Η παρούσα διατριβή, οργανώθηκε και πραγματοποιήθηκε βασισμένη στις αρχές, στα χαρακτηριστικά και στις διαδικασίες της έρευνας-δράσης. Η παρούσα έρευνα, καλείται να γεφυρώσει το κενό που παρατηρείται στη διδακτική των Φυσικών Επιστημών στην προσχολική και στην πρωτοσχολική ηλικία. Οι συνεχείς εξελίξεις στο χώρο της επιστήμης και της τεχνολογίας, δημιουργούν την αναγκαιότητα εξέλιξης της εκπαιδευτικής διαδικασίας και, ταυτόχρονα, τον εκσυγχρονισμό των εκπαιδευτικών μεθόδων. H απόφασή μας για χρήση της Cultural Historical Activity Theory (CHAT) ενισχύθηκε, καθώς η CHAT ως εργαλείο σχεδιασμού και ανάλυσης, προσφέρει έναν δυναμικό μηχανισμό για να εξερευνήσουμε τους πολλαπλούς ρόλους, τα καθήκοντα και τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται μέσα σε μια δυναμική κοινωνική και εκπαιδευτική διαδικασία. Βασικός στόχος της παρούσας έρευνας αποτελεί ο εντοπισμός των αλληλεπιδρώντων συστημάτων που διαμορφώνονται κατά τη διδασκαλία θεμάτων των Φυσικών Επιστημών, καθώς και ο εντοπισμός των δευτερευόντων παραγόντων που αναδιαμορφώνουν αυτά τα αλληλεπιδρώντα συστήματα. Επιπλέον, οριοθετείται ο ρόλος του εκπαιδευτικού στο μεθοδολογικό πλαίσιο της Θεωρίας της Δραστηριότητας.Για την παρούσα διδακτορική έρευνα έγινε ο σχεδιασμός των δυο διδακτικών παρεμβάσεων με τίτλους: «Ο παππούς Αρχιμήδης και η Άνωση» και «ο θείος Θαλής και οι Μαγνήτες». Επιπροσθέτως, αποτυπώνεται η αναλυτική πορεία εφαρμογής της έρευνας και η επιλογή των βασικών εργαλείων ποιοτικής ανάλυσης. Συλλέγχθησαν τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά αποτελέσματα. Κάνοντας ένα σύντομο απολογισμό των αποτελεσμάτων της παρούσας διατριβής, κατανοούμε ότι, οι κοινωνικοπολιτισμικές θεωρίες και η Θεωρία της Δραστηριότητας ειδικότερα, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος εφαρμογής, οριοθέτησης, σχεδιασμού και ανάλυσης, στην εκπαίδευση, αλλά κυρίως στη Διδακτική των Φυσικών Επιστημών. Η εφαρμογή της Θεωρίας της Δραστηριότητας στις πρώτες βαθμίδες της εκπαίδευσης, εξασφαλίζει ευελιξία και καινοτομικότητα, σε ένα χώρο που είναι απαραίτητη η συνεχής εξέλιξη και αναθεώρηση του τρόπου εργασίας τόσο των εκπαιδευτικών, όσο και η ανατροφοδότηση και αναδιαμόρφωση του εκπαιδευτικού πλαισίου των μαθητών. Η εφαρμογή του σχεδιασμού δραστηριοτήτων στην παρούσα διατριβή, μέσω της Θεωρίας της Δραστηριότητας, με τη χρήση του τριγώνου του Engestrom (1987) αποδεικνύει ότι η φαινομενική πολυπλοκότητα του σχήματος καταρρίπτεται εκ του αποτελέσματος. Ο σχεδιασμός και η ανάλυση δραστηριοτήτων με τη χρήση του τριγώνου, ξεκινάει από το διδακτικό τρίγωνο Δάσκαλος – Μαθητής – Γνώση, το οποίο αποτελεί βασικό πλαίσιο σχεδιασμού και ανάλυσης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που διαμορφώνονται. Διαπιστώνουμε λοιπόν, εκ του αποτελέσματος, ότι η χρήση του τριγώνου του Engetsrom στη διδακτική διαδικασία περισσότερο μας βοηθάει, μας κατευθύνει και μας οριοθετεί, παρά μας δημιουργεί προβλήματα.Επισημαίνουμε ότι, μέσω της παρούσας διατριβής, επιτυγχάνεται η σύνδεση της Θεωρίας της Δραστηριότητας με τη μαθησιακή δραστηριότητα, τόσο σε επίπεδο σχεδιασμού, όσο και σε επίπεδο ανάλυσης. Τοποθετώντας τον εκπαιδευτικό και τον μαθητή μαζί, τη γνώση απέναντι και στην κορυφή όχι την ύλη, αλλά τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή του τόσο ο εκπαιδευτικός όσο και ο μαθητής, ώστε να επιτυγχάνεται η προσέγγιση του στόχου και κατά συνέπεια της γνώσης. Προϊόντα της διατριβής θα είναι η νέα ερευνητική μέθοδος, ένα καινοτόμο curriculum για τις Φυσικές Επιστήμες, και πρότυπο εκπαιδευτικό υλικό (website, e-book). Η διατριβή έχει συνέργεια με συνέδρια, προγράμματα, καινοτομίες στο πλαίσιο της δια-βίου μάθησης.