Lipids generated in visceral adipose tissue during acute pancreatitis modulate macrophage polarization by interfering PPAR-γ activity

Pancreatology ◽  
2015 ◽  
Vol 15 (3) ◽  
pp. S7
Author(s):  
Laia Bonjoch Gassol ◽  
Sabrina Gea-Sorlí ◽  
Daniel Closa
2020 ◽  
Vol 158 (6) ◽  
pp. S-331-S-332
Author(s):  
Saurabh Dawra ◽  
Singh K. Anupam ◽  
Rakesh Kochhar ◽  
Jayanta Samanta ◽  
Saroj Sinha ◽  
...  

Nutrients ◽  
2019 ◽  
Vol 11 (3) ◽  
pp. 512 ◽  
Author(s):  
Fabiana M. C. Carvalho ◽  
Vanessa C. O. Lima ◽  
Izael S. Costa ◽  
Anna B. S. Luz ◽  
Fernando V. L. Ladd ◽  
...  

: The increasing prevalence of obesity and, consequently, chronic inflammation and its complications has increased the search for new treatment methods. The effect of the purified tamarind seed trypsin inhibitor (TTIp) on metabolic alterations in Wistar rats with obesity and dyslipidemia was evaluated. Three groups of animals with obesity and dyslipidemia were formed, consuming a high glycemic index and glycemic load (HGLI) diet, for 10 days: Obese/HGLI diet; Obese/standard diet; Obese/HGLI diet + TTIp (730 μg/kg); and one eutrophic group of animals was fed a standard diet. Rats were evaluated daily for food intake and weight gain. On the 11th day, animals were anesthetized and sacrificed for blood and visceral adipose tissue collection. TTIp treated animals presented significantly lower food intake than the untreated group (p = 0.0065), TG (76.20 ± 18.73 mg/dL) and VLDL-C (15.24 ± 3.75 mg/dL). Plasma concentrations and TNF-α mRNA expression in visceral adipose tissue also decreased in obese animals treated with TTIp (p < 0.05 and p = 0.025, respectively) with a negative immunostaining. We conclude that TTIp presented anti-TNF-α activity and an improved lipid profile of Wistar rats with dyslipidemia and obesity induced by a high glycemic index and load diet regardless of PPAR-γ induction.


Author(s):  
Ifeanyi O. Oshim ◽  
Nneka R. Agbakoba ◽  
Evelyn U. Urama ◽  
Oluwayemisi Odeyemi ◽  
Nkechi A. Olise ◽  
...  

Microbiome that reside in the human gut are key contributors to host metabolism and are considered potential sources of novel therapeutics in metabolic disorders. This review discusses the role of gut microbiome in the pathogenesis of obesity, type 2 diabetes mellitus (T2DM), chronic kidney disease and cardiovascular disease. Gut microbiome remains quite stable, although changes take place between birth and adulthood due to external influences, such as diet, disease and environment. Understanding these changes is important to predict diseases and develop therapies. In gut heamostasis, Gut microbiome converts high fibres intake into short-chain fatty acids like butyrate, propionate and acetate which normalize intestinal permeability and alter de novo lipogenesis and gluconeogenesis through reduction of free fatty acid production by visceral adipose tissue. This effect contributes to reduce food intake and to improve glucose metabolism. Propionate can also bind to G protein coupled receptors (GPR)-43 expressed on lymphocytes in order to maintain appropriate immune defence. Butyrate activates peroxisome proliferator-activated receptor-γ (PPAR-γ) leading to beta-oxidation and oxygen consumption, a phenomenon contributing to maintain anaerobic condition in the gut lumen. In contrast, diets most especially western diet consisting among others of high fat and high salt content has been reported to cause gut dysbiosis. This alteration of gut microbiome result to chronic bacterial translocation and increased intestinal permeability that can drive a systemic inflammation leading to macrophage influx into visceral adipose tissue, activation of hepatic kuffer cells and insulin resistance in type 2 diabetes. This effect contributes to lower mucus thickness, decrease butyrate and propionate producing bacteria, L-cells secrete less gut peptides, lack of PPAR-γ activation lead to higher oxygen available for the microbiome at the proximity of the mucosa and increases the proliferation of Enterobacteriaceae with commensurate increase in opportunistic pathogens. However, Gut microbiome are major biomarker for early prognosis of diabetes and other metabolic disorders.


Pancreatology ◽  
2014 ◽  
Vol 14 (3) ◽  
pp. S62-S63
Author(s):  
Serge Chooklin ◽  
Mariay Shavarova

2019 ◽  
Author(s):  
Κωνσταντίνος Μπαλαμπάνης

Εισαγωγή: Η παχυσαρκία είναι πλέον μια επιδημία που συνδέεται με τα μεταβολικά και καρδιαγγειακά νοσήματα και χαρακτηρίζεται από χρόνια φλεγμονή. Το μεταβολικό σύνδρομο (MetS), το οποίο αποτελείται από τη συνδεδεμένη τριάδα παχυσαρκίας, σακχαρώδη διαβήτη και καρδιαγγειακής νόσου, εκτιμάται σήμερα ότι επηρεάζει το ένα τέταρτο του ενήλικου πληθυσμού στον κόσμο και επιβάλλει σημαντική επιβάρυνση για τη δημόσια υγεία. Το κύριο κλινικό συστατικό του MetS είναι η σπλαχνική παχυσαρκία και η παρουσία “έκτοπου” λίπους στα όργανα που δεν έχουν σχεδιαστεί για την αποθήκευση λίπους, ενώ η κύρια μεταβολική ανωμαλία είναι η αντίσταση στην ινσουλίνη. Πολυάριθμοι βιοδείκτες εμπλέκονται στην παθοφυσιολογία της νόσου, συμπεριλαμβανομένων των παραγόντων μεταγραφής και των συν-ρυθμιστών τους. Μεταξύ των πολυάριθμων μορίων που έχουν αναγνωριστεί ως σημαντικοί ρυθμιστές της ομοιοστασίας της γλυκόζης είναι ο PGC-1α , ο οποίος είναι συν-ενεργοποιητής του μεταγραφικού παράγοντα PPAR-γ. Αν και ο NFkB αρχικά χαρακτηρίστηκε σε κύτταρα του αιμοποιητικού συστήματος, η μετέπειτα ερευνά αποκάλυψε έναν βασικό ρόλο της σηματοδότησης του NFkB στο ήπαρ, τον λιπώδη ιστό και το κεντρικό νευρικό σύστημα στην ανάπτυξη φλεγμονής σχετιζόμενης με μεταβολικά νοσήματα. Η παχυσαρκία χαρακτηρίζεται από χρόνια, συστημική φλεγμονή και υπάρχουν ενδείξεις ότι η μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος (NAFLD) και η αντίσταση στην ινσουλίνη σχετίζονται έντονα με την υποκείμενη φλεγμονώδη διαδικασία. Αν και ο λιπώδης ιστός υπήρξε ο στόχος ενδιαφέροντος μεταξύ των ερευνητών για τις τελευταίες δύο δεκαετίες, λίγα είναι γνωστά για την ακριβή μηχανική στον ανθρώπινο μεταβολισμό και την παχυσαρκία. Για παράδειγμα, διαπιστώθηκε πρόσφατα ότι ο σκελετικός μυς, όχι μόνο διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην ομοιόσταση της γλυκόζης, αλλά αντιπροσωπεύει επίσης ένα ενεργό μεταβολικό όργανο του οποίου οι δραστηριότητες πρέπει να προσδιοριστούν. Η μελέτη μας είναι μια “in-situ” μορφολογική εκτίμηση της λειτουργικής διαντίδρασης (“cross-talk”) των μεταγραφικών παραγόντων NFkB, PPARγ και των συν-ρυθμιστών της μεταγραφής AIB και PGC-1a στη νοσογόνο παχυσαρκία. Επιπλέον, θα διερευνήσουμε τη συσχέτιση ανάμεσα στη φλεγμονή του σκελετικού μυός και του λιπώδους ιστού με την ανάπτυξη μη αλκοολικής λιπώδους νόσου του ήπατος (NAFLD) και σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ, καθώς και τη σχέση με διάφορες κλινικοπαθολογικές παραμέτρους.Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να προσδιοριστεί η σχέση μεταξύ ασθενών με παθολογική παχυσαρκία, η υποκείμενη μη αλκοολική λιπώδης ηπατική νόσος, ο διαβήτης, καθώς και η διερεύνηση πιθανών συσχετισμών με κλινικοπαθολογικές παραμέτρους. Η μελέτη μας επικεντρώθηκε στο ρόλο των PPARγ, NFκΒ και PGC1a στο μεταβολισμό του ανθρώπου, με βάση την έκφρασή τους, όπως αυτή αξιολογήθηκε με την ανοσοϊστοχημεία, σε πέντε διαφορετικά δείγματα ιστών, (σπλαγχνικό λιπώδη ιστό (visceral adipose tissue, VAT), υποδόριο λιπώδη ιστό (subcutaneous adipose tissue, SAT), σκελετικό μυ (skeletal muscle, SM), εξωμυοκυττάριο λιπώδη ιστό (extramyocellular adipose tissue, EMAT) κι ήπαρ. που συλλέχθηκαν από 50 ασθενείς με νοσογόνο παχυσαρκία προτού προχωρήσουν σε προγραμματισμένη βαριατρική επέμβαση. Επιλέξαμε τους παραπάνω ιστούς με βάση το γεγονός ότι οι σκελετικοί μύες και το ήπαρ διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην ομοιόσταση της γλυκόζης, ενώ το ενδομυϊκό και το σπλαχνικό λίπος φαίνεται να σχετίζονται με την αντίσταση στην ινσουλίνη και το NAFLD.Αποτελέσματα: Τα ευρήματά μας έδειξαν ένα σύνθετο δίκτυο συν-έκφρασης μεταξύ των ιστών που συνδέει την επαγόμενη από την παχυσαρκία φλεγμονή μέσω της εναπόθεσης λιπώδους ιστού στους σκελετικούς μύες και με μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος. Ένα νέο εύρημα ήταν η περίπλοκη αλληλεπίδραση (cross-talk) μεταξύ του σκελετικού μυός (SM) και του εξωμυοκυτταρικού λιπώδους ιστού (EMAT) με το ήπαρ και της αιτιώδους σχέσης μεταξύ της φλεγμονής στον SM, στον EMAT και της εξέλιξης της ίνωσης του ήπατος. Τα ευρήματά μας, μας έδειξαν πολύπλοκα πρότυπα έκφρασης των μορίων NFκB, PPARγ και PGC1α μεταξύ των ιστών. Επιπλέον, διαπιστώσαμε σημαντικές αρνητικές συσχετίσεις μεταξύ της έκφρασης του PGC1a στον σπλαχνικό λιπώδη ιστό και της έκφρασης του CD68 στους σκελετικούς μύες και το εξωμυοκυτταρικό λιπώδη ιστό (EMAT), υποδεικνύοντας ένα προστατευτικό ρόλο του PGC1a κατά της φλεγμονής που προκαλείται από την παχυσαρκία. Τέλος, προκύπτουν αρκετά στοιχεία για να αναδείξουμε έναν ευεργετικό ρόλο του PGC1a κατά της νόσου που προκαλείται από την παχυσαρκία, όπως ο διαβήτης τύπου II (T2DM) και η μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος (NAFLD). Παρουσιάσαμε ένα εκτεταμένο δίκτυο ενδοεπικοινωνίας και αλληλεπίδρασης, το οποίο επιβεβαιώνει τον αναπόσπαστο ρόλο κάθε μίας από τις ερευνηθείσες πρωτεΐνες στον ανθρώπινο μεταβολισμό. Στη μελέτη μας, διαπιστώσαμε ότι ο NFκB είναι ο βασικός βιοδείκτης σε ένα πολύπλοκο δίκτυο ενδοεπικοινωνίας και αλληλεπίδρασης, ο οποίος διασυνδέει τις σηματοδοτικές οδούς της μεταβολικής και ανοσολογικής σηματοδότησης. Επίσης, επιδείξαμε το ρόλο του στον μεταβολισμό των λιπιδίων και ενδεχομένως στην ανάπτυξη της ανθεκτικότητας στην ινσουλίνη, των σκελετικών μυών και της μη αλκοολικής στεατοηπατίτιδας (NASH).Τέλος, αναδείχθη η έκφραση των φλεγμονωδών βιοδεικτών (CD3, CD68) σε όλα τα λιπώδη διαμερίσματα να εμφανίζει θετική συσχέτιση με τα επίπεδα ηπατικών τρανσαμινασών και την παρουσία NASH στη βιοψία ήπατος, ενώ η έκφραση του CD3 στο σκελετικό μυ και το εξωμυοκυττάριο λίπος (ΕΜΑΤ) σχετίζεται με ίνωση του ήπατος. Συμπεράσματα: Παρόλο που οι μηχανισμοί της φλεγμονής που προκαλείται από την παχυσαρκία και η σύνδεσή της με τη μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος (NAFLD) και την ίνωση του ήπατος, δεν είναι πλήρως κατανοητοί, τα ευρήματά μας υποδεικνύουν ένα εκτεταμένο και σύνθετο δίκτυο που πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω. Πιστεύουμε ότι η μελέτη μας θα συμβάλει στην κατανόηση των κοινών υποκείμενων μηχανισμών μεταξύ των αλληλοσυνδεδεμένων παθολογιών, προκειμένου να προσδιοριστούν οι δυνητικοί θεραπευτικοί και προγνωστικοί στόχοι, μιας και η παχυσαρκία δε θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια ξεχωριστή νοσολογική οντότητα, αλλά ως αναπόσπαστο τμήμα ενός αλληλοσυνδεόμενου δικτύου ασθενειών. Πιστεύουμε ότι η μελέτη μας θα δώσει περισσότερη πληροφορία για το ρόλο των υπό εξέταση μορίων στους υποκείμενους μηχανισμούς της παχυσαρκίας και των συνοσηρότητας του. Ελπίζουμε ότι τα ευρήματά μας θα ρίξουν φως στους σύνθετους βασικούς μηχανισμούς και ότι οι βιοδείκτες που μελετήθηκαν θα μπορούσαν να αποτελέσουν μελλοντικούς στόχους για την πρόληψη και τη θεραπεία της παχυσαρκίας και των συνοδών νοσηροτήτων τους. Ελπίζουμε ότι η παρούσα μελέτη μας θα συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση των σύνθετων αλληλεπιδράσεων των διαφορετικών ιστών που διαταράσσονται στην παχυσαρκία.Αναμφισβήτητα, περαιτέρω έρευνα απαιτείται για την πλήρη κατανόηση των μοριακών μηχανισμών και των δικτύων συνέκφρασης που ενέχονται στην παχυσαρκία και τα συνοδά της νοσήματα με τελικό σκοπό την ανάδειξη νέων βιοδεικτών, διαγνωστικών τεχνικών κι ελπιδοφόρων θεραπευτικών στόχων στο εγγύς μέλλον.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document