Human serum ferritin G-peptide is recognized by anti-L ferritin subunit antibodies and concanavalin-A

1987 ◽  
Vol 65 (2) ◽  
pp. 235-237 ◽  
Author(s):  
Paolo Santambrogio ◽  
Anna Cozzi ◽  
Sonia Levi ◽  
Paolo Arosio
1980 ◽  
Vol 58 (3) ◽  
pp. 259-262 ◽  
Author(s):  
S. J. Cragg ◽  
M. Wagstaff ◽  
M. Worwood

1. Ferritin has been partially purified from the serum of patients with idiopathic haemochromatosis. 2. Incubation with neuraminidase of this partially purified serum ferritin eliminated much of the microheterogeneity of the protein so that only ferritin of isoelectric point approximately 5·8 was present. 3. There was no change in the total amount of ferritin present (measured immunologically) or in the percentage of ferritin binding to concanavalin A. 4. Incubation of liver, spleen or heart ferritin with neuraminidase did not change the isoelectric focusing patterns.


2008 ◽  
Vol 65 (2) ◽  
pp. 235-237 ◽  
Author(s):  
Paolo Santambrogio ◽  
Anna Cozzi ◽  
Sonia Levi ◽  
Paolo Arosio

1979 ◽  
Vol 56 (1) ◽  
pp. 83-87 ◽  
Author(s):  
M. Worwood ◽  
S. J. Cragg ◽  
M. Wagstaff ◽  
A. Jacobs

1. A high proportion of the ferritin in normal serum binds to concanavalin A. Binding is prevented by the addition of α-d-methylglucoside to the reaction mixture. 2. Ferritin in extracts of normal heart, liver and spleen or serum ferritin from patients with massive hepatic necrosis does not bind to concanavalin A. 3. Isoelectric focusing of preparations of serum ferritin from patients with primary haemochromatosis shows that the ferritin fraction binding to concanavalin A consists, predominantly, of the more acidic isoferritins. 4. These findings suggest that carbohydrate residues may be added to ferritin during its secretion into the plasma. Glycosylation may account for the heterogeneity of serum ferritin on isoelectric focusing. 5. Direct release of intracellular ferritin from damaged tissue may be indicated by an increase in the proportion of circulating ferritin which does not bind to concanavalin A. Such an increase has been found in sera from patients with iron overload.


1974 ◽  
Vol 2 (3) ◽  
pp. 429-432 ◽  
Author(s):  
WYNNE AHERNE ◽  
MARK WORWOOD
Keyword(s):  

1994 ◽  
Vol 40 (1) ◽  
pp. 62-70 ◽  
Author(s):  
R Daher ◽  
F Van Lente

Abstract We developed an assay for the direct determination of selenium in serum with a Perkin-Elmer Model 4100ZL Zeeman atomic absorption spectrometer and Ag-Cu-Mg modifier. We used this assay to analyze concanavalin A-bound selenoprotein (CABSP) in human serum after concanavalin A (ConA) affinity chromatography. The CABSP was identified as a single-chain glycoprotein of 57.3 kDa. Carbohydrate units were N- and O-linked to the protein. The selenium moiety was selenocysteine. Total selenium, glutathione peroxidase (GPX; EC 1.11.1.9), ConA-bound selenium (CABS), and alpha 1-acid glycoprotein (AAG) were determined in normal subjects and patients with various pathological conditions. CABS accounted for 44.1% +/- 6.3% of total selenium in sera from normal subjects and 46.5% +/- 3.9% to 55.1% +/- 8.1% in sera from patients with a variety of diseases. Total selenium in serum was well correlated with serum CABS (r = 0.860), but not with serum GPX activity (r = 0.117), for all patients studied. Serum CABS increased in normal subjects after selenium supplementation. Serum CABSP did not behave as an acute-phase reactant, compared with AAG.


1981 ◽  
Vol 111 (1) ◽  
pp. 99-103 ◽  
Author(s):  
J.C. Mareschal ◽  
B. Dublet ◽  
C. Wustefeld ◽  
G. Charlier ◽  
R.R. Crichton
Keyword(s):  

1980 ◽  
Vol 59 (5) ◽  
pp. 385-387 ◽  
Author(s):  
G. Birgegård

1. Serum samples were collected from ten patients hospitalized for acute infections and from a control group of seven normal subjects. Tissue ferritin was obtained by purification of ferritin from normal human liver and from the ferritin standard of a commercially available assay kit. 2. The serum and tissue samples were incubated with concanavalin A-Sepharose, which has the ability to bind normal serum ferritin. 3. Concanavalin A, a plant lectin which binds to glucose, can be coupled to Sepharose particles and by incubation and centrifugation ferritin in normal serum can be absorbed to about 70%. The serum and tissue samples were incubated with concanavalin A-Sepharose and the ferritin content was measured before and after. 4. It was found that ferritin in the serum of patients with acute infections was absorbed to the same extent as in normal serum (about 80%), irrespective of the initial value. Only about 20% of the tissue ferritin was absorbed. 5. It is concluded that the ferritin in serum during infection is of the same glucosylated type as the ferritin normally present in serum, whereas intracellular ferritin is not glycosylated. This indicates that the elevation of serum ferritin during infection is caused by a release along the normal pathways, i.e. an augmented synthesis, not by leakage from damaged cells.


2019 ◽  
Author(s):  
Ευαγγελία Γαυγιωτάκη

Στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής αναπτύχθηκε μια νέα διαγνωστική/ απεικονιστική μη παρεμβατική τεχνική για την επίτευξη διαχωρισμού μεταξύ καρκινικών και φυσιολογικών κυττάρων . Η διακριτική ικανότητα των μέχρι σήμερα χρησιμοποιούμενων απεικονιστικών τεχνικών in vivo περιορίζεται στο επίπεδο του οργάνου και της αγγείωσης αυτού χωρίς να μπορεί να διεισδύσει σε κυτταρικό επίπεδο. Η όποια μελέτη σε επίπεδο κυττάρου επιβάλλει την απομόνωση του ιστού και την κατάλληλη επεξεργασία για ανοσοϊστοχημική, πρωτεϊνική ή μοριακή ανάλυση. Η μη γραμμική μικροσκοπία παρέχει μια μη παρεμβατική απεικόνιση των υποκυττάριων δομών. Επιπλέον δεν υπάρχει αναγκαιότητα μονιμοποίησης ή χρώσης του κυττάρου. Στη παρούσα διατριβή πραγματοποιήθηκαν απεικονιστικές μετρήσεις σε μη σημασμένες καρκινικές κυτταρικές σειρές, αντιπροσωπευτικές τριών διαφορετικών υποτύπων καρκίνου μαστού για να ταυτοποιηθεί το προφίλ του μη γραμμικού σήματος Γένεσης Τρίτης Αρμονικής (THG) συχνότητας από τα υπό ακτινοβόληση δείγματα (Κεφάλαιο 5). Παρατηρήθηκε ότι με τη χρήση THG απεικόνισης ως καινοτόμου διαγνωστικού εργαλείου μπορεί να γίνει κατηγοριοποίηση των διαφόρων υποτύπων των καρκινικών σειρών με βάση τη ποσότητα των ενδοκυττάριων λιπιδικών εναποθέσεων ανά επιφάνεια κυττάρου. Παράλληλα έγινε έλεγχος του προφίλ της THG απεικόνισης σε μονοπύρηνα κύτταρα περιφερικού αίματος (PBMCs) φυσιολογικών αιμοδοτών έτσι ώστε να γίνει σύγκριση και διαφοροποίηση των καρκινικών σειρών από τα φυσιολογικά κύτταρα. Για τη διάκριση των φυσιολογικών κυττάρων από τα καρκινικά χρησιμοποιήθηκε ένας αλγόριθμος (MATLAB) βασισμένος στα συλλεγόμενα σήματα THG . Πιο συγκεκριμένα ο αλγόριθμος αυτός μελετά την κατανομή, το μέγεθος και τη σύσταση των ενδοκυττάριων λιπιδικών σωματίων με στόχο να γίνει η διάκριση των φυσιολογικών κυττάρων του περιφερικού αίματος από τα καρκινικά κύτταρα. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι με τη μέθοδο της THG μπορεί να γίνει στατιστικά σημαντική διάκριση και σαφής διαχωρισμός των διαφόρων υποτύπων των καρκινικών σειρών από τα φυσιολογικά κύτταρα ως προς την ποσότητα των ενδοκυττάριων λιπιδικών εναποθέσεων. Στη συνέχεια διεξήχθησαν βιοχημικές μετρήσεις με τη μέθοδο φασματοσκοπίας υπερύθρου FTIR με στόχο τη συσχέτιση και επεξήγηση των αποτελεσμάτων της ποσοτικοποίησης του συλλεγόμενου σήματος της τρίτης αρμονικής με βιοχημικές πληροφορίες. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης έδειξαν ότι υπάρχουν χημικές αλλαγές στις λιπιδικές εναποθέσεις που συμβάλουν στη διαφοροποίηση μεταξύ καρκινικών σειρών σε σχέση με τα φυσιολογικά κύτταρα. Πιο συγκεκριμένα το υψηλότερο σήμα της τρίτης αρμονικής συσχετίστηκε με τις λιπιδικές σχεδίες (lipid rafts) στις κυτταρικές μεμβράνες λόγω της αυξημένης συγκέντρωσης της χοληστερόλης. Η εφαρμογή της προτεινόμενης έρευνας θα οδηγήσει στην ανάπτυξη νέας τεχνολογίας όπου ο συνδυασμός της μη-γραμμικής μικροσκοπίας με άλλες τεχνικές θα μπορεί να οδηγεί στο διαχωρισμό των καρκινικών κυττάρων έναντι των φυσιολογικών στην περίπτωση καρκινικών κυκλοφορόντων κυττάρων (CTCs). Στην συνέχεια χρησιμοποιώντας την αποκτηθείσα γνώση και εμπειρία, έγινε προσπάθεια διάκρισης ενεργοποιημένων και μη Τ λεμφοκυττάρων από σπλήνα ποντικού και ποσοτικοποίηση των διάφορων σταδίων ενεργοποίησης τους μέσω της καταγραφής του σήματος THG (Κεφάλαιο 7) . Πιο συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκαν δυο διαφορετικοί τρόποι ενεργοποίησης με την χρήση της μιτογόνου ουσίας concanavalin-A; (ConA) και του ειδικού αντιγόνου human serum albumin; (HSA) για την παρακολούθηση τους στο μη γραμμικό μικροσκόπιο. Οι ποιοτικές και ποσοτικές αναλύσεις μέσω της THG έδειξαν στατιστικά σημαντική αλλαγή στον αριθμό των ενδοκυττάριων λιπιδικών εναποθέσεων κατά την ενεργοποίηση των Τ λεμφοκυττάρων σε σχέση με τα μη ενεργοποιημένα κύτταρα. Επιπλέον για την συσχέτιση του σήματος της τρίτης αρμονικής με χημική πληροφορία πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις φασματοσκοπίας Raman και απέδειξαν σημαντικές αλλαγές στους διαφορετικούς τρόπους ενεργοποίησης καθώς και στην συσχέτιση με τα μη ενεργοποιημένα κύτταρα. Ειδικά η ανάλυση με γραμμική προσαρμογή (linear fitting) έδειξε υψηλή συσχέτιση του σήματος τρίτης αρμονικής με δεσμούς λιπιδικών εναποθέσεων, χοληστερόλης όμως όχι τριγλυκεριδίων . Η μελέτη αυτή αναμένεται να προσφέρει σημαντικές καινοτόμες πληροφορίες για τις βιολογικές διεργασίες των Τ λεμφοκυττάρων, ενώ ταυτόχρονα θα μπορεί να προσφέρει τον άμεσο εντοπισμό των ενεργοποιημένων κυττάρων στη διαγνωστική της ανοσοθεραπείας.Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκε η τεχνολογία της μη γραμμικής μικροσκοπίας στη μελέτη καρκινικών και φυσιολογικών ιστών μαστού (Κεφάλαιο 6). Ειδικότερα, χρησιμοποιήθηκαν τα μη γραμμικά φαινόμενα γένεσης δεύτερης αρμονικής (SHG) για την παρακολούθηση της κατανομής του κολλαγόνου και τρίτης αρμονικής (THG) για την αποκάλυψη λιπιδικών εναποθέσεων, ανομοιογενειών και διεπιφανειών στον ιστό. Οι ιστοί που μελετήθηκαν είναι από φυσιολογικούς μάρτυρες (control) και από ασθενείς σε διαφορετικό στάδιο ανάπτυξης του καρκίνου (grade I-III) . Τα πειραματικά αποτελέσματα από την ποσοτική ανάλυση μέσω τρίτης αρμονικής είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικά και έδειξαν ότι μπορεί να γίνει διάκριση των καρκινικών κυττάρων στον ιστό βασιζόμενη στις μεμβράνες και στις λιπιδικές εναποθέσεις και η διαφοροποίησή τους από τα φυσιολογικά κύτταρα. Παράλληλα επιτεύχθηκε διαχωρισμός των διάφορων σταδίων (grade I-III) του καρκινικού ιστού μαστού βασιζόμενο στις λιπιδικές εναποθέσεις και τις ανομοιογένειες . Συμπληρωματικά, βασιζόμενοι στα εξαγόμενα μορφολογικά χαρακτηριστικά των κυττάρων, χωρίς την χρήση καμίας χρώσης μόνο με την συλλογή των μη γραμμικών σημάτων, υπολογίστηκε ο λόγος της επιφάνειας του πυρήνα προς την επιφάνεια του κυτταροπλάσματος που είναι ένας από τους ευρέως γνωστούς τρόπους διάγνωσης καρκινικών ιστών από τους παθολογοανατόμους. Επιπλέον, μέσω της συλλογής των μη γραμμικών σημάτων (ένταση, αριθμός λιπιδικών εναποθέσεων και όγκος κυττάρου) έγινε διάκριση των καρκινικών κυττάρων στην περιοχή σάρωσης και εκτίμηση του ποσοστού των καρκινικών κυττάρων στον ιστό. Στην συνέχεια πραγματοποιήθηκε μελέτη φασματοσκοπίας FTIR στους ιστούς για την συσχέτιση των μη γραμμικών σημάτων με βιοχημική πληροφορία. Η συσχέτιση αυτή υπέδειξε ότι βασιζόμενοι σε συγκεκριμένους λιπιδικούς δεσμούς μπορεί να υπάρξει συσχέτιση του μη γραμμικού σήματος της Τρίτης αρμονικής με τα λιπίδια και να επιτευχθεί η διάκριση του καρκινικού από το φυσιολογικό ιστό. Στο τελευταίο μέρος της διατριβής, έγινε προσπάθεια σάρωσης μεγαλύτερης επιφάνειας του ιστού (σε επίπεδο χιλιοστού) μέσω της μη γραμμικής μικροσκοπίας. Η σημαντικότητα της έρευνας αυτής είναι ότι η χρήση μη γραμμικών απεικονιστικών μετρήσεων χωρίς κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία του δείγματος ή την χρήση σημάνσεων (markers) στον ιστό, προσφέρει τη δυνατότητα διαχωρισμού των φυσιολογικών από τους καρκινικούς ιστούς, σε αντίθεση με τις έως τώρα μοριακές μεθόδους που χρησιμοποιούνται στις κλινικές. Η μέθοδος της μη γραμμικής μικροσκοπίας προτείνεται ως ένα νέο καινοτόμο διαγνωστικό εργαλείο που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο των υγιών ορίων σε επίπεδο κυττάρου κατά την διάρκεια επέμβασης.  


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document