Mελέτη της επίδρασης της μυκοτοξίνης ζεαραλενόνης στις αιματολογικές, βιοχημικές και ορμονικές παραμέτρους, την οξειδοαναγωγική κατάσταση του αίματος, καθώς και σε παραμέτρους εκτίμησης του σπέρματος αρσενικών κονίκλων
Η ΖΕN είναι μια μη στεροειδής, οιστρογόνος μυκοτοξίνη, η οποία έχει καταγεγραμμένη τοξική δράση στο αναπαραγωγικό σύστημα, καθώς και αιματοτοξική, ηπατοτοξική, νεφροτοξική, ανοσοτοξική και προοξειδωτική δράση. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η μελέτη της επίδρασης μιας χαμηλής δόσης ΖΕN (50μg/kg) χορηγούμενης μακροχρονίως στις αιματολογικές και βιοχημικές παραμέτρους, την οξειδοαναγωγική κατάσταση του αίματος, καθώς και το αναπαραγωγικό σύστημα αρσενικών κονίκλων. Δέκα αρσενικοί, κλινικά υγιείς ενήλικες κόνικλοι εντάχθηκαν στον πειραματικό πληθυσμό της μελέτης. Η παρασκευή του διαλύματος ΖΕΝ πραγματοποιήθηκε με τη διασπορά κονιορτοποιημένης μυκοτοξίνης σε διαλύτη διμεθυλο σουλφοξείδιο. Ο πειραματικός σχεδιασμός περιελάμβανε 7 εβδομάδες ελέγχου και 7 εβδομάδες χορήγησης τοξίνης. Κατά την περίοδο ελέγχου, οι κόνικλοι λάμβαναν καθημερινά per os 0,5 ml νερού, ενώ πραγματοποιούνταν λήψεις δειγμάτων αίματος και σπέρματος ανά εβδομάδα. Κατά την περίοδο χορήγησης, οι κόνικλοι λάμβαναν καθημερινά 0,5 ml διαλύματος τοξίνης, ενώ τα δείγματα αίματος και σπέρματος λαμβάνονταν κατά τον ίδιο τρόπο. Στα δείγματα ολικού αίματος πραγματοποιήθηκε γενική εξέταση (ADVIA 120, Siemens Healthcare Diagnostics, Η.Π.Α.) και κυτταρολογική εξέταση των επιχρισμάτων. Στα δείγματα ορών προσδιορίστηκε η συγκέντρωση των παρακάτω βιοχημικών παραμέτρων (Flexor E, Vital Scientific N.V., Ολλανδία· AVL 9180 Electrolyte Analyser, Roche Diagnostics, Βέλγιο): ολικές πρωτεΐνες, λευκωματίνη, σφαιρίνες, χολοστερόλη, τριγλυκερίδια, γλυκόζη, ολικό ασβέστιο, ανόργανος φωσφόρος, νάτριο, κάλιο, ουρία, κρεατινίνη, ALP, ALT, AST, γ-GT, και ολική χολερυθρίνη. Δείγματα ορών εξετάστηκαν για τη συγκέντρωση των δραστικών μεταβολιτών οξυγόνου (ROMs) (Diacron Labs S.r.l., Ιταλία) και τη συγκέντρωση βασικών επιπέδων τεστοστερόνης (Immulite 1000, Siemens Healthcare Diagnostics, Η.Π.Α.). Τα δείγματα σπέρματος εξετάστηκαν ως προς: i) τις κινητικές παραμέτρους των σπερματοζωαρίων με τη χρήση του Sperm Class Analyzer (Microptic S.L., Automatic Diagnostic Systems, Ισπανία), ii) τη ζωτικότητα των σπερματοζωαρίων με την εφαρμογή διπλής φθορίζουσας χρώσης καλσεΐνης-ιωδιούχου προπιδίου, iii) τη μορφολογία των σπερματοζωαρίων με τη χρήση της χρωστικής Spermblue® και iv) την ακεραιότητα της πυρηνικής χρωματίνης με τη χρήση της φθορίζουσας χρωστικής πορτοκαλόχρωμης ακριδίνης. Με το πέρας του πειραματισμού, ελήφθησαν δείγματα ήπατος, νεφρών, επινεφριδίων, όρχεων και επιδιδυμίδων, προκειμένου να εξεταστούν ιστολογικά. Η στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων πραγματοποιήθηκε με την εφαρμογή ενός μικτού γραμμικού μοντέλου επαναλαμβανόμενων μετρήσεων. Κατά την περίοδο έκθεσης στη ΖΕΝ παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική αύξηση των τιμών των παραμέτρων RDW, MPV, WBC, AST, της ολικής χολερυθρίνης, καθώς και των απόλυτων αριθμών των μονοκυττάρων και των εωσινοφίλων, ενώ αντιθέτως, οι συγκεντρώσεις της ουρίας, της κρεατινίνης, της γλυκόζης, του ολικού ασβεστίου, του καλίου και του νατρίου μειώθηκαν σημαντικά. Κατά την περίοδο έκθεσης στη ΖΕΝ, η παράμετρος BCF αυξήθηκε σημαντικά, καθώς και το ποσοστό των σπερματοζωαρίων με μορφολογικές ανωμαλίες κεφαλής και μέσου τμήματος, και το ποσοστό των σπερματοζωαρίων με διαταραχές ακεραιότητας της πυρηνικής χρωματίνης. Η ιστοπαθολογική εξέταση κατέδειξε την παρουσία κυτταροπλασματικής κενοτοπίωσης στα ηπατικά κύτταρα και τα επιθηλιακά κύτταρα των εγγύς νεφρικών ουροφόρων σωληναρίων. Συμπερασματικά, υπό τις παρούσες πειραματικές συνθήκες, η χορήγηση ΖΕΝ σχετίστηκε με την παρουσία φλεγμονώδους απόκρισης ή/και αντίδρασης υπερευαισθησίας, ήπιας ηπατοκυτταρικής βλάβης και ηπατικής δυσλειτουργίας, πιθανής νεφρικής βλάβης και/ή διαταραχής στην εντερική απορρόφηση. Αντιθέτως, οι περισσότερες παρατηρούμενες σημαντικές μεταβολές στις ποιοτικές παραμέτρους του σπέρματος θεωρούνται περιορισμένης βιολογικής σημασίας, καθώς με τα μέχρι σήμερα βιβλιογραφικά δεδομένα δεν αναμένεται να επηρεάσουν τη γονιμότητα των κονίκλων.