Effect of incorporation of Brassica napus L. residues in soils on mycorrhizal fungus colonisation of roots and phosphorus uptake by maize (Zea mays L.)

2007 ◽  
Vol 26 (2) ◽  
pp. 113-120 ◽  
Author(s):  
Sylvain Pellerin ◽  
Alain Mollier ◽  
Christian Morel ◽  
Christian Plenchette
Author(s):  
Ovidijus MIKŠA ◽  
Ligita BALEŽENTIENĖ

The aim of this research was to calculate and compare the C budget changes for maize (Zea mays L.) and rapeseed (Brassica napus L.), identifying soil seasonal respiratory CO2 (Ra+h) and assimilated photosynthetic CO2 at plant different growth stages. The research was carried out for maize (Zea mays L.) and rapeseed (Brassica napus L.), during the vegetation period (2014 June – September) at the PI ASU Training Farm, Kaunas district. The mean soil CO2 emissions were 1.971±0.12 μmol m-2s-1 for maize, and 2.199±0.25 μmol m-2s-1 for rapeseed. The highest measured soil CO2 emissions 2.432±0.23 μmol m-2s-1 for rapeseed in June, and 2. 963±0.28 μmol m-2s-1 for the maize in the second half of July. The mean C budget in maize agro-ecosystems was 15.54 t ha-1, while it was 10.30 t ha-1 in rapeseed.


2019 ◽  
Vol 81 (2) ◽  
pp. 65-76
Author(s):  
Andrija Špoljar ◽  
Ivka Kvaternjak ◽  
Drago Žibrin ◽  
Mužić Mirjana

Tijekom 2018. godine na pokušalištu Visokog gospodarskog učilišta u Križevcima istraživan je utjecaj uzgoja kukuruza (Zea mays L.), soje (Glycine max. L.) i uljane repice (Brassica napus L.) na reakciju (pH u vodi i 1 MKCl-u) i električnu provodljivost (EC) tla. Istraživanja su provedena na hipogleju mineralnom nekarbonatnom ilovaste teksture. U tri su navrata tijekom vegetacije iz golog tla (crni ugar) i neposredno uz korijenov sustav biljaka uzeti prosječni uzorci od 0 do 30 cm i od 30 do 60 cm dubine. Iz njih je u laboratoriju određena pH vrijednost u vodi i 1 MKCl-u te električna provodljivost tla. Utvrđeno je da istraživane kulture zakiseljavaju tlo, a pri tome najveći učinak ima uljana repica. Kod nje su na obje dubine tla zabilježene uglavnom najmanje vrijednosti pH mjerenog u vodi i 1 MKCl-u te najmanje vrijednosti električne provodljivosti tla. Kod zadnjeg uzorkovanja u odnosu na početno stanje na svim su varijantama do 30 cm dubine tla utvrđene veće vrijednosti reakcije tla i uglavnom manje vrijednosti električne provodljivosti, što može biti rezultat pretežno vlažnog razdoblja u odnosu na suho tijekom vegetacije.


2010 ◽  
Vol 33 (Especial_4) ◽  
pp. 83
Author(s):  
David G. Reta-Sánchez ◽  
Uriel Figueroa-Viramontes ◽  
Rodolfo Faz-Contreras ◽  
Gregorio Núñez-Hernández ◽  
Arturo Gaytán-Mascorro ◽  
...  

La incorporación de especies alternativas en los sistemas de producción forrajeros puede mejorar la productividad del agua (PA). El objetivo del estudio fue comparar el rendimiento de forraje y la PA de tres sistemas de especies alternativas respecto a dos sistemas tradicionales en la Comarca Lagunera, México. En cada especie se determinó la calidad de forraje y se estimaron los rendimientos y la PA en la producción de materia seca (MS), proteína cruda (PC) y energía neta para lactancia (ENL). Los rendimientos de MS y la ENL de la chicoria (Cichorium intybus L.) fueron similares a los de alfalfa (Medicago sativa L.), pero con menor concentración y rendimiento de PC. El mejor sistema alternativo con especies de ciclo anual, incluyó canola (Brassica napus L.), maíz (Zea mays L.) y soya (Glycine max L. Merr.). Este sistema, con un volumen de agua aplicado similar al de alfalfa, produjo rendimientos de PC iguales (P > 0.05) a los de alfalfa, pero con mayores rendimientos de MS (62 %) y ENL (77 %); por tanto, los valores de la PA en producción de MS y ENL se incrementaron en 60 y 75 %, respectivamente.


2018 ◽  
pp. 13-18
Author(s):  
Carlos A. Vilatte ◽  
Benigno Ruiz Nogueira

El objetivo de este trabajo fue conocer el régimen y riesgo agroclimático de heladas, por su época de ocurrencia y tipo genético, analizar su peligrosidad sobre los cultivos, y observar la tendencia en el período libre de heladas en los últimos 10 años (1996-2005), respecto del período 1975-1995, en Lugo. Se dispuso de un registro histórico de temperaturas mínimas, medidas en el abrigo meteorológico, de treinta y un años para la localidad de Lugo, Provincia de Lugo (lat.: 43° 03’ N; long.: 7° 30’ O y alt.: 480 m). Los resultados mostraron una mayor frecuencia de heladas primaverales (marzo, abril y mayo) que otoñales (octubre y noviembre). El escaso período libre de heladas, en la zona, puede resultar un impedimento para la difusión de cultivos frutícolas de hueso,  debiendo seleccionar aquellas variedades con mayor requerimiento en horas de frío.En la región, la producción hortícola prospera favorablemente, siendo los cultivos más utilizados, Col – Brassica oleracea L - y nabos (nabizas y grelos) – Brassica napus L -, en detrimento de cultivos anuales extensivos, tanto inverno primaverales, como trigo – Triticum aestivum L. o T. vulgare L. -, cebada – Hordeum vulgare L.-, o estivales como maíz – Zea mays L. -, girasol – Helianthus annus L., o soja - Glycine max L.


2017 ◽  
Author(s):  
Αννούλα Πασχαλίδου

Η ανθρωπότητα σήμερα αντιμετωπίζει τη σημαντικότερη πρόκληση που είναι η λύση του ενεργειακού προβλήματος, σε συνδυασμό με την αύξηση του πληθυσμού της. Η στροφή προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας είναι επιβεβλημένη ανάγκη για την κάλυψη των ολοένα αυξανόμενων ενεργειακών αναγκών των ανθρώπων. Με την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών όπως η βιοτεχνολογία και η γενετική μηχανική, την αυξημένη ευαισθητοποίηση για το περιβάλλον και την απαίτηση για αειφόρο ανάπτυξη, η οποία εμφανίζεται έκδηλη σε όλο και μεγαλύτερα κοινωνικά στρώματα του πλανήτη, δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες για την ευρείας κλίμακας αξιοποίηση της βιομάζας, προερχόμενης από την καλλιέργεια ενεργειακών φυτών, για την παραγωγή τόσο ενεργειακών όσο και νέων βιομηχανικών προϊόντων, ή άλλων υλικών. Στη διδακτορική διατριβή και στο πρώτο θεωρητικό τμήμα της, γίνεται διερεύνηση της έννοιας της αειφορικής γεωργίας και των αλληλεπιδράσεων της με το περιβάλλον, ιστορική ανασκόπηση της σχετικής νομοθεσίας (Κ.Α.Π.) που παρέχει σημαντικά στοιχεία για τη διαμόρφωση στρατηγικών αποφάσεων, για την επίλυση και αντιμετώπιση της παγκόσμιας διατροφικής ανάγκης, του ενεργειακού προβλήματος και της χρήσης της βιοενέργειας σύμφωνα με τις αρχές της βιωσιμότητας. Επίσης γίνεται διερεύνηση α) των περιβαλλοντικών προεκτάσεων των ενεργειακών καλλιεργειών, σε σχέση με βασικά στοιχεία του περιβάλλοντος και της παραγωγής βιοκαυσίμων, β) των οικονομικών προεκτάσεων των ενεργειακών καλλιεργειών, σε σχέση με το βιοτικό επίπεδο και της απόδοσης - κόστους παραγωγής τους, γ) των κοινωνικών προεκτάσεων των ενεργειακών καλλιεργειών, σε σχέση με την επάρκεια τροφίμων και ενέργειας, την αισθητική του τοπίου, την αποδοχή τους από τον αγροτικό κόσμο. Στο δεύτερο τμήμα που αποτελεί το ερευνητικό μέρος της διδακτορικής διατριβής, κατά πρώτον γίνεται διερεύνηση των πιο κοινωνικοοικονομικά και περιβαλλοντικά κατάλληλων καλλιεργειών, για την παραγωγή βιοκαυσίμων στην Ελλάδα και την περιοχή της Μεσογείου, συγκρίνοντας μερικές ετήσιες και πολυετείς ενεργειακές καλλιέργειες, μέσω του εργαλείου στρατηγικού σχεδιασμού S.W.O.T. Analysis. Η έρευνα αυτή επικεντρώθηκε α) σε τέσσερις πολυετείς ενεργειακές καλλιέργειες: μίσχανθο (Miscanthus giganteus), αγριαγκινάρα (Cynara cardunculus L.), switchgrass (Panicum virgatum L.) και γιγάντιο καλάμι (Arundo donax L.) β) σε έξι ετήσιες ενεργειακές καλλιέργειες: ελαιοκράμβη (Brassica napus L.), αραβόσιτο (Zea mays L.), γλυκό και ινώδες σόργο [Sorghum bicolor (L.) Moench], ηλίανθο (Helianthus annuus L.), κενάφ (Hibiscus cannabinus L.) και ζαχαρότευτλο (Beta vulgaris L.). Κατά δεύτερον, στο ερευνητικό μέρος εξετάστηκαν, μέσω της S.W.O.T. ανάλυσης, οι δύο επιλογές ενός σοβαρού διλήμματος: «ενεργειακές καλλιέργειες για παραγωγή βιοκαυσίμων ή για τρόφιμα;» και προτείνεται μια σειρά στρατηγικών και εναλλακτικών επιλογών για βιώσιμο ενεργειακό εφοδιασμό και επαρκή διατροφή για τον αυξανόμενο πληθυσμό της γης. Κατά τρίτον στο ερευνητικό μέρος διενεργείται ποσοτική έρευνα δια μέσου ερωτηματολογίου, για τη διερεύνηση απόψεων/γνώσεων αγροτών-καλλιεργητών σχετικά με τις περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις των ενεργειακών καλλιεργειών. Με βάση τα αποτελέσματα της ποσοτικής έρευνας οι ενεργειακές καλλιέργειες, σε σχέση με το οικονομικό τους αποτύπωμα, συμβάλλουν κατά σημαντικό ποσοστό, με την παραγωγή βιοκαυσίμων, στη μείωση της εξάρτησης από το πετρέλαιο, στην ενδυνάμωση της γεωργίας στην Ελλάδα, στη βελτίωση του αγροτικού εισοδήματος, αλλά υπάρχει αμφισβητούμενος κίνδυνος αύξησης των τιμών των τροφίμων λόγω της χρήσης των φυτών για ενέργεια και όχι για παραγωγή τροφής. Σε σχέση με το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος γενικότερα, στην καλύτερη αξιοποίηση του νερού, στην προστασία από την εδαφική διάβρωση και έχουν θετική επίδραση στη βιοποικιλότητα μιας περιοχής. Επίσης σε σχέση με το κοινωνικό αποτύπωμα συμβάλλουν στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, με προτεραιότητα όμως την παραγωγή τροφής και όχι ενέργειας. Σε συνέχεια της διδακτορικής διατριβής ενδιαφέρουσα μελλοντική έρευνα θα μπορούσε να είναι η διερεύνηση των τροποποιήσεων του νομοθετικού πλαισίου σχετικά με τις ενεργειακές καλλιέργειες και τα βιοκαύσιμα σε ελληνικό, ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο επίπεδο και των επιπτώσεων στην ανάπτυξη, μελλοντική εξέλιξη και αποδοχή τους από το κοινωνικό σύνολο. Επιπλέον, ενδιαφέρον παρουσιάζει η διερεύνηση με τη χρήση της ανάλυσης S.W.O.T. περισσότερων ειδών ενεργειακών φυτών και η διενέργεια μιας ποσοτικής ή και ποιοτικής έρευνας, για κάθε μία ξεχωριστά από τις περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις των ενεργειακών καλλιεργειών ή σε επιπρόσθετες περιοχές εκτός της Περιφερειακής Ενότητας Δράμας, με σκοπό την παροχή περισσότερων στοιχείων. Συμπερασματικά εκτός από τη διερεύνηση τρόπων αύξησης του ενεργειακού εφοδιασμού, είναι επιτακτική η ανάγκη για ενσωμάτωση στην ανθρώπινη συμπεριφορά η εξοικονόμηση και η διατήρηση της ενέργειας, καθώς και η ενσωμάτωση κριτηρίων αειφορίας στη χάραξη της ενεργειακής πολιτικής. Προκειμένου να επιτευχθούν τα παραπάνω, η έρευνα και η τεχνολογική ανάπτυξη θα απαιτήσουν τη συμμετοχή επιστημόνων σε ευρείς τομείς, στο πλαίσιο του κοινού στόχου για τη μη εξάντληση των φυσικών πόρων και τη διασφάλιση της ευημερίας του πλανήτη για τις μελλοντικές γενιές.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document