Multidimensional Visualization of Data Envelopment Analysis Models

2021 ◽  
Vol 5 (2) ◽  
pp. 339-361
Author(s):  
Alexander P. Afanasiev ◽  
Vladimir E. Krivonozhko ◽  
Finn R. Førsund ◽  
Andrey V. Lychev
Author(s):  
Farhad Hosseinzadeh Lotfi ◽  
Ali Ebrahimnejad ◽  
Mohsen Vaez-Ghasemi ◽  
Zohreh Moghaddas

2021 ◽  
Vol 9 (4) ◽  
pp. 378-398
Author(s):  
Chunhua Chen ◽  
Haohua Liu ◽  
Lijun Tang ◽  
Jianwei Ren

Abstract DEA (data envelopment analysis) models can be divided into two groups: Radial DEA and non-radial DEA, and the latter has higher discriminatory power than the former. The range adjusted measure (RAM) is an effective and widely used non-radial DEA approach. However, to the best of our knowledge, there is no literature on the integer-valued super-efficiency RAM-DEA model, especially when undesirable outputs are included. We first propose an integer-valued RAM-DEA model with undesirable outputs and then extend this model to an integer-valued super-efficiency RAM-DEA model with undesirable outputs. Compared with other DEA models, the two novel models have many advantages: 1) They are non-oriented and non-radial DEA models, which enable decision makers to simultaneously and non-proportionally improve inputs and outputs; 2) They can handle integer-valued variables and undesirable outputs, so the results obtained are more reliable; 3) The results can be easily obtained as it is based on linear programming; 4) The integer-valued super-efficiency RAM-DEA model with undesirable outputs can be used to accurately rank efficient DMUs. The proposed models are applied to evaluate the efficiency of China’s regional transportation systems (RTSs) considering the number of transport accidents (an undesirable output). The results help decision makers improve the performance of inefficient RTSs and analyze the strengths of efficient RTSs.


2017 ◽  
Author(s):  
Νικόλαος Πέττας

H Δημόσια Διοίκηση αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις και βρίσκεται στο επίκεντρο πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων. Στην Ελλάδα, παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα, η ανάλυση και η εξάλειψη των οποίων απαιτεί την υιοθέτηση και εφαρμογή νέων οργανωτικών δομών, διοικητικών πρακτικών και διεργασιών διακυβέρνησης. Η μέτρηση της απόδοσης αποτελεί ένα σημαντικό οδηγό για τη χρήση πληροφοριών για τις επιδόσεις στον τομέα της διοίκησης, ιδίως όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με την εφαρμογή μιας δημόσιας πολιτικής.Η διαφαινόμενη ισχυρή τάση για επιτελικό κράτος έχει οδηγήσει σε ουσιαστική παραχώρηση και αποκέντρωση βασικών εφαρμοστικών λειτουργιών της Δημόσιας Διοίκησης. Ωστόσο, η αποκεντρωμένη διαχείριση των χρηματοδοτούμενων με δημόσιους πόρους κοινωνικο-οικονομικών προγραμμάτων, συνοδεύεται πολλές φορές από σπατάλες κατά τη διαχείριση και καθυστερήσεις στην επίτευξη των στόχων απορρόφησης με δυσμενείς συνέπειες οι οποίες περιλαμβάνουν και την απώλεια πολύτιμων οικονομικών πόρων. Στη σχετική βιβλιογραφία, τα προβλήματα στην απορρόφηση αποδίδονται σε διοικητικές ανεπάρκειες, έλλειψη κινήτρων, μειωμένη διαχειριστική ικανότητα του αποδέκτη, κλπ. Κατά συνέπεια, αποκτά ιδιαίτερο βάρος ο αποτελεσματικός έλεγχος και η αξιολόγηση του συστήματος διαχείρισης και της προόδου υλοποίησης των δημόσιων προγραμμάτων. Η εργασία αποσκοπεί να καλύψει το κενό γνώσης που απαντάται στη διεθνή και ελληνική βιβλιογραφία στην αξιολόγηση της εφαρμογής μιας δημόσιας αναπτυξιακής πολιτικής. Για πρώτη φορά στην ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία, η εργασία παρουσιάζει ένα συνεκτικό εννοιολογικό και μεθοδολογικό πλαίσιο για την αποτίμηση και την παρακολούθηση της μεταβολής της παραγωγικότητας και της αποδοτικότητας υλοποίησης ενός δημόσιου προγράμματος στήριξης των επενδύσεων καθώς και για τον προσδιορισμό επεξηγηματικών παραγόντων της επίδοσής του. Το εμπειρικό τμήμα της εργασίας, επικεντρώνεται στο πλαίσιο της πολιτικής αγροτικής ανάπτυξης και εξετάζει την υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος LEADER+ 2000-08. Εστιάζεται στους φορείς διαχείρισης προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης που αποτελούν τον κορμό του ελληνικού συστήματος άσκησης αναπτυξιακής πολιτικής στις αγροτικές περιοχές, παρέχοντας ένα ιδιαίτερα ευρύ και πολύπλοκο φάσμα υπηρεσιών διαχείρισης για ένα ιδιαίτερα ετερογενές επενδυτικό προφίλ και σε μια μεγάλης ποικιλομορφίας χωρική έκταση.Για την επίτευξη του ερευνητικού σκοπού πραγματοποιείται εκτενής ανασκόπηση της ευρύτερης βιβλιογραφίας της διοικητικής επιστήμης και του επιχειρησιακού μάνατζμεντ συμπεριλαμβάνοντας ένα ευρύ φάσμα θεωρητικών και πρακτικών αντικειμένων, με κυριότερα το εφαρμοστικό στάδιο μιας δημόσιας πολιτικής, την μέτρηση των επιδόσεων στο δημόσιο τομέα και το πεδίο της διαχείρισης και αξιολόγησης των προγραμμάτων δημόσιων δαπανών.Η διατύπωση των ερευνητικών υποθέσεων γίνεται σε διαδοχικά στάδια ενώ τα προς διερεύνηση ερευνητικά ερωτήματα είναι τα εξης: Είναι οι φορείς διαχείρισης ενός προγράμματος ενισχύσεων αποτελεσματικοί στην αποδοτική αξιοποίηση των πόρων για τη μεγιστοποίηση των υλοποιούμενων χρηματοδοτούμενων έργων και για την αύξηση της απορρόφησης του προγράμματος; Τυχόν μειωμένη αποδοτικότητα, οφείλεται σε κακή αξιοποίηση των πόρων ή σε αδυναμία λειτουργίας σε πιο παραγωγική κλίμακα μεγέθους; Κατά πόσο θα ήταν δυνατόν να αυξηθούν οι υλοποιήσεις με δεδομένη την τρέχουσα απασχόληση των πόρων, εάν οι μη αποδοτικοί φορείς λειτουργούσαν σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές; Υπάρχει βελτίωση της αποδοτικότητας και της παραγωγικότητας υλοποίησης με την πάροδο του χρόνου; Υπάρχουν οικονομίες κλίμακας στο σύστημα υλοποίησης; Υπάρχουν συγκεκριμένοι οργανωσιακοί και εξωτερικοί παράγοντες που επηρεάζουν την παραγωγικότητα υλοποίησης;Η προσέγγιση που προτείνεται και αξιοποιείται για την αποτίμηση της αποδοτικότητας ενός συστήματος υλοποίησης της πολιτικής περιλαμβάνει την ανάπτυξη και εφαρμογή υποδειγμάτων της Περιβάλλουσας Ανάλυσης Δεδομένων (ΠΑΔ-DEA: Data Envelopment Analysis) και τον στατιστικό έλεγχο των αποτελεσμάτων με παραμετρικούς και μη παραμετρικούς ελέγχους. Σημαντική επίσης πρωτοτυπία της διατριβής αποτελεί η μελέτη των προσδιοριστικών παραγόντων της αποδοτικότητας εφαρμογής των δημόσιων προγραμμάτων άσκησης κοινωνικο-οικονομικής πολιτικής με μια πρόσφατη μη-παραμετρική στοχαστική προσέγγιση της παλινδρόμισης των ελαχίστων τετραγώνων.Η εργασία προσδιορίζει τους μη αποδοτικούς φορείς διαχείρισης και τις πηγές της ανεπάρκειας καθώς και τους φορείς που εφαρμόζουν βέλτιστες πρακτικές διαχείρισης. Παρέχει εναλλακτικά κριτήρια κατανομής του αποθεματικού επίδοσης και δίνει προβλέψεις για την μέγιστη δυνατή απορρόφηση του προγράμματος και των παρεμβάσεων. Επιπρόσθετα, προσδιορίζει τις οικονομίες κλίμακας λειτουργίας του συστήματος υλοποίησης, παρέχει δείκτες παρακολούθησης της μεταβολής της παραγωγικότητας και αξιολογεί την επίδραση του μεγέθους στην παραγωγικότητα.Με βάση τα αποτελέσματα της εμπειρικής ανάλυσης, συνάγεται ότι παρουσιάζεται μεγάλη ετερογένεια στην παρατηρούμενη επίδοση των φορέων υλοποίησης του προγράμματος. Το αποκεντρωμένο σύστημα διαχείρισης πάσχει από σημαντικά προβλήματα απορρόφησης που οφείλονται κύριως σε ανεπάρκειες στη διοίκηση. Σημαντικές βελτιώσεις στις υπηρεσίες διαχείρισης του προγράμματος είναι δυνατόν να επιτευχθούν με τους υφιστάμενους πόρους. Με την υιοθέτηση της προτεινόμενης μεθόδου βελτιώνεται η αξιοπιστία και η αποτελεσματικότητα των αξιολογήσεων. Όσον αφορά τη συνεισφορά της εργασίας στο ερευνητικό επίπεδο, η εμπειρική διερεύνηση και ποσοτικοποίηση της αποδοτικότητας εφαρμογής ενός προγράμματος δημόσιων ενισχύσεων με την Περιβάλλουσα Ανάλυση Δεδομένων, δεν έχει εφαρμοστεί στο παρελθόν. Η εργασία συμπληρώνει το εμπειρικό κενό γνώσης σε θέματα αποδοτικότητας των υπηρεσιών διαχείρισης ενός δημόσιου προγράμματος ενισχύσεων. Στην εργασία αναπτύσσονται νέες προσεγγίσεις ελέγχου υποθέσεων που εκμεταλεύονται τον στατιστικό χαρακτήρα της ΠΑΔ και την απομακρύνουν από τον ντερτεμινιστικό αρχικό χαρακτήρα της. Η εργασία συνεισφέρει στο επίπεδο της πρακτικής συμπληρώνοντας την επίσημη/τυπική αξιολόγηση των επιδόσεων ενός δημόσιου προγράμματος ενισχύσεων, με τη διάσταση της υλοποίησης. Παρέχει στους υπεύθυνους ελέγχου και στους φορείς υλοποίησης ενός προγράμματος δείκτες παρακολούθησης της προόδου υλοποίησης και τεχνικές αποτίμησης της αποδοτικότητας. Παρέχει, επίσης μια πιο ρεαλιστική εικόνα για την εκτίμηση της επιτυχίας και των ρίσκων αποτυχίας του προγράμματος, έναντι του ευρέως χρησιμοποιούμενου δείκτη απορρόφησης. Προτείνει, αντικειμενικά κριτήρια, βασισμένα στην ΠΑΔ, για την κατανομή του αποθεματικού επίδοσης. Προσφέρει μια εικόνα για τους οργανωσιακούς και εξωτερικούς παράγοντες που επηρεάζουν την παραγωγικότητα του συστήματος υλοποίησης του προγράμματοςΣτο επίπεδο της πολιτικής ηγεσίας, από τα αποτελέσματα της εργασίας προκύπτει ότι οι επιπτώσεις του μεγέθους δεν μπορούν να αγνοηθούν σε αποφάσεις που αφορούν την κατάρτιση και τον επιμερισμό του προϋπολογισμού του. Υπάρχει ανάγκη ανασχεδιασμού του συστήματος υλοποίησης, στην κατεύθυνση λιγότερων και μεγαλύτερων τοπικών προγραμμάτων, σε αντιδιαστολή με τη διαχρονική πρακτική κατακερματισμού της χρηματοδότησης σε μικρές και αποσπασματικές δράσεις. Επιπρόσθετα, εξάγεται η αναγκαιότητα ενσωμάτωσης στο τυπικό σύστημα παρακολούθησης των προγραμμάτων, ενός υπο-συστήματος παρακολούθησης και αξιολόγησης των επιδόσεων και ιδιαίτερα της αποδοτικότητας.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document