεων ανήκουν στον ίδιο τύπο βλαστικής συμβατότητας. Η ιδιαίτερη αυτή περίπτωση μείωσης της παθογόνου ικανότητας ενός μύκητα αξιοποιήθηκε με την εφαρμογή μεθόδου βιολογικής αντιμετώπισης της ασθένειας που συνίσταται στην εισαγωγή στελεχών με CHV ιό και μειωμένη παθογόνου ικανότητα σε περιοχές όπου αυτά δεν υπάρχουν. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για την εφαρμογή της μεθόδου είναι η λεπτομερής γνώση και γεωγραφική διασπορά των τύπων βλαστικής συμβατότητας σε μια ευρύτερη περιοχή. Έτσι σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν ο έλεγχος για την ύπαρξη νέων κηλίδων της ασθένειας πέραν αυτών που έχουν ήδη εντοπισθεί, ο προσδιορισμός, η γεωγραφική διασπορά και η μελέτη των τύπων βλαστικής συμβατότητας του μύκητα C. parasitica στην Ελλάδα, η διερεύνηση της ύπαρξης υποπαθογόνων στελεχών και τέλος η μελέτη της παθογόνου ικανότητας απομονώσεων του μύκητα από διάφορες περιοχές της χώρας. Κατά την έρευνα αυτή διαπιστώθηκε ότι εκτός από τις 4 περιοχές για τις οποίες υπήρχαν αναφορές ύπαρξης της ασθένειας, ήτοι όρος Πήλιο Ν. Μαγνησίας, Άνω Κεράσοβο Ν. Αιτωλοακαρνανίας, Δυτ. Τζουμέρκα Ν. Άρτας και Άγιον Όρος, η ασθένεια έχει εξαπλωθεί στις περισσότερες από τις περιοχές όπου απαντάται η καστανιά στην Ελλάδα. Από 611 απομονώσεις του μύκητα που πραγματοποιήθηκαν σε 12 Νομούς της χώρας, λευκές απομονώσεις με μειωμένη παθογόνο ικανότητα βρέθηκαν μόνο στους Νομούς Μαγνησίας, Ιωαννίνων, Αιτωλοακαρνανίας, Φθιώτιδας και Χαλκιδικής σε συνολικό ποσοστό 11,6% των απομονώσεων. Έλεγχος των ίδιων αυτών απομονώσεων έδειξε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν τέσσερις τύποι βλαστικής συμβατότητας, ήτοι οι EU-1, EU-2, EU-10 και EU-12. Ο τύπος EU-12 βρέθηκε και στους 12 Νομούς σε συνολικό ποσοστό 88,4% των απομονώσεων ενώ ο τύπος EU-2 σε 4 Νομούς σε ποσοστό 6,4%. Οι άλλοι δύο τύποι EU-1 και EU-10 βρέθηκαν σε χαμηλότερα ποσοστά (2,1% και 3,1% αντίστοιχα) σε ένα Νομό έκαστος. Η παθογόνος ικανότητα 11 ελληνικών απομονώσεων και μιας ιταλικής προσδιορίσθηκαν από το μέγεθος των ελκών που προκάλεσαν σε πρεμνοβλαστήματα καστανιάς ηλικίας 9 ετών μετά από τεχνητή μόλυνση υπό φυσικές συνθήκες. Οι παρατηρήσεις και μετρήσεις επεκτάθηκαν σε δύο αυξητικές περιόδους (17 μήνες). Έξι πορτοκαλόχρωμες απομονώσεις συμπεριφέρθηκαν ως παθογόνες προκαλώντας εκτεταμένα έλκη που αναπτύχθηκαν και στις δύο αυξητικές περιόδους. Από τις υπόλοιπες έξι λευκές απομονώσεις με τον dsRNA ιό, οι τέσσερις προκάλεσαν μικρά έλκη κατά τους πρώτους δύο μήνες μετά την τεχνητή μόλυνση τα οποία στη συνέχεια επουλώθηκαν, παρέμειναν δε ανενεργά κατά τη δεύτερη αυξητική περίοδο. Οι άλλες δύο απομονώσεις συμπεριφέρθηκαν ως παθογόνες κατά την πρώτη αυξητική περίοδο αλλά ως υποπαθογόνες κατά τη δεύτερη καθόσον τα έλκη παρέμεινα εντελώς ανενεργά ενώ άρχισε να σχηματίζεται και επουλωτικός ιστός. Λόγω του εξαιρετικά μικρού αριθμού των τύπων βλαστικής συμβατότητας και της περιορισμένης γεωγραφικά εμφάνισης των υποπαθογόνων στελεχών του μύκητα, η εφαρμογή βιολογικής καταπολέμησης, είναι δυνατή. Η χώρα όμως θα πρέπει ταυτόχρονα να θωρακισθεί κατά της εισαγωγής και άλλων τόπων βλαστικής συμβατότητας με την αυστηρή εφαρμογή των προτάσεων φυτοελέγχου του ΕΡΡΟ.