Η παρούσα διδακτορική έρευνα εντάσσεται στον κλάδο της Διδακτικής της Ιστορίας και μελετά τη Δημόσια Ιστορία του Ολοκαυτώματος των Θεσσαλονικέων Εβραίων με κεντρικό άξονα μελέτης τη σχολική Ιστορία. Οι εκδηλώσεις μνήμης τις Ημέρες Μνήμης, η ανέγερση μνημείων, η πραγματοποίηση μόνιμων και περιοδικών εκθέσεων στα μουσεία της πόλης και σε πολιτιστικούς χώρους, η ονοματοθεσία και μετονομασία οδών της Θεσσαλονίκης, η τοποθέτηση νέων «Δεικτών Μνήμης» για τη σήμανση ιστορικών τόπων, η διεξαγωγή διεθνών και πανελλαδικών επιστημονικών συνεδρίων, ημερίδων και εκπαιδευτικών σεμιναρίων για το εν λόγω ιστορικό «συγκρουσιακό» τραυματικό θέμα, όπως και η αύξηση της εκδοτικής παραγωγής εξετάζονται στην παρούσα έρευνα, καθώς οι εξελίξεις στο επιστημονικό πεδίο της Ιστορίας αφορούν την παραγωγή και τη διάχυση της ιστορικής γνώσης, τη συγκρότηση ετερογενών μορφών ιστορικής κουλτούρας και τη διαμόρφωση συλλογικών ταυτοτήτων σε αναφορά με το παρελθόν και τη βιωμένη εμπειρία των κοινωνικών υποκειμένων. Το σύγχρονο πλαίσιο της Διδακτικής της Ιστορίας επιβάλλει την αφύπνιση όλων ως προς τη διαδικασία κριτικού ελέγχου της γενικότερης δημόσιας χρήσης της Ιστορίας, όπως και κάθε μορφή πληροφόρησης. Σήμερα, ένα από τα νεότερα και ενδιαφέροντα αντικείμενα της σύγχρονης επιστημονικής έρευνας αποτελεί η εξέταση των σχέσεων μεταξύ ακαδημαϊκής και Δημόσιας Ιστορίας. H διδασκαλία της Τοπικής Ιστορίας, αποτελώντας μία εναλλακτική μορφή ιστορικής εκπαίδευσης, ενθαρρύνει τη βιωματική κατανόηση και την έρευνα του τραυματικού ιστορικού παρελθόντος. Για το γεγονός αυτό επιλέχθηκε η μελέτη της διδακτικής προσέγγισης της τοπικής εβραϊκής ιστορίας και του Ολοκαυτώματος μέσω της έρευνας σε σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Στο πλαίσιο της εργασίας πραγματοποιήθηκε μία έρευνα πεδίου, προκειμένου να διερευνηθούν οι γνώσεις, οι απόψεις και οι διαθέσεις των εκπαιδευτικών, όπως και των μαθητών απέναντι στη διδασκαλία του Ολοκαυτώματος στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Εκπαιδευτικοί και μαθητές σε Γυμνάσια και Λύκεια των Nομών Θεσσαλονίκης, Χαλκιδικής, Πιερίας και Σερρών συμπλήρωσαν δύο διαφορετικά ερωτηματολόγια. Οι μαθητές που δήλωσαν ότι έχουν διδαχθεί στο σχολείο το Ολοκαύτωμα συμπλήρωσαν ένα ειδικά σχεδιασμένο φύλλο εργασίας, ώστε να μελετηθούν οι ιστορικές τους γνώσεις, η ιστορική κατανόηση των γεγονότων και να ελεγχθεί η ανάπτυξη της κριτικής τους σκέψης. Διαπιστώθηκε ότι οι εκπαιδευτικοί –αν και στη συντριπτική πλειονότητά τους θεωρούν ότι η διδασκαλία του Ολοκαυτώματος είναι σκόπιμη, χρήσιμη και ότι είναι απαραίτητο να περιλαμβάνεται στο Πρόγραμμα Σπουδών– στην πραγματικότητα οι ίδιοι διστάζουν να το προσεγγίσουν στις τάξεις τους και ελάχιστοι το έχουν διδάξει. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει και από τις αντίστοιχες απαντήσεις στα ερωτηματολόγια των μαθητών. Διαφαίνεται, επομένως, ότι ενώ η έκρηξη του ενδιαφέροντος για την επίμαχη μνήμη του Ολοκαυτώματος από τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, από τη Δημόσια Ιστορία και από την κοινωνία των πολιτών επαναφέρει το αίτημα της πολλαπλής επεξεργασίας του ιστορικού τραύματος, η υπάρχουσα εκπαιδευτική πολιτική στην Ελλάδα αδυνατεί να το εντάξει στη σχολική εκπαίδευση με την εφαρμογή καινοτόμων εκπαιδευτικών παρεμβάσεων. Η ιστορική λήθη και η άγνοια για τη γενοκτονία των Ελλήνων Εβραίων συνεχίζει να υφίσταται παρά τις διεθνείς εξελίξεις για την Εκπαίδευση του Ολοκαυτώματος (Holocaust Education) από παγκόσμιους εκπαιδευτικούς οργανισμούς.