Για τη διερεύνηση της ιστορικής εξέλιξης της δασικής βλάστησης του όρους Τρόοδος πραγματοποιήθηκε παλυνολογική έρευνα σε δύο προφίλ ιζήματος από τους τυρφώνες «Αλμυρολίβαδο» και «Πασά Λιβάδι», που βρίσκονται στην οροσειρά του Τροόδους στην Κύπρο, σε υψόμετρο από 1586 έως 1605 m. Παράλληλα, πραγματοποιήθηκε καταγραφή της γυρεοχλωρίδας της περιοχής έρευνας, μέσω «ειδικών παγίδων γύρης». Στις θέσεις λήψης των δύο προφίλ εντός της ζώνης εξάπλωσης της μαύρης πεύκης, τοποθετήθηκαν οι δύο από τις τέσσερεις παγίδες γύρης και σε διάκενα στη ζώνη εξάπλωσης της τραχείας πεύκης οι άλλες δύο. Τα προφίλ αποτελούνται από τύρφη, ιλύ και άργιλο. Συνολικά, πραγματοποιήθηκαν έξι χρονολογήσεις με τη μέθοδο του ραδιενεργού άνθρακα 14C. Το προφίλ Αλμυρολίβαδο έχει ηλικία 8433 έτη και το προφίλ Πασά Λιβάδι 3347 έτη. Από τα προφίλ εξήχθησαν και αναλύθηκαν 92 δείγματα ανά 2 cm για το Αλμυρολίβαδο, και 35 δείγματα ανά 5 cm για το Πασά Λιβάδι. Ακολούθως αφού μικροσκοπήθηκαν, αναγνωρίστηκαν και καταγράφηκαν οι γυρεόκοκκοι κάθε δείγματος μέχρι να συμπληρωθεί αριθμός τουλάχιστον 300 γυρεοκόκκων ξυλωδών taxa. Τα αποτελέσματα απεικονίζονται σε διαγράμματα ποσοστιαίων τιμών γύρης και τιμών συγκέντρωσης γύρης. Η επεξεργασία του υλικού και των αποτελεσμάτων των δεδομένων, από τις παγίδες γύρης έγινε σύμφωνα με τις μεθοδολογικές προδιαγραφές του Pollen Monitoring Programme. Η καταγραφή της γυρεοχλωρίδας μέσω των παγίδων γύρης, έδειξε ότι μεταξύ των γυρεοκόκκων ξυλωδών ειδών κυριαρχεί ο Pinus sylvestris type, και αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι όλες οι παγίδες είναι τοποθετημένες κοντά ή μέσα σε πευκοδάση. Άλλοι σημαντικοί τύποι γύρης είναι οι Quercus ilex type, Juniperus, Cistus albidus type και Cistus salviifolius type. Οι μεγαλύτερες τιμές Quercus ilex type καταγράφηκαν στην παγίδα Tr4 και αντικατοπτρίζουν την αυξημένη συμμετοχή του στην περιβάλλουσα βλάστηση. Ο τύπος γύρης Cistus salviifolius καταγράφηκε μόνο στις παγίδες της ζώνης εξάπλωσης της τραχείας πεύκης και όχι στις παγίδες των τυρφώνων. Ο συγκεκριμένος τύπος γύρης αποτελεί δείκτη διάκρισης για τους οικοτόπους τραχείας και μαύρης πεύκης. Από τα αποτελέσματα της έρευνας για την εξέλιξη της βλάστησης προέκυψε ότι η δασική βλάστηση διαχρονικά κυριαρχείται από φυσικό πευκοδάσος, στοιχείο που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι κλιματικές συνθήκες που επικρατούσαν στο νησί από την 7η χιλιετία π. Χ. και εφεξής, σε γενικές γραμμές, παραμένουν σταθερές. Εντοπίστηκαν διακυμάνσεις κλιματικών αλλαγών, που συμπίπτουν χρονολογικά με ανάλογες στην ευρύτερη ανατολική Μεσόγειο μέσω διαφοροποίησης της βλάστησης. Αυτή διακρίνεται μέσω εναλλαγών στις τιμές της πεύκης και της αρκεύθου, που οφείλονται στις αλλαγές της πυκνότητας του δάσους. Εναλλαγές των τιμών υγρόφιλων ειδών υποδεικνύουν ξηρές περιόδους. Οι υψηλές τιμές ξυλωδών ειδών, σε συνδυασμό με την απουσία τύπων γύρης «δεικτών» γεωργοκτηνοτροφικών δραστηριοτήτων, δείχνουν ότι η βλάστηση της ευρύτερης περιοχής, αναπτύχθηκε ανεπηρέαστη από ανθρωπογενείς δραστηριότητες, εκτός από την περίοδο της Εποχής του Χαλκού, λόγω εντατικής ξύλευσης. Η παρουσία charcoals στα προφίλ των τυρφώνων, σε συνδυασμό με το σύνολο γύρης, δίνουν ενδείξεις ότι οι πυρκαγιές αποτελούν, διαχρονικά, μέρος του φυσικού οικοσυστήματος. Τόσο από την εξελικτική πορεία της βλάστησης, όσο και από την παρούσα κατάσταση, φανερώνεται μια σταθερή παρουσία πευκοδάσους το οποίο διατηρείται παρά τις κατά περιόδους διακυμάνσεις των κλιματικών συνθηκών, των οποίων η, προφανώς μικρή, ένταση δε φαίνεται να το επηρεάζει σημαντικά.