advia 120
Recently Published Documents


TOTAL DOCUMENTS

70
(FIVE YEARS 5)

H-INDEX

19
(FIVE YEARS 0)

Author(s):  
Theodora K. Tsouloufi ◽  
Petros S. Frezoulis ◽  
Nectarios Soubasis ◽  
Maria Kritsepi-Konstantinou ◽  
Ioannis L. Oikonomidis

Abstract The objective of this study was to assess the diagnostic and prognostic utility of feline neutrophil-to-lymphocyte (NLR) and lymphocyte-to-monocyte ratios (LMR) in a variety of underlying diseases. Five-year medical records from cats presenting to the internal medicine unit of a veterinary teaching hospital were retrospectively reviewed. Cats were considered for inclusion based on complete medical records. ADVIA 120 was used for the complete blood counts; the NLR and LMR were calculated by dividing the absolute numbers of the respective leucocytes. Two hundred and nineteen sick and 20 healthy cats were included in the study. The median NLR and LMR were significantly (P < 0.05) elevated and decreased, respectively, in cats with infectious, neoplastic and chronic kidney diseases compared to controls. Additionally, cats with neoplasia had significantly higher median NLR compared to cats with urinary tract and gastrointestinal diseases. Non-survivors had significantly higher NLR and lower LMR compared to survivors. Both ratios had suboptimal prognostic performance for the outcome of sick cats (NLR sensitivity: 37.9%, specificity: 86.4%; LMR sensitivity: 69.0%, specificity: 61.0%). Many different disease categories were associated with increased NLR and decreased LMR compared to controls, but the overall prognostic performance of the two leucocyte ratios was suboptimal.


Author(s):  
Ioannis L. Oikonomidis ◽  
Christos Brozos ◽  
Evangelos Kiossis ◽  
Theodora K. Tsouloufi ◽  
Maria Kritsepi‐Konstantinou

2020 ◽  
Vol 49 (2) ◽  
pp. 222-226
Author(s):  
Eleni G. Katsogiannou ◽  
Labrini V. Athanasiou ◽  
Panagiotis D. Katsoulos ◽  
Zoe S. Polizopoulou ◽  
Athanasia Tzivara ◽  
...  

2020 ◽  
Vol 68 (1) ◽  
pp. 71-78
Author(s):  
Paola Scarpa ◽  
Beatrice Ruggerone ◽  
Sara Gironi ◽  
Tiziana Vitiello ◽  
Saverio Paltrinieri

AbstractIn view of the enormous variability of dog breeds, breed-specific reference intervals (RIs) are recommended for use in veterinary clinical decision-making. The aim of this study was to determine whether RIs of the general canine population may be applied to the Italian Greyhound (Piccoli Levrieri Italiani or PLI), and to generate breed-specific RIs, where appropriate. Sixty-three privately owned clinically healthy fasted dogs were examined. Routine haematology and biochemistry were performed on 58 enrolled patients using the ADVIA 120 haematology analyzer and the Cobas Mira system, respectively. Changes in haematological and biochemical parameters depending on sex, age and attitude (resting vs. running dogs) were investigated. The results of PLI were compared with the RIs of the general canine population. In those cases in which these RIs were not validated, new RIs were generated according to the guidelines of the American Society of Veterinary Clinical Pathology. Pre-existing RIs were considered valid based on the recommendations by the Clinical & Laboratory Standards Institute (CLSI). RIs were higher for mean corpuscular haemoglobin (MCH), mean cell haemoglobin concentration (MCHC), cell haemoglobin concentration mean (CHCM) and lower for large unstained cells (LUC). A wider discrepancy between pre-existing and newly established RIs was found for some ADVIA parameters regarding red blood cell (RBC) or reticulocyte morphology. For total protein and cholesterol the new RIs were wider than the pre-existing ones, while albumin, calcium and iron were higher. This study suggests that most of the RIs published in veterinary textbooks cannot be validated for PLIs.


2018 ◽  
Vol 69 (3) ◽  
pp. 1063 ◽  
Author(s):  
I. L. OIKONOMIDIS ◽  
T. K. TSOULOUFI ◽  
A. PAPOUTSI ◽  
M. KRITSEPI-KONSTANTINOU

Hematologic investigation is essential for the evaluation of health status of companion animals. Appropriate and accurate reference intervals (RIs) are required for the interpretation of laboratory results. Thus, the primary aim of the present study was to establish canine complete blood count (CBC) RIs using Advia 120, a widely used in veterinary medicine automated hematology analyzer. Additional objectives were to evaluate sex as a partitioning factor of RIs and to investigate the effect that breed size has on CBC RIs. Reference individuals were selected by indirect sampling method from the medical records of a veterinary teaching hospital. The reference population comprised 284 adult dogs of both sexes and various breeds. The reference individuals were allocated into 3 groups based on breed size (small-sized, medium-sized and large-sized breeds). Complete blood count results from the dogs that met the inclusion criteria were used for the nonparametric calculation of RIs. Statistical and nonstatistical criteria were employed in order to decide whether sex-specific RIs are needed. Depending on the data distributions, mean or median comparisons were used to determine the effect of breed size and lifestyle on CBC results. Nine outliers were detected based on CBC results. The estimated RIs were generally comparable to those previously reported in the literature. Sex-dependent partitioning of RIs was indicated by the statistical criteria for a few analytes. From a clinicopathologic point of view though, sex-dependent partitioning of RIs is questioned and seems not to be required. Breed size appears to have an effect on CBC RIs. The RIs determined in the present study can be used as a guide for the interpretation of CBC results in dogs and can potentially be adopted by veterinary laboratories using Advia 120. Finally, based on the results of this study, breed size should probably be considered when interpreting CBC results.


2018 ◽  
Vol 47 (3) ◽  
pp. 368-376
Author(s):  
Lourdes C. Vanyo ◽  
Kathleen P. Freeman ◽  
Antonio Meléndez-Lazo ◽  
Mariana Teles ◽  
Rafaela Cuenca ◽  
...  

2018 ◽  
Author(s):  
Θεοδώρα Τσουλούφη

Η ΖΕN είναι μια μη στεροειδής, οιστρογόνος μυκοτοξίνη, η οποία έχει καταγεγραμμένη τοξική δράση στο αναπαραγωγικό σύστημα, καθώς και αιματοτοξική, ηπατοτοξική, νεφροτοξική, ανοσοτοξική και προοξειδωτική δράση. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η μελέτη της επίδρασης μιας χαμηλής δόσης ΖΕN (50μg/kg) χορηγούμενης μακροχρονίως στις αιματολογικές και βιοχημικές παραμέτρους, την οξειδοαναγωγική κατάσταση του αίματος, καθώς και το αναπαραγωγικό σύστημα αρσενικών κονίκλων. Δέκα αρσενικοί, κλινικά υγιείς ενήλικες κόνικλοι εντάχθηκαν στον πειραματικό πληθυσμό της μελέτης. Η παρασκευή του διαλύματος ΖΕΝ πραγματοποιήθηκε με τη διασπορά κονιορτοποιημένης μυκοτοξίνης σε διαλύτη διμεθυλο σουλφοξείδιο. Ο πειραματικός σχεδιασμός περιελάμβανε 7 εβδομάδες ελέγχου και 7 εβδομάδες χορήγησης τοξίνης. Κατά την περίοδο ελέγχου, οι κόνικλοι λάμβαναν καθημερινά per os 0,5 ml νερού, ενώ πραγματοποιούνταν λήψεις δειγμάτων αίματος και σπέρματος ανά εβδομάδα. Κατά την περίοδο χορήγησης, οι κόνικλοι λάμβαναν καθημερινά 0,5 ml διαλύματος τοξίνης, ενώ τα δείγματα αίματος και σπέρματος λαμβάνονταν κατά τον ίδιο τρόπο. Στα δείγματα ολικού αίματος πραγματοποιήθηκε γενική εξέταση (ADVIA 120, Siemens Healthcare Diagnostics, Η.Π.Α.) και κυτταρολογική εξέταση των επιχρισμάτων. Στα δείγματα ορών προσδιορίστηκε η συγκέντρωση των παρακάτω βιοχημικών παραμέτρων (Flexor E, Vital Scientific N.V., Ολλανδία· AVL 9180 Electrolyte Analyser, Roche Diagnostics, Βέλγιο): ολικές πρωτεΐνες, λευκωματίνη, σφαιρίνες, χολοστερόλη, τριγλυκερίδια, γλυκόζη, ολικό ασβέστιο, ανόργανος φωσφόρος, νάτριο, κάλιο, ουρία, κρεατινίνη, ALP, ALT, AST, γ-GT, και ολική χολερυθρίνη. Δείγματα ορών εξετάστηκαν για τη συγκέντρωση των δραστικών μεταβολιτών οξυγόνου (ROMs) (Diacron Labs S.r.l., Ιταλία) και τη συγκέντρωση βασικών επιπέδων τεστοστερόνης (Immulite 1000, Siemens Healthcare Diagnostics, Η.Π.Α.). Τα δείγματα σπέρματος εξετάστηκαν ως προς: i) τις κινητικές παραμέτρους των σπερματοζωαρίων με τη χρήση του Sperm Class Analyzer (Microptic S.L., Automatic Diagnostic Systems, Ισπανία), ii) τη ζωτικότητα των σπερματοζωαρίων με την εφαρμογή διπλής φθορίζουσας χρώσης καλσεΐνης-ιωδιούχου προπιδίου, iii) τη μορφολογία των σπερματοζωαρίων με τη χρήση της χρωστικής Spermblue® και iv) την ακεραιότητα της πυρηνικής χρωματίνης με τη χρήση της φθορίζουσας χρωστικής πορτοκαλόχρωμης ακριδίνης. Με το πέρας του πειραματισμού, ελήφθησαν δείγματα ήπατος, νεφρών, επινεφριδίων, όρχεων και επιδιδυμίδων, προκειμένου να εξεταστούν ιστολογικά. Η στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων πραγματοποιήθηκε με την εφαρμογή ενός μικτού γραμμικού μοντέλου επαναλαμβανόμενων μετρήσεων. Κατά την περίοδο έκθεσης στη ΖΕΝ παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική αύξηση των τιμών των παραμέτρων RDW, MPV, WBC, AST, της ολικής χολερυθρίνης, καθώς και των απόλυτων αριθμών των μονοκυττάρων και των εωσινοφίλων, ενώ αντιθέτως, οι συγκεντρώσεις της ουρίας, της κρεατινίνης, της γλυκόζης, του ολικού ασβεστίου, του καλίου και του νατρίου μειώθηκαν σημαντικά. Κατά την περίοδο έκθεσης στη ΖΕΝ, η παράμετρος BCF αυξήθηκε σημαντικά, καθώς και το ποσοστό των σπερματοζωαρίων με μορφολογικές ανωμαλίες κεφαλής και μέσου τμήματος, και το ποσοστό των σπερματοζωαρίων με διαταραχές ακεραιότητας της πυρηνικής χρωματίνης. Η ιστοπαθολογική εξέταση κατέδειξε την παρουσία κυτταροπλασματικής κενοτοπίωσης στα ηπατικά κύτταρα και τα επιθηλιακά κύτταρα των εγγύς νεφρικών ουροφόρων σωληναρίων. Συμπερασματικά, υπό τις παρούσες πειραματικές συνθήκες, η χορήγηση ΖΕΝ σχετίστηκε με την παρουσία φλεγμονώδους απόκρισης ή/και αντίδρασης υπερευαισθησίας, ήπιας ηπατοκυτταρικής βλάβης και ηπατικής δυσλειτουργίας, πιθανής νεφρικής βλάβης και/ή διαταραχής στην εντερική απορρόφηση. Αντιθέτως, οι περισσότερες παρατηρούμενες σημαντικές μεταβολές στις ποιοτικές παραμέτρους του σπέρματος θεωρούνται περιορισμένης βιολογικής σημασίας, καθώς με τα μέχρι σήμερα βιβλιογραφικά δεδομένα δεν αναμένεται να επηρεάσουν τη γονιμότητα των κονίκλων.


2017 ◽  
Author(s):  
Ιωάννης Οικονομίδης

H αναπαραγωγική διαδικασία είναι μία κρίσιμη, βιολογικά ενεργειοβόρα διαδικασία, η οποία διαταράσσει, προσωρινά, την ομοιοστασία του οργανισμού. O σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η μελέτη των μεταβολών των αιματολογικών και βιοχημικών παραμέτρων, των ορμονών του θυρεοειδούς αδένα και της οξειδοαναγωγικής κατάστασης του αίματος των κριών, κατά την αναπαραγωγική δραστηριότητα στη διάρκεια ενός προκληθέντος οίστρου. Στη μελέτη εντάχθηκαν 37 ενήλικοι κριοί, οι οποίοι πληρούσαν αυστηρά κριτήρια και κατανεμήθηκαν σε δύο ομάδες (Ομάδα Α, κριοί Χίου, n=19 και Ομάδα Β, κριοί Φλωρίνης, n=18). Κάθε κριός πραγματοποιούσε κατά βούληση συζεύξεις με 10 θηλυκά πρόβατα της αντίστοιχης φυλής, στα οποία είχε πραγματοποιηθεί συγχρονισμός του οίστρου. Αιμοληψίες διενεργούνταν πριν την έναρξη της αναπαραγωγικής δραστηριότητας (χρονική στιγμή Τ0), κατά τη διάρκειά της (24, 48 και 72 ώρες μετά την Τ0) και μετά το πέρας αυτής (1 εβδομάδα μετά την Τ0). Στους κριούς πραγματοποιούνταν γενική εξέταση αίματος (Advia 120, Siemens Healthcare Diagnostics, USA) και κυτταρολογική εξέταση του επιχρίσματος του αίματος. Οι αναλυτές Flexor E (Vital Scientific N.V., The Netherlands) και AVL 9180 Electrolyte Analyzer (Roche Diagnostics, Belgium) χρησιμοποιήθηκαν για την πραγματοποίηση των βιοχημικών εξετάσεων στον ορό του αίματος. Συγκεκριμένα, προσδιορίστηκαν οι συγκεντρώσεις των εξής παραμέτρων: ολικές πρωτεΐνες, λευκωματίνη, σφαιρίνες, γλυκόζη, χοληστερόλη, τριγλυκερίδια, ολικό ασβέστιο, ανόργανος φωσφόρος, κάλιο, νάτριο, ουρία, κρεατινίνη και ολική χολερυθρίνη, καθώς και οι δραστηριότητες των ενζύμων ALT, AST, ALP, GGT, CK και LDH. Ο αναλυτής Immulite 1000 (Siemens Healthcare Diagnostics, USA) χρησιμοποιήθηκε για τη μέτρηση της συγκέντρωσης της θυροξίνης στον ορό. Ο έλεγχος της οξειδοαναγωγικής κατάστασης του αίματος πραγματοποιήθηκε με τη χρησιμοποίηση των d-ROMs Test (Diacron Labs S.r.I., Italy) και BAP Test (Diacron Labs S.r.I., Italy) και τη βοήθεια του αναλυτή Free Carpe Diem (Diacron Labs S.r.I., Italy). Χωριστά μικτά μοντέλα επιδράσεων χρησιμοποιήθηκαν για τη μελέτη της επίδρασης των παραγόντων Ομάδα και Χρόνος στις εξαρτημένες μεταβλητές (R, R Foundation for Statistical Computing, Austria). Σε κάθε μοντέλο έγινε έλεγχος για την ύπαρξη στατιστικά σημαντικής αλληλεπίδρασης μεταξύ των δύο παραγόντων (Ομάδα×Χρόνος), αλλά και κύριων επιδράσεων των δύο παραγόντων (Ομάδα και Χρόνος) στην υπό μελέτη παράμετρο. Υπό τις συνθήκες του πειράματός μας, η αναπαραγωγική δραστηριότητα συνδέεται με πολυάριθμες αιματολογικές, βιοχημικές, ορμονικές και οξειδοαναγωγικές μεταβολές. Η έντονη αναπαραγωγική δραστηριότητα αποτελεί μία φυσική δραστηριότητα, η οποία προκαλεί ήπια μυϊκή βλάβη και συνδέεται με παρουσία οξειδωτικού στρες στους κριούς Φλωρίνης, ενώ αντιθέτως, η κριοί Χίου αποδεικνύονται ανθεκτικοί, πιθανότατα λόγω του υψηλότερου αντιοξειδωτικού δυναμικού τους και της ικανότητάς τους να ενισχύουν την αντιοξειδωτική τους άμυνα. Εν γένει, οι παρατηρούμενες εργαστηριακές μεταβολές είναι συμβατές με αυτές που έχουν αναφερθεί σε διάφορες μορφές φυσικής δραστηριότητας και άσκησης στα ζώα και στον άνθρωπο και αντικατοπτρίζουν, κυρίως, την αυξημένη έκκριση κατεχολαμινών ή/και κορτιζόλης, τη σχετιζόμενη με την περίοδο αποκατάστασης διόγκωση του πλάσματος του αίματος και τη μειωμένη αιματική ροή των εσωτερικών οργάνων προς όφελος των υπερλειτουργούντων μυών. Επιπλέον, εικάζεται ότι το αναπαραγωγικό ένστικτο υπερισχύει προσωρινά του ενστίκτου της πείνας, επιδρώντας ήπια στον μεταβολισμό των κριών. Η παρούσα έρευνα αποτελεί την πρώτη ευρείας έκτασης μελέτη των εργαστηριακών μεταβολών που συνοδεύουν την αναπαραγωγική δραστηριότητα των αρσενικών και τα αποτελέσματά της θα πρέπει να επιβεβαιωθούν από μελλοντικές έρευνες.


2017 ◽  
Vol 86 (1-2) ◽  
Author(s):  
Eva Jarc ◽  
Irena Preložnik Zupan ◽  
Jadranka Buturović Ponikvar ◽  
Nada Snoj ◽  
Helena Podgornik

Background: Te increased prevalence of iron defciency anemia represents a global public health issue which can be reduced by early diagnosis of pre-iron defcient states. Clinical utility of biochemical indices for iron defciency diagnosis is limited due to the influence of inflammation. Erythrocyte and reticulocyte indices, reticulocyte hemoglobin content, and percentage of hypochromic red cells have been extensively used in diagnosing different iron-defcient conditions. Te aim of our study was to compare the utility of erythrocyte and reticulocyte indices provided by different hematology analyzers for the diagnosis of iron defciency.Methods: 186 people, 25 patients with iron defciency anemia, 103 patients with chronic kidney disease, and 58 healthy donors were included in our study. Teir whole blood samples were analyzed using two different automated analyzers, XN-1000, Sysmex and Advia 120, Siemens Bayer Diagnostics, to compare reticulocyte and erythrocyte indices.Results: Linear correlation between indices for hemoglobin reticulocyte content (Ret-He and CHr) has been confrmed while correlation between both erythrocyte indices (Hypo-He and %HYPO) can be described by 2nd degree polynomial. Cut-off value for the diagnosis of iron defciency for Ret-He was established at < 28.2 pg and for Hypo-He at > 1.6 % and showed high diagnostic sensitivity (RetHe = 76 %; Hypo-He = 72 %) and specifcity (100 %).Conclusions: Reticulocyte indices Ret-He and CHr are directly comparable and can be used for latent iron defciency evaluation. Although erythrocyte indices Hypo-He and %HYPO are not exchangeable, both can be used for long-term iron defciency evaluation. Additionally, we determined reference intervals for Hypo-He and Ret-He.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document