scholarly journals EFFECT OF REJUVENATORS ON PENETRATION AND SOFTENING POIND OF AGED POLYMER-MODIFIED ROAD BITUMEN

2021 ◽  
Vol 13 (0) ◽  
pp. 1-6
Author(s):  
Audrius Vaitkus ◽  
Indrė Palionytė ◽  
Rita Kleizienė

The article describes the effiency of polymer-modified road bitumen regeneration with two types of rejuvenators. Two alternative rejuvenators have been selected aromatic oil Nygen 910 and soft road bitumen V12000. PMB 45/80-55 bitumen, which is used in the upper and lower layers of asphalt pavement, was investigated. During the life time of the asphalt pvement, due to the effects of solar UV radiation, temperature and oxygen, of all the layers of the structure asphalt top layer reaches the highest degree of aging. Short-term and long-term aging were performed to simulate the aging of the bitmen under laboratory conditions. To determine the optimal amount of rejuvenator experiments were performed with 8%, 10% ir 14% rejuvenator by bitumen mass. The effect of rejuvenators were evaluated by studying the main physical properties of bitumen: penetration and softening temperature. Ina n experimental study, aromatic oil was found to be more than 2.5 times more effective than soft bitumen.

2012 ◽  
Vol 116 (1) ◽  
pp. 20-22 ◽  
Author(s):  
Uri Benzion ◽  
Lena Krupalnik ◽  
Ahron Rosenfeld ◽  
Shosh Shahrabani ◽  
Tal Shavit

2018 ◽  
Vol 17 (1) ◽  
pp. 69-80 ◽  
Author(s):  
Marcelo Hernando ◽  
Melina Celeste Crettaz Minaglia ◽  
Gabriela Malanga ◽  
Christian Houghton ◽  
Darío Andrinolo ◽  
...  

We found a UVBR threshold and different responses were activated depending on the exposure to UVAR or UVBR and their doses. =: no changes; −: decrease; +: increase. The number of signals represents the intensity of the effect.


2018 ◽  
Vol 150 ◽  
pp. 462-474 ◽  
Author(s):  
Jing Zhang ◽  
Xiamin Hu ◽  
Liya Kou ◽  
Bing Zhang ◽  
Yuchen Jiang ◽  
...  

2005 ◽  
Vol 26 (3) ◽  
pp. 289-329 ◽  
Author(s):  
Peter Pagoulatos

This article presents an experimental study concerning the use of thermally altered stone, commonly referred to as fire-cracked, or burned rock. A series of controlled cooking experiments were initiated as limestone cobbles were placed within a prepared earth-oven and re-heated; this type of earth-oven is similar to those found within prehistoric burned rock mounds on the Edwards Plateau of central Texas. Twelve experiments were conducted in this study, as four different sets of cobble assemblages were each re-heated three times, at six, twelve, twenty-four, and forty-eight hour intervals. These heated limestone cobbles were then analyzed for thermal alteration characteristics such as color change, cracking, and spalling, for comparative purposes. Quantitative analyses were then applied to the data in order to establish whether different patterns of thermal alteration exist dependent upon short-term and long-term re-uses.


2016 ◽  
Vol 12 (3) ◽  
pp. 390-405 ◽  
Author(s):  
Theresa E. DiDonato ◽  
Brittany K. Jakubiak

Not all humor is the same, yet little is known about the appeal of specific humor styles in romantic initiation. The current experimental study addresses this gap by investigating how romantic motives (short-term or long-term) affect individuals’ anticipated use of, and response to, positive humor and negative humor. Heterosexual participants (n = 224) imagined the pursuit of either a desired short-term or long-term relationship, indicated the extent to which they would produce positive and negative humor, and reported how their own interest would change in response to the imaginary target’s use of positive or negative humor. Results revealed that individuals are strategic in their humor production as a function of relational motives. Individuals produced positive humor in both contexts but limited their use of negative humor when pursuing a long-term relationship. The target’s positive humor increased individuals’ attraction, especially women’s, and although negative humor boosted attraction, it did not boost attraction more for short-term than long-term relationships. Findings extend a trait-indicator model of humor and their implications are discussed in light of other theoretical perspectives.


2016 ◽  
Author(s):  
Ηλίας Φουντουλάκης

Το αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η μελέτη των μακροχρόνιων τάσεων του φάσματος της υπεριώδους ηλιακής ακτινοβολίας, με τη χρήση μετρήσεων και θεωρητικών υπολογισμών. Παρόλο που η υπεριώδης ηλιακή ακτινοβολία αποτελεί ένα πολύ μικρό κομμάτι του ηλιακού φάσματος, είναι ζωτικής σημασίας για τη βιόσφαιρα. Μέσω της εξελικτικής διαδικασίας οι έμβιοι οργανισμοί έχουν προσαρμοστεί σταδιακά στα παρόντα επίπεδα και τις διακυμάνσεις της υπεριώδους ακτινοβολίας. Η υπεριώδης ακτινοβολία μεταβάλλεται περιοδικά κατά τη διάρκεια της ημέρας και του έτους εξαιτίας της ιδιοπεριστροφής της Γης και των μεταβολών της σχετικής απόστασης και θέσης Ηλίου – Γης αντίστοιχα. Μεταβάλλεται ακόμα εξαιτίας των διακυμάνσεων παραμέτρων όπως η ανακλαστικότητα της γήινης επιφάνειας, τα νέφη, το όζον και τα αιωρούμενα σωματίδια. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, τα επίπεδα της υπεριώδους ακτινοβολίας σε αρκετές περιοχές του πλανήτη μεταβλήθηκαν σημαντικά, κυρίως λόγω της καταστροφής του στρατοσφαιρικού όζοντος από τους ανθρωπογενείς χλωροφθοράνθρακες, των μεταβολών της ανακλαστικότητας της γήινης επιφάνειας εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, και των μεταβολών στα επίπεδα των ανθρωπογενών ρύπων. Το μέγεθος, ο ρυθμός και η κατεύθυνση των μεταβολών της υπεριώδους ακτινοβολίας παρουσιάζουν έντονη χωρική μεταβλητότητα, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις είναι δύσκολο να εκτιμηθεί αν η παρατηρούμενη μεταβολή είναι στατιστικά σημαντική. Η μείωση των εκπομπών ουσιών που καταστρέφουν το στρατοσφαιρικό όζον σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και την προβλεπόμενη βελτίωση της ποιότητας του αέρα αναμένεται να οδηγήσουν σε εξίσου σημαντικές μεταβολές του φάσματος της υπεριώδους ακτινοβολίας στο μέλλον.Η παρούσα διατριβή επικεντρώθηκε σε τρεις κυρίως στόχους. Ο πρώτος από αυτούς ήταν η μείωση της αβεβαιότητας των φασματικών μετρήσεων της υπεριώδους ακτινοβολίας μέσω της βελτίωσης των μεθόδων χαρακτηρισμού των φασματοφωτομέτρων τύπου Brewer. Για να επιτευχθεί αυτό, τα χαρακτηριστικά λειτουργίας των οργάνων διερευνήθηκαν σε βάθος και αξιολογήθηκαν οι χρησιμοποιούμενες μέθοδοι χαρακτηρισμού τους. Τελικά, επιτεύχθηκε η βελτίωση των μεθόδων χαρακτηρισμού των οργάνων σχετικά με την επίδραση που έχουν οι η θερμοκρασία και ο νεκρός χρόνος του φωτοπολλαπλασιαστή στη φασματική απόκριση του οργάνου. Ο δεύτερος στόχος ήταν να μελετηθούν οι βραχυχρόνιες και μακροχρόνιες μεταβολές του φάσματος της υπεριώδους ηλιακής ακτινοβολίας και της ερυθηματογόνου ακτινοβολίας στη Θεσσαλονίκη, και στη συνέχεια να διερευνηθεί η σχέση των μεταβολών αυτών με τις αντίστοιχες μεταβολές της ολικής στήλης όζοντος, των αιωρούμενων σωματιδίων και των νεφών. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που προέκυψαν, η υπεριώδης ακτινοβολία αυξήθηκε σημαντικά στην Θεσσαλονίκη κατά την περίοδο 1994 - 2006 και παραμένει σχετικά σταθερή στη συνέχεια. Οι μεταβολές αυτές οφείλονται κυρίως σε μεταβολές στη συγκέντρωση και τις οπτικές ιδιότητες των αιωρούμενων σωματιδίων. Ο τρίτος και τελικός στόχος της παρούσας διατριβής ήταν να αναδείξει τη σημαντικότητα όλων των παραπάνω και πιο συγκεκριμένα της ανάγκης για αξιόπιστα δεδομένα και για συνέχιση της μελέτης των τάσεων της υπεριώδους ακτινοβολίας. Για να επιτευχθεί αυτό διερευνήθηκε η επίδραση των μεταβολών που λαμβάνουν χώρα στο έδαφος, στην επιφάνεια των ωκεανών και στην ατμόσφαιρα, στα επίπεδα της υπεριώδους ακτινοβολίας κατά το παρελθόν αλλά και στο μέλλον σύμφωνα με δύο διαφορετικά κοινωνικοοικονομικά σενάρια του IPCC, ένα μετριοπαθές και ένα ακραίο. Εστιάσαμε στις αλλαγές στην Αρκτική, όπου η υπεριώδης ακτινοβολία έχει αλλάξει σημαντικά κατά τις τελευταίες δεκαετίες και αναμένεται να αλλάξει εξίσου σημαντικά στο μέλλον. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που προέκυψαν, η υπεριώδης ακτινοβολία αναμένεται να μειωθεί σημαντικά στο μέλλον σε σχέση με το παρόν. Συνοψίζοντας, η παρούσα διατριβή συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας των φασματικών μετρήσεων της υπεριώδους ακτινοβολίας, αναδεικνύει το σημαντικό ρόλο των αιωρούμενων σωματιδίων για τον καθορισμό των επιπέδων της υπεριώδους ακτινοβολίας σε αστικές περιοχές όπως η Θεσσαλονίκη, και τέλος, τονίζει τις πιθανές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στα μελλοντικά επίπεδα της υπεριώδους ακτινοβολίας, κυρίως λόγω της μείωσης του όγκου και της έκτασης του θαλάσσιου πάγου στα υψηλότερα γεωγραφικά πλάτη του βορείου ημισφαιρίου.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document