Tick vectors of Cercopithifilaria bainae in dogs: Rhipicephalus sanguineus sensu lato versus Ixodes ricinus

2013 ◽  
Vol 112 (8) ◽  
pp. 3013-3017 ◽  
Author(s):  
Rafael Antonio Nascimento Ramos ◽  
Alessio Giannelli ◽  
Emanuele Brianti ◽  
Giada Annoscia ◽  
Cinzia Cantacessi ◽  
...  
2019 ◽  
Author(s):  
Megan W. Lineberry ◽  
Kellee D. Sundstrom ◽  
Susan E. Little ◽  
Erin M. Stayton ◽  
Kelly E. Allen

Abstract Background Cercopithifilaria bainae is a filarioid nematode of dogs. Infection with the parasite was not reported in the USA until 2017, when a dog with skin lesions in Florida was diagnosed. Brown dog ticks, Rhipicephalus sanguineus sensu lato, are the purported tick vectors, and are widespread in the USA. Therefore, C. bainae is likely present in additional states. Here, we tested dogs and ticks in Oklahoma for evidence of C. bainae infection.Methods Dermal punch biopsies were opportunistically collected from municipal shelter and client-owned dogs. Multiple skin samples collected from interscapular and head regions were tested by saline sedimentation to recover live microfilariae for morphometric identification and by PCR to amplify a 330 bp region of 12S filarioid rDNA. Also, ticks observed on surveyed dogs were collected, identified to species level, and tested for filarioid DNA.Results A total of 1,521 biopsy samples were collected from 230 shelter and 20 client-owned dogs. Cercopithifilaria bainae infections were identified in 2.6% (6/230) of shelter dogs by morphometry of microfilariae in sedimentations and/or amplification of DNA from skin. DNA sequences amplified from PCR positive skin samples were 99–100% identical to C. bainae reported in Italy. All skin samples from client-owned dogs were negative for filarioid infection by saline sedimentation and PCR. A total of 112 ticks, comprised of four species, were collected. Two of 72 R. sanguineus s.l., both replete females found attached to a C. bainae infected dog, harbored C. bainae DNA (99–100% identity). One attached R. sanguineus s.l. male on the same dog harbored filarioid DNA sequence which was difficult to interpret at numerous base-pair locations, but was closest in identity (~80%) to C. bainae.Conclusions The distribution of C. bainae is more widespread than previously known. Here, we document C. bainae infections in dogs and DNA in brown dog ticks in Oklahoma for the first time. As brown dog ticks are commonly found throughout the USA, veterinarians in this region should consider C. bainae infection as a differential diagnosis in canine patients with dermatitis or polyarthritis.


2017 ◽  
Vol 8 (4) ◽  
pp. 623-625 ◽  
Author(s):  
Marcos Antônio Bezerra Santos ◽  
Islanne Barbosa de Souza ◽  
Lucia Oliveira de Macedo ◽  
Carlos Alberto do Nascimento Ramos ◽  
Ana Gabriela de Oliveira Rego ◽  
...  

2014 ◽  
Vol 5 (3) ◽  
pp. 311-314 ◽  
Author(s):  
Rafael Antonio Nascimento Ramos ◽  
Alessio Giannelli ◽  
Domenico Carbone ◽  
Gad Baneth ◽  
Filipe Dantas-Torres ◽  
...  

2020 ◽  
Author(s):  
Ηλίας Χαληγιάννης

Ο αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας-Κογκό (Crimean - Congo Hemorrhagic Fever– CCHF), είναι σοβαρή οξεία εμπύρετη νόσος που συνοδεύεται συχνά από αιμορραγικές εκδηλώσεις και παρουσιάζει θνητότητα που κυμαίνεται από 5%-30%. Αιτιολογικός παράγοντας της νόσου είναι ο ιός του αιμορραγικού πυρετού Κριμαίας-Κογκό (CCHFV, genus Orthonairovirus, family Nairoaviridae). Η μετάδοση της νόσου στον άνθρωπο γίνεται με νύγμα κροτώνων, κυρίως του γένους Hyalomma, ή μετά από άμεση επαφή των βλεννογόνων ή του δέρματος με αίμα, εκκρίματα ή ιστούς μολυσμένων ζώων ή ανθρώπων. Η γεωγραφική διασπορά του CCHFV είναι η πιο εκτεταμένη από τους ιούς που μεταδίδονται με κρότωνες, καθ΄ όσον η παρουσία του αναφέρθηκε σε περισσότερες από 30 χώρες στην Αφρική, Ασία, Ν.Α Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή. Η κατανομή του ιού ακολουθεί τη διασπορά των κροτώνων του γένους Hyalomma, οι οποίοι εξαπλώνονται έως το 50° βόρειο γεωγραφικό πλάτος. Τα στελέχη του CCHF διαχωρίζονται σε 9 γονότυπους: οι γονότυποι “Africa 1”, “Africa 2” , “Africa 3” και “Africa 4” περιλαμβάνουν στελέχη διαφόρων χωρών της Αφρικής, ο γονότυπος “Asia 1” με στελέχη της Μέσης Ανατολής, ο “Asia 2” με στελέχη από την Κίνα, το Τατζικιστάν, το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν, ο “Europe 1” με στελέχη από τα Βαλκάνια, τη Ρωσία και την Τουρκία, ο “Europe 2” που περιλαμβάνει ένα μόνο στέλεχος, το ελληνικό στέλεχος AP92 και ο γονότυπος “Europe 3” με στελέχη από τη Ρωσία. Στην Ελλάδα ανιχνεύθηκαν στελέχη που ανήκουν στους γονοτύπους “Europe 1” και “Europe 2”, τα οποία διαφέρουν σημαντικά στο γονιδίωμα και στη λοιμογόνο δύναμή τους. Η μόνη (και θανατηφόρα) περίπτωση CCHF στην Ελλάδα παρατηρήθηκε τον Ιούνιο του 2008 και το στέλεχος ανήκε στον γονότυπο “Europe 1” ενώ το στέλεχος AP92 που ανήκει στον γονότυπο “Europe 2” απομονώθηκε το 1975 από κρότωνες Rhipicephalus bursa στην Βεργίνα της Κεντρικής Μακεδονίας. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η καταγραφή της διασποράς και συχνότητας των κροτώνων σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας (ιδιαίτερα σε αυτές όπου είχαν πραγματοποιηθεί προηγουμένως οροεπιδημιολογικές μελέτες στον γενικό πληθυσμό), η χαρτογράφησή τους μέσω χρήσης συστημάτων γεωγραφικής και χωρικής ανάλυσης (GIS- SA), ο έλεγχος των κροτώνων για μόλυνση με τον CCHFV, καθώς και η γενετική και η φυλογενετική ανάλυση των στελεχών της μελέτης. Συγκεκριμένα, διεξήχθη μια εκτεταμένη μελέτη του πληθυσμού και της διασποράς των σκληρών κρότωνων (Ixodidae) σε τρεις διαδοχικές περιόδους (2012 - 2014) σε 309 κτηνοτροφικές μονάδες αιγών και προβάτων που βρίσκονται στην ηπειρωτική χώρα και σε πέντε νησιά της Ελλάδας. Συνολικά συλλέχθηκαν 2108 κρότωνες. Η ταυτοποίησή τους με ειδικές για αρθρόποδα διχοτομικές κλείδες ανέδειξε δύο είδη Rhipicephalus, δύο Ixodes, πέντε Hyalomma, τρία Haemaphysalis και ένα Dermacentor. Τα είδη με την ευρύτερη κατανομή ήταν τα Rhipicephalus sanguineus sensu lato (s.l.) (64,8%), R. bursa (25,9%) και Dermacentor marginatus (4,1%), και ακολουθούσαν τα Ixodes ricinus, Ι. gibbosus, Haemaphysalis parva, Η. sulcata, Η. punctata, Hyalomma marginatum, Η. excavatum, Η. dromedarii, Η. rufipes και Η. impeltatum που όλα μαζί αντιπροσωπεύουν περίπου το 5,3% της συλλογής. Οι κρότωνες διαχωρίστηκαν σε 1290 ομάδες ανάλογα με το είδος, το φύλο, το ξενιστή, την ημερομηνία και την περιοχή συλλογής τους. Μετά από ομογενοποίηση, απομονώθηκε το ιικό RNA και εφαρμόστηκε αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (RT-nested PCR) για την ανίχνευση του CCHFV. Ο ιός ανιχνεύθηκε σε 36 από τις 1290 (2,8%) ομάδες κροτώνων. Ειδικότερα, ανιχνεύθηκε σε 27 από τις 843 (3,2%) ομάδες κροτώνων του είδους R. sanguineus s.l. και σε 9 από τις 377 (2,4%) ομάδες του είδους R. bursa. Οι περιφέρειες με τα υψηλότερα ποσοστά ανίχνευσης του CCHFV ήταν η Κεντρική και Δυτική Μακεδονία (8,8%), η Κρήτη (6,2%) και η Πελοπόννησος (5,7%), ενώ στις Θεσσαλία, Θράκη και Ήπειρο τα ποσοστά ήταν 3,1%, 1,4% και 1,2% αντίστοιχα. Όλοι οι κρότωνες του είδους H. marginatum (που αποτελεί τον κύριο φορέα του CCHFV) ήταν αρνητικοί. Από την φυλογενετική ανάλυση των αλληλουχιών του ιού που ανιχνεύθηκαν σε 27 ομάδες κροτώνων φάνηκε η παρουσία των γονοτύπων “Europe 1” (19/27) και “Europe 2” (8/27). Ο γονότυπος “Europe 1” βρέθηκε κυρίως σε κρότωνες του είδους R. sanguineus s.l. (16/19), ενώ ο “Europe 2” σε κρότωνες του είδους R. bursa (6/8). Το γονιδίωμα του στελέχους CCHFV γονοτύπου “Europe 2” που ανιχνεύθηκε σε κρότωνες R. bursa διέφερε κατά 9,7% σε επίπεδο νουκλεοτιδίων από το πρότυπο στέλεχος AP92, το οποίο είχε απομονωθεί το 1975.Συμπερασματικά, η παρούσα μελέτη έδωσε μία πρώτη αποτύπωση σχετικά με τον πληθυσμό των κροτώνων στην ηπειρωτική χώρα και τα νησιά της Ελλάδας. Μέχρι σήμερα, δεν έχουν αναφερθεί κλινικές περιπτώσεις CCHF σε ανθρώπους (εκτός από μία περίπτωση το 2008 που οφειλόταν σε στέλεχος του γονοτύπου “Europe 1”). Η κυκλοφορία του CCHFV του γονοτύπου “Europe 2” σε περιοχές όπου ο οροεπιπολασμός είναι σχετικά υψηλός, σε συνδυασμό με την απουσία κλινικών περιστατικών, υποδηλώνει ότι αυτά τα στελέχη παρουσιάζουν αντιγονικότητα, αλλά έχουν μικρή η μηδαμινή λοιμογόνο δύναμη. Περαιτέρω μελέτες σε στελέχη του γονοτύπου “Europe 2” θα αυξήσουν τις γνώσεις μας σχετικά με το ρόλο αυτών των στελεχών τύπου ΑΡ92 στην επιδημιολογία του CCHF, οι οποίες θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες για το σχεδιασμό φαρμάκων και εμβολίων. Όσον αφορά τον γονότυπο “Europe 1”, είναι πιθανό, οι κρότωνες του γένους Rhipicephalus να μην είναι ικανοί φορείς του ιού όπως είναι οι κρότωνες του γένους Hyalomma, οπότε θα απαιτηθούν περαιτέρω εργαστηριακές μελέτες για να διερευνηθεί ο ακριβής ρόλος τους στη συντήρηση και μετάδοση του CCHFV.


2015 ◽  
Vol 11 (1) ◽  
Author(s):  
Viviane Medeiros-Silva ◽  
Rodrigo Gurgel-Gonçalves ◽  
Nadjar Nitz ◽  
Lucia Emilia D’ Anduraim Morales ◽  
Laurício Monteiro Cruz ◽  
...  

2021 ◽  
pp. 101769
Author(s):  
Lucas P. Barreto ◽  
Cárita S. Ribeiro-Silva ◽  
Lucas Damião C. Machado ◽  
Valesca H. Lima ◽  
Salorrane M.N. Pinto ◽  
...  

Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document