scholarly journals Giardia lamblia Diagnosed Incidentally by Duodenal Biopsy

2021 ◽  
Vol 9 ◽  
pp. 232470962110016
Author(s):  
Kevin Groudan ◽  
Kamesh Gupta ◽  
Jean Chalhoub ◽  
Rohit Singhania

Giardia lamblia (also referred to as Giardia intestinalis and Giardia duodenalis) is the most common intestinal parasite in the world, affecting approximately 200 million people annually. Symptoms of Giardia include foul-smelling diarrhea, abdominal cramping, bloating, gas, and nausea. Although usually self-limiting, Giardia can progress to dehydration, malnutrition, and failure to thrive, especially in immunocompromised individuals. Early diagnosis and treatment is imperative to prevent and control infection of Giardia. Infectious Disease Society of America diagnostic guidelines recommend obtaining stool studies to diagnose Giardia; when stool studies are negative but suspicion remains high, duodenal aspirate microscopy is the only alternative diagnostic strategy suggested. We report a patient diagnosed incidentally with Giardia from a duodenal biopsy specimen obtained during a workup for a gastrointestinal bleed. There are limited cases of Giardia diagnosed by duodenal biopsy reported in the literature. We review studies that suggest duodenal biopsy can be a very sensitive strategy for the diagnosis of Giardia.

2017 ◽  
Vol 7 (2) ◽  
pp. 1218-1220
Author(s):  
Sujata Pudasaini ◽  
Rakesh Pathak ◽  
Satyam Upadhyaya ◽  
Anna Sharma

ABSTRACTGiardia is caused by protozoa, Giardia lamblia. It is one of the most common causes of water born or food born diarrhea and it has a worldwide distribution. The prevalence is approximately 20-30% in developing countries. Giardia duodenalis is the most commonly reported intestinal protozoan in humans mainly affecting children. The infection is usually associated with malabsorption, weight loss and growth retardation.We report a case of four years old boy who presented with diarrhea and malabsorption for last 2 years. Its clinical presentation and histopathological diagnosis on duodenal biopsy is discussed.


2020 ◽  
Vol 61 (1) ◽  
pp. 96-100
Author(s):  
G. T. Mensah ◽  
C. A. Narh ◽  
C. A. Brown ◽  
P. F. Ayeh-Kumi ◽  
I. O. Frempong

Giardia duodenalis is a common intestinal parasite in humans, a wide range of domesticated and wild animals. There are human and animal specific, as well as zoonotic pathogenic gen­otypes. It is not clear whether livestock in close proximity to humans could be infected with human specific genotypes, and vice versa. In this study, Giardia-positive faecal samples were collected from both humans (n = 4) (from Maamobi Polyclinic in the Ayawaso Sub- Metro) and calves (n = 8) (from Animal Research Institute Farms, Adentan Municipality), in Ghana. Nested PCR amplification using Giardia-specific, Glutamate dehydrogenase (GDH) genes and Tri­osephosphate isomerase (TPI) gene primers for human and animal faecal samples respectively was carried out. Results showed that 100% of the calves carried the TPI-B genotype, which is a common pathogenic genotype in humans. This report is based on the unusual results obtained as Giardia duodenalis genotype B is known to occur in humans but is being observed in calves for the first time. This suggests that calves in close proximity to humans could be reservoirs and sources of human Giardia infections.


2019 ◽  
Author(s):  
Δήμητρα Πειρασμάκη

Οι εντερικές λοιμώξεις αποτελούν ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα της Δημόσιας Υγείας παγκοσμίως, με ιδιαιτέρως αυξημένη νοσηρότητα καιθνησιμότητα κυρίως σε αναπτυσσόμενες χώρες, όπου και χαρακτηρίζεται ως η κυριότερη αιτία θανάτου παιδιών κάτω των 5 ετών. Αιτίες εντερικώνλοιμώξεων είναι πολλά βακτήρια, ιοί καθώς και παράσιτα. Τα τελευταία μάλιστα αποτελούν μια από τις σημαντικότερες αιτίες εντερικών λοιμώξεων,σχεδόν σε όλο τον κόσμο, προσβάλλοντας όλες τις ηλικίες, κυρίως όμως παιδιά και άτομα με ασθενές ανοσοβιολογικό συστήματος. Τέτοιες λοιμώξεις μπορεί να αποτελούν σποραδικές περιπτώσεις καθώς και επιδημίες. Το παράσιτο Giardia intestinalis (επίσης γνωστό ως Giardia lamblia ή Giardia duodenalis) είναι ένα μαστιγοφόρο πρωτόζωο παράσιτο, το οποίο μεταδίδεται μέσω της κοπρανοστοματικής οδού, όπως επίσης και μέσω του μολυσμένου νερού ή φαγητού, προκαλώντας σποραδικά, ενδημικά ή επιδημικά κρούσματα της νόσου λαμβλίαση. Η λαμβλίαση (ή γιαρδίαση) είναι η πιο συνηθισμένη αιτία παρασιτώσεων του λεπτού εντέρου και προσβάλει περίπου 280 εκατομμύρια άτομα κάθεχρόνο σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου και της Ελλάδας. Η νόσος συνδέεται κυρίως με κακές συνθήκες υγιεινής καιανεπαρκείς εγκαταστάσεις καθαρισμού του νερού. Μπορεί να προσβάλει άτομα όλων των ηλικιών, με κυριότερες ομάδες υψηλότερου κινδύνου ναχαρακτηρίζονται τα μικρά παιδία, οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς και οι ταξιδιώτες. Το παράσιτο παρουσιάζει έναν απλό κύκλο ζωής, ο οποίος περιλαμβάνει δύο στάδια: τον τροφοζωΐτη που αποτελεί την βλαστική μορφή και τηνκύστη που αποτελεί την μολυσματική μορφή. Οι κύστες μπορούν να επιβιώσουν εκτός του ξενιστή οργανισμού για μεγάλες χρονικές περιόδουςκαι έχουν λοιμογόνο ικανότητα, ενώ οι τροφοζωΐτες δεν επιβιώνουν εκτός του ξενιστή. Ο κύκλος ζωής του παρασίτου ξεκινάει με την κατάποση των κύστεων από τον ξενιστή, οι οποίες ενεργοποιούνται από το αυξημένο γαστρικό υγρό και διαφοροποιούνται σε δύο τροφοζωΐτες. Οι τροφοζωΐτες με την σειρά τους προσκολλώνται στα επιθήλια του λεπτού εντέρου και πολλαπλασιάζονται. Καθώς οι τροφοζωΐτες προχωρούν στο κατώτερο μέρος του παχέος εντέρου σχηματίζουν κύστες, οι οποίες και αποβάλλονται με τα κόπρανα. Με αυτόν τον τρόπο οι κύστες μπορούν να φτάσουν στους υδροφόρους ορίζοντες και να προσβάλουν έναν καινούριο ξενιστή. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η λαμβλίαση είναι ασυμπτωματική, παρ’ όλα αυτά κλινικά συμπτώματα της λοίμωξης μπορούν να εμφανιστούν 1-4 εβδομάδες μετά την λήψη/κατάποση των κύστεων. Τα συμπτώματα της λαμβλίασης περιλαμβάνουν διάρροια, καταβολή, απώλεια βάρους, ανορεξία, κοιλιακές κράμπες και άλγη, ενώ ο πυρετός και οι έμετοι είναι λιγότερο συνήθεις. Η νόσος μπορεί να μεταπέσει σε χρόνια, ενώ μπορεί να εμφανίσει και υποτροπές. Η λαμβλίαση σχετίζεται με την μετέπειτα εμφάνιση του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου (IBS) και του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης, ενώ σε μικρά παιδιά μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στην ανάπτυξη. Η κλινική διάγνωση της νόσου γίνεται με παρασιτολογική εξέταση κοπράνων για ανεύρεση κύστεων, τροφοζωϊτών ή και των δύο. Επιπλέον, η διάγνωση μπορεί να περιλαμβάνει και ενδοσκόπηση του ανώτερου πεπτικού συστήματος, λήψη δωδεκακτυλικού υγρού και βιοψίας. Αν και τα τεστ ανίχνευσης αντιγόνων αποτελούν μια εύκολη και γρήγορη εναλλακτική, ωστόσο εντοπίζονται συνήθως σε ερευνητικές εγκαταστάσεις και όχι για κλινικές διαγνώσεις.Η θεραπεία της λαμβλίασης περιλαμβάνει τη χρήση φαρμάκων με κύριο συστατικό την μετρονιδαζόλη, νιταζοξανίδη ή τινιδαζόλη ή ακόμα και συνδυασμό φαρμάκων. Παρ’ όλα αυτά, η πρόληψη αποτελεί τον πιο σημαντικό τρόπο ελέγχου της λοίμωξης.Όπως ήδη αναφέρθηκε, οι κύστες είναι αρκετά ανθεκτικές σε σκληρές περιβαλλοντικές συνθήκες, επιβιώνοντας για ημέρες σε νερά χαμηλής θερμοκρασίας, ενώ μπορούν να αδρανοποιηθούν με το βράσιμο, την ξηρασία και την παστερίωση. Για το πόσιμο νερό, η χλωρίωση δεν είναι ικανή να καταστρέψει τις κύστες, ενώ αντιθέτως η επεξεργασία του νερού με φίλτρα έχει αποδειχτεί ικανοποιητική μέθοδος, καθώς είναι ικανή να κατακρατήσει το μεγαλύτερο ποσοστό των κυστών. Πηγή του παρασίτου είναι ο άνθρωπος αλλά και διάφορα θηλαστικά, κυρίως μηρυκαστικά και οικόσιτα ζώα, όπως επιπροσθέτως πουλιά και ποντίκια. Το παράσιτο Giardia παρουσιάζει 8 γονότυπους (A-H), ενώ μόνο δύο από αυτούς (A και B) μπορούν να προσβάλλουν τους ανθρώπους. Το παράσιτο είναι πολυπλόο με δύο αντίγραφα των 5 χρωμοσωμάτων σε κάθε πυρήνα. Σε αυτή τη διατριβή, διεξήχθη μελέτη ολόκληρου του γονιδιώματος για δύο ανθρώπινα στελέχη του γονότυπου A (AS175 και AS98), τα οποία συγκρίθηκαν τόσο μεταξύ τους όσο και με το γονιδίωμα του WB, το οποίο αποτελεί το στέλεχος αναφοράς (Δημοσίευση Ι - Paper I). Γενετικές διαφορές εντοπίστηκαν μεταξύ των τριών απομονωθέντων στελεχών, περιλαμβανομένων κωδικοποιητικών αλληλουχιών πρωτεϊνών μοναδικών για το κάθε στέλεχος καθώς απίσης και αυξημένος αριθμός νουκλεοτιδικής ποικιλότητας σε πολυγονιδιακές οικογένειες, όπως επί παραδείγματι οι VSPs και οι HCMPs. Περαιτέρω, χρησιμοποιήθηκε ένα in vitro μοντέλο για την αλληλεπίδραση των παρασίτων με ανθρώπινα εντερικά επιθηλιακά κύτταρα (IECs), προκειμένου να μελετηθεί η σχέση μεταξύ του παρασίτου Giardia και του ανθρώπινου ξενιστή. Μέσα από τη χρήση αυτού του μοντέλου εντοπίστηκαν τα κύρια εκκριτικά προϊόντα (ESPs) από δύο ανθρώπινα στελέχη της Giardia (WB, GS), όταν αυτά αλληλεπίδρασαν με τα επιθηλιακά κύτταρα Caco-2 (Δημοσίευση II - Paper II). Επίσης προσδιορίστηκαν ποιες πρωτεΐνες απελευθερώνονται από το κύτταραξενιστές κατά τη διάρκεια της αλληλεπίδρασης. Τα αποτελέσματά αυτής της έρευνας δείχνουν ότι μεγάλο μέρος της επικοινωνίας μεταξύ ξενιστήπαρασίτου προκαλείται από τις εκκρινόμενες πρωτεΐνες (Δημοσίευση II - Paper II). Το ίδιο πειραματικό μοντέλο χρησιμοποιήθηκε για να μελετηθούν οι μεταβολές στο μεταγράφωμα του παρασίτου (Δημοσίευση ΙΙΙ - Paper III) και στο πρωτεΐνωμα (Δημοσίευση IV - Paper IV) του παρασίτου και των εντερικών επιθηλιακών κυττάρων, προσφέροντας περαιτέρω κατανόηση της αλληλεπίδρασης παρασίτου-ξενιστή. Ιδιάιτερη προσοχή δόθηκε στη μελέτη και στον εις βάθος χαρακτηρισμό της πολυγονιδιακής οικογένειας HCMPs κατά τη διάρκεια αυτών των αλληλεπιδράσεων τόσο σε επίπεδο RNA όσο και σε επίπεδο πρωτεΐνης (Δημοσίευση ΙΙΙ, IV - Paper III, IV). Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι αυτή η οικογένεια γονιδίων είναι σημαντική στην αλληλεπίδραση μεταξύ του παρασίτου και ξενιστή κατά τη διάρκεια λοιμώξεων από Giardia. Συμπερασματικά, η διατριβή μπορεί να παράσχει μια πιο ολοκληρωμένη κατανόηση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ Giardia-ξενιστή σε in vitro συνθήκες, καθώς επίσης και των μοριακών μηχανισμών που λαμβάνουν μέρος σε αυτές.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document