Η εν λόγω μελέτη αποτελεί πρωτότυπη συμβολή στη σύγχρονη ιστορία των Εβραίων της Ελλάδας, εστιάζοντας στις μεγάλες αλλαγές που επέφεραν η Κατοχή και η εξόντωση της συντριπτικής πλειονότητάς τους. Στη μελέτη εξετάζονται οι σχέσεις των Ελλήνων Εβραίων με το κράτος και τη διεθνή κοινότητα. Εξετάζονται ακόμη οι κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές στο εσωτερικό των κοινοτήτων στο επίπεδο της κοινοτικής ανασυγκρότησης και της ηγεσίας τους, στο επίπεδο των ιδεολογικών ρευμάτων, καθώς και στο επίπεδο ατομικών και συλλογικών επιλογών και διαδρομών. Το θέμα της «επιστροφής» μετά τη Σοά απασχόλησε σχετικά πρόσφατα την ιστοριογραφία· στην Εισαγωγή παρουσιάζεται μια επισκόπηση της σχετικής ελληνικής ιστοριογραφίας, στο πλαίσιο των αντίστοιχων διεθνών εξελίξεων.Αξιοποιώντας διαφορετικά τεκμήρια –από τα κοινοτικά αρχεία, το αρχείο του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου (ΚΙΣ) και της Joint, το αρχείο του Εβραϊκού Μουσείου Ελλάδος (ΕΜΕ), το δημοσιευμένο υλικό από το αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών, το αρχείο της Υπηρεσίας Διαχειρίσεως Ισραηλιτικών Περιουσιών (ΥΔΙΠ)–, προφορικές μαρτυρίες –από το αρχείο Προφορικής Ιστορίας του ΕΜΕ, τα αρχεία του Yad Vashem και του United States Holocaust Memorial Museum–, καθώς και απομνημονεύματα, δημοσιεύματα στον ελληνικό και ελληνο-εβραϊκό τύπο της εποχής και λογοτεχνικά κείμενα παρακολουθώ βήμα-βήμα την πολύτροπη διαδικασία συγκρότησης της μνήμης και των πολλαπλών ταυτοτήτων των Ελλήνων Εβραίων την επαύριο της Σοά. Κύριο μέλημά μου υπήρξε η ανάδειξη της «παραμελημένης» ιστοριογραφικά υποκειμενικής διάστασης της ιστορίας των Ελλήνων Εβραίων μετά τον πόλεμο, μέσα σε ένα χρονολογικό πλαίσιο που εκτείνεται από τις πρώτες μέρες της απελευθέρωσης (Οκτώβριος 1944) ως τα μέσα της δεκαετίας του 1950 – εποχή κατά την οποία η ανασυγκρότηση των κοινοτήτων της Ελλάδας έχει σε μεγάλο βαθμό ολοκληρωθεί.Το υλικό της διατριβής οργανώνεται σε δύο Μέρη, που αποτελούνται από δύο κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου Μέρους, που έχει τίτλο «Επιστροφή και αποκατάσταση», εξετάζω τις πρώτες συλλογικές κινήσεις των Εβραίων μετά την απόσυρση του γερμανικού στρατού, και τα χαρακτηριστικά του δημόσιου λόγου που εξέφρασε η ηγετική μορφή του Ασέρ Μωυσή. Διερευνώ πώς οι πολιτικές συνθήκες που επικράτησαν στη Θεσσαλονίκη τους πρώτους μήνες μετά την Απελευθέρωση διαπλέκονται με τις πρώτες προσπάθειες αποκατάστασης. Παράλληλα, παρακολουθώ πώς τοποθετήθηκαν οι Εβραίοι, κυρίως σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, ως άτομα και ως συλλογικότητες απέναντι στα πιεστικά προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν, όπως η στέγαση εκατοντάδων άστεγων –των οποίων τα σπίτια ήταν κατειλημμένα από πρόσφυγες ή και συνεργάτες των Γερμανών–, η σίτιση και η ιατρική περίθαλψη των ανέργων, των εξασθενημένων από τις κακουχίες των στρατοπέδων ή του Βουνού, των ορφανών παιδιών και των «απροστάτευτων» κοριτσιών. Εστιάζω επίσης στις ιδεολογικές αντιπαραθέσεις που ξέσπασαν μεταξύ των επιζώντων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης και το πώς αυτές αποτυπώθηκαν στον λόγο της αμερικανο-εβραϊκής Joint. Το δεύτερο κεφάλαιο του πρώτου μέρους, με τίτλο «Αφηγήσεις σύγχρονες του πολέμου και πρώιμες μεταπολεμικές», είναι αφιερωμένο στην πορεία του ελληνο-εβραϊκού αυτοβιογραφικού λόγου με αναφορά στα κείμενα των Μαρσέλ Νατζαρή, Ισαάκ Ματαράσσο, Αλβέρτου Μενασέ και Μάρκου Ναχόν. Η σε βάθος ανάλυση προσφέρει μια αντιπροσωπευτική εικόνα των θεμάτων που κυριαρχούν, των ρητορικών τρόπων που χρησιμοποιούνται και συνθέτουν μια πρώτη τυποποιημένη αφήγηση, αλλά και τη διαμεσολάβηση του λόγου αυτού από τους δημοσιογράφους και τον πολιτικό προσανατολισμό των εφημερίδων. Αναλύω επίσης τα βιβλία των Μικαέλ Μόλχο και Ιωσήφ Νεχαμά, καθώς και δύο λογοτεχνικά έργα του Μωρίς Πολίτη και του Ισαάκ Μπενρουμπή, τα μόνα γραμμένα από Έλληνες Εβραίους και σχετικά παραμελημένα από την ελληνική φιλολογία και την ιστοριογραφία. Το δεύτερο Μέρος της διατριβής είναι αφιερωμένο στις ιδεολογικές εβραϊκές ταυτότητες που αναδύονται ή μετεξελίσσονται στη μεταπολεμική εποχή και αποτελείται από δύο κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο με τίτλο «Σιωνιστές στην Ελλάδα και το Ισραήλ», παρακολουθώ τον μεταπολεμικό σιωνιστικό λόγο στον εβραϊκό τύπο της εποχής και στα κείμενα του Ασέρ Μωυσή. Εξετάζω επίσης τους τρόπους με τους οποίους το σιωνιστικό κίνημα εκφράστηκε στην πράξη –κυρίως μέσα από τα αγροκτήματα προετοιμασίας της μετανάστευσης «Αχσαρότ»–, και την εμπειρία των ίδιων των «σκαπανέων» («χαλουτσίμ») . Φωτογραφικό υλικό συμπληρώνει την αρχειακή έρευνα. Συζητώ επίσης την κυρίαρχη τότε εκδοχή του σιωνισμού, αυτή του σοσιαλιστικού σιωνισμού όπως εκπροσωπήθηκε από δύο Έλληνες Εβραίους, τον Ισαάκ Μπενρουμπή και τον Αβραάμ Μπεναρόγια.Στο δεύτερο κεφάλαιο του δευτέρου Μέρους, με τίτλο «Έλληνες Εβραίοι και αριστεροί», διερευνώ τις μεταπολεμικές επιλογές των Εβραίων οι οποίοι, στη διάρκεια της Κατοχής αλλά όχι μόνο, εντάχθηκαν στην Αριστερά. Εξετάζω πώς αυτοί τοποθετήθηκαν απέναντι στα διλήμματα μετά τον Δεκέμβριο του 1944, τις σχέσεις τους με πρώην συντρόφους, καθώς και τις σχέσεις των πρώην αντιστασιακών που γνώρισαν διώξεις στη διάρκεια του Εμφυλίου με τους εκπροσώπους του εβραϊσμού και τις υπηρεσίες περίθαλψης των κοινοτήτων και του ΚΙΣΕ και, τέλος, τη μετανάστευσή τους στο Ισραήλ.Μεταξύ άλλων, προκύπτει η ανθεκτικότητα του αντισημιτισμού ακόμη και μετά τον «σεισμό» της Σοά. Αναδεικνύονται επίσης οι εντάσεις ανάμεσα στις κοινότητες της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, οι τεταμένες σχέσεις της κοινότητας της συμπρωτεύουσας με την Joint. Διαπιστώνω επίσης πως παρά τις οξείες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, όπως είναι λ.χ. η αντιπαράθεση μεταξύ αριστερών και σιωνιστών, και σε αντίθεση με ό,τι έχει υποστηριχθεί, υπήρχαν σημεία σύγκλισης. Οι ποικίλες φωνές που αρθρώνει ο εβραϊσμός μετά τον πόλεμο, οι διαφορετικές στάσεις που υιοθετούν τα υποκείμενα στο θέμα της μετανάστευσης/«αλιγιά», οι συγκρούσεις μεταξύ διαφορετικών ομάδων, συχνά παραπέμπουν και σε διαφορετικές εμπειρίες διάσωσης (λ.χ. πρώην αντιστασιακοί-πρώην εκτοπισμένοι). Εν ολίγοις, τεκμηριώνεται και αναδεικνύεται η πολυπλοκότητα της εβραϊκής εμπειρίας μετά τον πόλεμο πρωτίστως όπως αυτή βιώνεται και συγκροτείται σε μνήμη από τους ίδιους τους Έλληνες Εβραίους. Με αυτή την έννοια, η εργασία συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση της ελληνικής μεταπολεμικής κοινωνίας.