scholarly journals Relação entre a Urbanização Brasileira e o Direito de Propriedade

2021 ◽  
Vol 19 (54) ◽  
pp. 185-203
Author(s):  
Marco Aurélio Denis Zazyki ◽  
Gilnei Luiz de Moura ◽  
Solange Regina Marin ◽  
Luciana Santos Costa Vieira da Silva
Keyword(s):  

O artigo analisa a relação entre o processo de urbanização nacional e o direito de propriedade relacionados à moradia, com base nos estudos de Douglass North, da Nova Economia Institucional (NEI). A metodologia é caracterizada por um estudo exploratório a partir de uma revisão de literatura referente ao processo de urbanização brasileiro e a abordagem sobre do direito de propriedade sob a perspectiva da teoria econômica institucionalista. Os resultados teóricos e empíricos acumulados pela NEI oferecem um instrumental importante para uma melhor compreensão das várias interfaces entre o sistema econômico e as instituições legais e jurídicas que condicionam as atividades e transações econômicas relacionadas à moradia. As ideias de North mostraram-se adequadas na discussão do tema, haja visto que se o direito de propriedade for mais bem definido, atribuído e garantido nessas comunidades, menores serão os custos de transação e, conseqüentemente, maior será o valor do ativo e da renda do proprietário deste.

2021 ◽  
Author(s):  
Βασίλειος Νέδος
Keyword(s):  

Η διδακτορική διατριβή με θέμα «Φλαμανδοί έμποροι στις Εμποροπανηγύρεις της Καμπανίας. Ένας ενιαίος οικονομικός χώρος στην καρδιά του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα» επιχειρεί μια ερμηνευτική προσέγγιση στο ερώτημα περί του αν η παρουσία των Φλαμανδών εμπόρων στις Εμποροπανηγύρεις της Καμπανίας και η αντίστοιχη ανάπτυξη δικτύου αγορών στις πόλεις της Φλάνδρας συνέβαλαν στις συνθήκες δημιουργίας ενός ενιαίου οικονομικού χώρου στη περιοχή που εκτεινόταν μεταξύ των βασιλικών κτήσεων στο Παρίσι και την Ιλ-ντε-Φρανς έως τη Βόρεια Θάλασσα. Για τη συγγραφή της διατριβής έχουν μελετηθεί πηγές από δύο παραρτήματα των Γενικών Αρχείων του Βασιλείου του Βελγίου στη Γάνδη (Archives Générales de Royaume-Oorkonden van de Graven van Vlaanderen, Fonds de St-Genois και Archives Générales de Royaume-Oorkonden van de Graven van Vlaanderen, Fonds de St-Genois-Wyffels Supplement) και τμήματα των δημοσιευμένων αρχείων της Μονς (Archives de l’Etat à Mons) του Ναμύρ (Archives de l’Etat à Namur) του πρώην Διαμερίσματος του Nord (Archives Départementales du Nord) και του Δήμου της Ντουαί (Αrchives Municipales de Douai), ενώ έχει αξιοποιηθεί η σύγχρονη διεθνής βιβλιογραφία. Στη διδακτορική διατριβή επιχειρείται να αναλυθεί με ποιους τρόπους η δημιουργία ενός δικτύου αγορών από τη Φλάνδρα έως τη Καμπανία οδήγησε σε συνθήκες που ευνόησαν τις διεθνείς συναλλαγές και την διάχυση θεσμών που ενίσχυσαν το υπερτοπικό και διεθνές χερσαίο εμπόριο.Η διατριβή διαρθρώνεται σε δύο μέρη και συνολικά οκτώ κεφάλαια. Το πρώτο μέρος εστιάζει στη διακριτή εξέλιξη του αστικού φαινομένου στις πόλεις της Φλάνδρας και της Καμπανίας κατά τον 12ο και 13ο αιώνα. Στη συγκριτική ανάλυση του φαινομένου, χρησιμοποιούνται τρία κριτήρια. Αρχικά, η επίδραση των ισχυρών ανερχόμενων ομάδων στη διαμόρφωση των θεσμών. Εν συνεχεία η επιρροή υφιστάμενων δομών, με κύρια την Εκκλησία και, τέλος, τις πολιτικές εξελίξεις.Στο δεύτερο μέρος, αναλύονται ανά κεφάλαιο οι τρεις βασικές προβληματικές που τίθενται από τη διατριβή. Συγκεκριμένα, στο πρώτο κεφάλαιο τοποθετείται στην ανάλυση το συγκεντρωτικό εγχείρημα των Γάλλων βασιλέων και η επιτάχυνσή του κατά τη διάρκεια του 13ου αιώνα, που αποτελεί και το χρονικό επίκεντρο της μελέτης.Ειδικότερα, γίνεται χρήση του αρχειακού υλικού προκειμένου να τεκμηριωθεί ότι η τελωνειακή πολιτική που ακολούθησαν με συνειδητό τρόπο οι βασιλείς της Γαλλίας είχε ως στόχο όχι μόνο την απομόνωση της Φλάνδρας δια της άσκησης πίεσης στους εμπόρους που προέρχονταν από αυτή τη βόρεια κομητεία, αλλά και την απαξίωση όποιων παραγόντων απειλούσαν με τη δημιουργία ενός οικονομικού χώρου ενιαίας συνεργασίας, που δεν θα ελεγχόταν από το Παρίσι και, ως εκ τούτου, ήταν αντίθετο προς το ενοποιητικό εγχείρημα της δυναστείας των Καπετιδών.Στο δεύτερο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους εξετάζονται οι δομές εξουσίες και οι κοινωνικές ισορροπίες εντός των πόλεων της Καμπανίας. Παρουσιάζονται τα επιχειρήματα πολιτικών επιστημόνων όπως οι Avner Greif, Paul Milgrom, Barry R. Weingast και Douglass North. Στη μελέτη, πάντως, τηρείται μια στάση σαφώς διαφορετική από τα επιχειρήματα που έχουν αναδείξει οι προηγούμενοι περί «αυτορρύθμισης» του πλαισίου κανόνων που κατά καιρούς και κατά τόπους υφίστατο για τη λειτουργία των μεσαιωνικών αγορών. Προς αυτή την κατεύθυνση εξετάζονται και οι πιο πρόσφατες απόψεις ιστορικών όπως οι Wim Blockmans, Bas van Bavel και Sheilagh Ogilvie για σχετικά με ειδικότερες πτυχές του μεσαιωνικού εμπορίου, επικεντρωμένες στην περιοχή η οποία εξετάζεται, δηλαδή τον χώρο Φλάνδρας, Καμπανίας και Κάτω Χωρών.Στο τρίτο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους εξετάζονται όψεις της σύγκρουσης ανάμεσα στο βασίλειο της Γαλλίας με τη κομητεία της Φλάνδρας. Έμφαση δίνεται στο ζήτημα της καταγωγής της εξέλιξης και της διακύμανσης ορισμένων χαρακτηριστικών των μεσαιωνικών αγορών. Αυτές οι εξελίξεις στο οικονομικό πεδίο συνδυάζονται με τις πολιτικές αποφάσεις, με έμφαση στο βασικό στοιχείο που αναδεικνύει η διατριβή, δηλαδή τη χρήση εργαλείων τελωνειακής και νομισματικής πολιτικής με διπλό σκοπό: αρχικά τη διακοπή του δεσμού Φλάνδρας και Καμπανίας και εν συνεχεία την ολοκληρωτική υποταγή της κομητείας της Φλάνδρας.Στη μελέτη προτείνεται η μετατόπιση του ιστορικού ενδιαφέροντος από την οικονομική θεσμική ανάλυση του μεσαιωνικού εμπορίου, όπως τουλάχιστον αυτή έχει προκύψει από την πρόσφατη βιβλιογραφία που εστιάζει στις αγορές της Φλάνδρας και της Καμπανίας. Προτείνεται η προσέγγιση του θέματος μέσα από τις γεωπολιτικές διεργασίες που συντελέστηκαν με δύο βασικούς άξονες. Αφενός το ενοποιητικό εγχείρημα του βασιλιά της Γαλλίας, αφετέρου την αποκλίνουσα τάση που δημιουργούσε η ανάπτυξη ισχυρών αγορών υπό τον έλεγχο αποκεντρωμένων ελίτ, όπως οι εμπορικές και αστικές ομάδες που ήλεγχαν τις πόλεις της Φλάνδρας.Με αφορμή τη μελέτη του φαινομένου των μεσαιωνικών αγορών σε συνδυασμό με το ενοποιητικό εγχείρημα των βασιλέων της Γαλλίας στον πικαρδικό-φλαμανδικό χώρο, προτείνεται μια ερμηνευτική προσέγγιση με βάση τη συνδυαστική χρήση των εργαλείων της οικονομικής, της κοινωνικής και της ιστορίας της εργασίας, διατηρώντας την προσήκουσα σημασία στο υπερκείμενο πολιτικό πλαίσιο.Το τρίτο σκέλος της θεωρητικής προσέγγισης του θέματος της διατριβής αφορά την ανάδειξη του γεωγραφικού χώρου και των οικονομικών και πολιτικών ορίων. Σε αυτό το πλαίσιο χρησιμοποιήθηκαν κάποια εργαλεία της γεωπολιτικής με κυριότερο το έργο του Τζέραρντ Τολ.Οι τρεις θεωρητικές προσεγγίσεις του ζητήματος της κατασκευής, της θεσμοθέτησης και της μετατόπισης των μεσαιωνικών αγορών γίνονται μέσα από την ανάδειξη δύο παράλληλων ιστορικών διεργασιών.Η πρώτη είναι η διεθνοποίηση του χερσαίου εμπορίου με επίκεντρο το γαλλικό χώρο, δηλαδή τη Φλάνδρα και τη Καμπανία, μέσα από τα δίκτυα θεσμικά οργανωμένων αγορών, κάθε ένα με τα διακριτά χαρακτηριστικά του.Η δεύτερη είναι η εξέλιξη του συγκεντρωτικού εγχειρήματος της γαλλικής μοναρχίας, στο πλαίσιο του οποίου χρησιμοποιήθηκαν συνειδητά τα εσωτερικά όρια του βασιλείου της Γαλλίας, προκειμένου διαρραγεί η συνέχεια του – κυρίως οικονομικού άξονα – που συνέδεε τη Φλάνδρα και την Καμπανία.


2020 ◽  
Vol 12 (2) ◽  
Author(s):  
Delson Fernando Barcellos Xavier ◽  
Rosalina Alves Nantes ◽  
Saiera Silva de Oliveira

A Portaria 213/2016 do Ministério da Integração Nacional, reconhece 32 cidades gêmeas em razão do território municipal fazer limite com o país vizinho e sua sede se localizar no limite internacional. Fundamentando-se no path dependence, onde as influências históricas são responsáveis pela manifestação das instituições no instrumento normativo, destaca-se o Plano Diretor Municipal, obrigatório para cidades com mais de 20 mil habitantes e requisito para obtenção de determinados recursos junto ao Governo Federal. A metodologia tem perspectiva exploratória descritiva ao analisar o conteúdo de cada instrumento normativo dos municípios de fronteira que instituíram o Plano Diretor, na interpretação das características individuais, utilizando do aporte teórico da teoria institucional. Analisou-se os Planos Diretores de doze cidades-gêmeas de fronteira, para verificar se o modelo adotado contemplou a realidade dos municípios. Os resultados apontaram a não enfatização às questões históricas que influenciam no desenvolvimento das cidades, concluindo que os Planos Diretores de cidades-gêmeas de fronteira podem explorar em seu instrumento normativo nessa variável identificada, recomendando que em pesquisas futuras se investigue o motivo pelo qual mais de 66% dos municípios de fronteira não consideram relevantes a serem incluídas no Plano Diretor as potencialidades históricas que marcam a região de fronteira gêmea.  


2016 ◽  
Vol 3 (1) ◽  
Author(s):  
Alexandra Benham ◽  
Lee Benham

AbstractWe are delighted to be present today to share in the celebration of Steven Cheung’s 80th birthday. We bring best wishes from several others who could not be here – Yoram Barzel, Chris Hall, and Douglass North. Congratulations to Steve and thanks to Linda for this special occasion. Steve, congratulations on your keen observation, your broad experience, and the impact of your ideas. Our subject today is Steven Cheung’s advice to economists: that personal observation and real-world business experience can lead economists to greater insights and fewer errors. In his own words: “The world is my laboratory and I want to see things with my own eyes.” We certainly could use better economics. Is Steve right? And if he is right, how to implement his advice?


Author(s):  
E. N. Anderson

Institutions, including a society’s structure from kinship to kingship, exist for a purpose. That purpose, as Douglass North points out, is often to lower transaction costs. In other words, they make it easier for people to get together to act. (At least, that is what they are supposed to do; sometimes they make it harder.) Usually they are created to make it easier to do something that people were doing already, but often they are created to satisfy a whole new want. By “institutions,” writers like North understand the rules of society, written or unwritten. The actual organizations are specific instances of institutions informing people and situations; the general principles and laws behind the organizations are the institutions. Other writers, of course, use the word “institutions” to include actual organizations, such as prisons and colleges. The discussion that follows is general enough to avoid conflicts over definitions. It is not intended to provide an adequate account of institutions or of environmental economics. It is intended solely to extend my comments on human information processing, and thereby raise some questions about our current economic interpretations. These questions follow from this book’s central premise that humans are emotional, and that emotion often displaces rational calculation. This is, of course, the point classically made by Max Weber; it keeps being rediscovered by institutional economists like Douglas North. The success of a given society at building institutions thus is related to its success at ecological management. This is obvious when the institutions in question are related to conservation. It is not so obvious, but actually more important, when the institutions are more general in scope and purpose, serving the society at large. The most extreme and spectacular case is that of highly centralized, authoritarian polities. It is safe to say that such polities are always a catastrophe for the environment. The farther control gets from the local people who actually benefit or lose by resource management, and the more control is vested in people remote from the scene, the worse the management. These people are decoupled from the results of their actions.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document