scholarly journals Συσχέτιση της μη αλκοολικής στεατοηπατίτιδας με την αρτηριακή σκληρία σε ασθενείς με μεταβολικό σύνδρομο πριν και μετά υπολιπιδαιμική αγωγή

2016 ◽  
Author(s):  
Κωνσταντίνος Καργιώτης

Προς το παρόν δεν υπάρχει καμία αποτελεσματική θεραπεία για τη μη αλκοολική λιπώδη νόσο του ήπατος (Non Alcoholic Fatty Liver disease, NAFLD) ή την προχωρημένη μορφή της τη μη αλκοολική στεατοηπατίτιδα (Non Alcoholic Steatohepatitis, NASH), η οποία μπορεί να εξελίχθη σε κίρρωση του ήπατος και τελικά σε ηπάτωμα. Σκοπός της μελέτης ήταν να διερευνηθεί η επίδραση της ροσουβαστατίνης σε ασθενείς με μεταβολικό σύνδρομο (Metabolic Syndrome, MetS) και NASH. Καθώς και η πιθανή συσχέτιση των μεταβολών της NASH με τις μεταβολές της αρτηριακής σκληρίας μετά τη χορήγηση υπολιπιδαιμικής αγωγής. Η προοπτική αυτή μελέτη περιελάμβανε 20 ασθενείς με MetS, δυσλιπιδαιμία και αποδεδειγμένη με βιοψία NASH. Οι ασθενείς έλαβαν συμβουλές τρόπου ζωής και έλαβαν θεραπεία για 12 μήνες με ροσουβαστατίνη (10 mg/ημέρα) ως μονοθεραπεία. Επανάληψη βιοψίας και επανάληψη του υπερηχογραφήματος του ήπατος διεξήχθησαν στο τέλος της μελέτης σε όλους τους ασθενείς. Τα ηπατικά ένζυμα, η γλυκόζη πλάσματος νηστείας, τα επίπεδα του ουρικού οξέος, και το προφίλ των λιπιδίων αξιολογούνταν κάθε 3 μήνες. Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν ο βαθμός υποστροφής της μη αλκοολικής στεατοηπατίτιδας σε συνδυασμό με την ελάττωση των τιμών της ταχύτητας του σφυγμικού κύματος (Pulse Wave Velocity, PWV). Η επαναληπτική βιοψία ήπατος και το επαναληπτικό υπερηχογράφημα έδειξε πλήρη υποστροφής της NASH σε 19 ασθενείς καθώς και σημαντική βελτίωση των τιμών της PWV σε διαδοχικές ανά εξάμηνο μετρήσεις. Ο 20ος ασθενής, ο οποίος δεν είχε καμία βελτίωση, αλλά ούτε επιδείνωση, εμφάνισε αρτηριακή υπέρταση και αύξηση των επιπέδων των τριγλυκεριδίων κατά τη διάρκεια της μελέτης, κατά πάσα πιθανότητα λόγω των αλλαγών στον τρόπο ζωής, συμπεριλαμβανομένης και της κατάχρησης αλκοόλ. Οι δραστηριότητες των ηπατικών ενζύμων του ορού αλανινική αμινοτρανσφεράση, ασπαρτική αμινοτρανσφεράση, γάμμα-γλουταμυλοτρανσπεπτιδάση και αλκαλική φωσφατάση ομαλοποιήθηκαν από τον 6ο μήνα της θεραπείας. Η γλυκόζη νηστείας του πλάσματος και η τιμή της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης μειώθηκαν στατιστικά. Οι τιμές των λιπιδίων ομαλοποιήθηκαν από τον 3ο μήνα της θεραπείας. Κανένας ασθενής δεν είχε MetS από τον 9ο μήνα της θεραπείας. Ο δείκτης μάζας σώματος και η περίμετρος της μέσης παρέμειναν αμετάβλητες κατά τη διάρκεια της μελέτης. Έτσι, οι μεταβολές στην ηπατική παθολογία και λειτουργία θα πρέπει να αποδοθούν αποκλειστικά στη μονοθεραπεία με ροσουβαστατίνη. Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι η μονοθεραπεία με ροσουβαστατίνη θα μπορούσε να βελτιώσει την αποδεδειγμένη με βιοψία στεατοηπατίτιδα με παράλληλη ευνοϊκή επίδραση της αρτηριακής σκληρίας και να προκαλέσει σημαντική βελτίωση των παραμέτρων του MetS εντός 12 μηνών. Αυτές οι επιδράσεις αλλά και η μείωση της γλυκόζης νηστείας του πλάσματος και των επιπέδων ουρικού οξέος στον ορό μπορεί να μειώσουν σημαντικά τον κίνδυνο της σχετιζόμενης με το καρδιαγγειακό σύστημα, αλλά και με το ήπαρ, νοσηρότητας και θνησιμότητας σε ασθενείς με μη αλκοολική στεατοηπατίτιδα. Αυτά τα ευρήματα χρειάζονται επιβεβαίωση από μεγαλύτερες μελέτες.

2020 ◽  
Vol 10 (4) ◽  
pp. 296-304
Author(s):  
M. E. Statsenko ◽  
A. M. Streltsova ◽  
M. I. Turovets

Aim. To determine the value of concomitant non-alcoholic fatty liver disease in patients with arterial hypertension in the progression of rigidity of the main arteries and in increase of risk of cardiovascular complications. Material and methods. A cross-sectional comparative study was conducted. Group 1 (n=50, 35(70%) women, average age 57,4±6,9 years) included patients with arterial hypertension and non-alcoholic fatty liver disease, group 2 (n=50, 40(80%) women, average age 56,5±7,0 years) included patients with arterial hypertension only. The groups were comparable in the main clinical and demographic indicators (p>0,05). A comparative analysis of pulse wave velocity, central aortic pressure, vascular age and a 10-year risk of developing cardiovascular complications in both groups was performed.Results. There is a statistically larger number of patients with metabolic index>7,0 (58,0% vs 28,0%, p=0,0019). It was also established that systolic (121,9±10,9 mm Hg vs 115,9±8,9 mm Hg) and diastolic (82,5±9,3 mm Hg vs 77,4±8,9 mm Hg) aortic pressure, as well as the augmentation index (26,5±8,5% vs 18,6±4,2%), were significantly higher in patients with arterial hypertension and non-alcoholic fatty liver disease than in patients with isolated arterial hypertension. In the 1st group, a statistically significant increased pulse wave velocity was found both in muscular (12,0±3,1 m/s vs 10,6±1,8 m/s) and elastic (10,4±2,8 m/s vs 9,1±1,7 m/s) vessels, which indicates an increase in arterial stiffness. In addition, there was an increase in post-occlusal pulse wave velocity in this category of patients (11,0±3,3 m/s vs 9,4±1,9 m/s, p=0,0037). A significant increase in vascular age in relation to the passport age (60,4 [56,0:68,0] years vs 58,0 [53,0:60,0] years) and an increase in the 10-year fatal risk was detected (2,15 [1,42: 4,63] and 1,05 [0,52: 2,82] %, p = 0,0043 ) were also revealed in patients with arterial hypertension and non-alcoholic fatty liver disease compared to patients with isolated arterial hypertension. Significantly more patients with a high (13 (26,0%) vs 5 (10,0%), p = 0,0332) total cardiovascular risk were observed in group 1 than in group 2.Conclusions. Arterial stiffness was significantly higher in patients with arterial hypertension and non-alcoholic fatty liver disease than in patients with isolated arterial hypertension, which is confirmed by a statistically significant increase in pulse wave velocity and central aortic pressure. Comorbid patients have pronounced endothelial dysfunction, which is confirmed by a significant increase in the post-occlusion rate of the pulse wave. An increase in vascular age in relation to the passport age indicates earlier aging of blood vessels in the 1st group compared with the 2nd group. Patients in the main group have a higher incidence of a high 10-year risk of developing cardiovascular events compared with patients in the control group. 


2012 ◽  
Vol 49 (1) ◽  
pp. 89-96 ◽  
Author(s):  
Mônica Rodrigues de Araújo Souza ◽  
Margareth de Fátima Formiga de Melo Diniz ◽  
José Eymard Moraes de Medeiros-Filho ◽  
Maria Salete Trigueiro de Araújo

CONTEXT: Non-alcoholic fatty liver disease (NAFLD), hepatic manifestation of metabolic syndrome, has been considered the most common liver disease nowadays, which is also the most frequent cause of elevated transaminases and cryptogenic cirrhosis. The greatest input of fatty acids into the liver and consequent increased beta-oxidation contribute to the formation of free radicals, release of inflammatory cytokines and varying degrees of hepatocytic aggression, whose histological expression may vary from steatosis (HS) to non-alcoholic steatohepatitis (NASH). The differentiation of these forms is required by the potential risk of progression to cirrhosis and development of hepatocellular carcinoma. OBJECTIVE: To review the literature about the major risk factors for NAFLD in the context of metabolic syndrome, focusing on underlying mechanisms and prevention. METHOD: PubMed, MEDLINE and SciELO data basis analysis was performed to identify studies describing the link between risk factors for metabolic syndrome and NAFLD. A combination of descriptors was used, non-alcoholic fatty liver disease, non-alcoholic steatohepatitis, metabolic syndrome and risk factors. At the end, 96 clinical and experimental studies, cohorts, meta-analysis and systematic reviews of great impact and scientific relevance to the topic, were selected. RESULTS: The final analysis of all these data, pointed out the central obesity, type 2 diabetes, dyslipidemia and hypertension as the best risk factors related to NAFLD. However, other factors were highlighted, such as gender differences, ethnicity, genetic factors and the role of innate immunity system. How these additional factors may be involved in the installation, progression and disease prognosis is discussed. CONCLUSION: Risk factors for NAFLD in the context of metabolic syndrome expands the prospects to 1) recognize patients with metabolic syndrome at high risk for NAFLD, 2) elucidate pathways common to other co-morbidities, 3) determine risk factors associated with a worse prognosis, 4) develop therapeutic strategies with goal of reducing risk factors, 5) apply acquired knowledge in public health policies focusing on preventive strategies.


2021 ◽  
Vol 3 (2) ◽  
pp. 71-80
Author(s):  
Margarita E. Semendyaeva

The article considers the non-alcoholic fatty liver disease as an important medical and social problem. This problem include such questions as metabolic syndrome, essential lipoproteinemia, insulinoresistance. It is possible to consider non-alcoholic steatohepatitis as predictor of liver fibrosis and chirrosis. The questions of diagnosis and treatment are discussed.


2013 ◽  
Vol 154 (29) ◽  
pp. 1124-1134
Author(s):  
Gabriella Pár ◽  
Gábor Horváth ◽  
Alajos Pár

Non-alcoholic fatty liver disease and non-alcoholic steatohepatitis, the hepatic manifestations of metabolic syndrome with close association with inzulin resistance and obesity, are the most common liver diseases, affecting up to a third of the population worldwide. They confer increased risk for hepatocellular carcinoma as well as cardiovascular diseases. The review aims to summarize advances in epidemiology, pathogenesis and clinical management of non-alcoholic fatty liver disease and non-alcoholic steatohepatitis. Besides liver biopsy and biomarkers, a novel non-invasive diagnostic tool the called “controlled attenuation parameter” measuring the attenuation of ultrasound generated by the transient elastography transducer, can quantitatively assess the hepatic fat content and differentiate between steatosis grades. At the same time, liver stiffness (fibrosis) can also be evaluated. The authors present their own results obtained with the latter procedure. In non-alcoholic fatty liver disease, the lifestyle intervention, weight loss, diet and exercise supported by cognitive behavioural therapy represent the basis of management. Components of metabolic syndrome (obesity, dyslipidaemia, diabetes and arterial hypertension) have to be treated. Although there is no approved pharmacological therapy for NASH, it seems that long lasting administration of vitamin E in association with high dose ursodeoxycholic acid may be beneficial. In addition, omega-3 polyunsaturated fatty acid substitution can also decrease liver fat, however, the optimal dose is not known yet. Further controlled clinical studies are warranted to establish the real value of any suggested treatment modalities for non-alcoholic fatty liver disease and non-alcoholic steatohepatitis, although these are in experimental phase yet. Orv. Hetil., 2013, 154, 1124–1134.


2017 ◽  
Author(s):  
Χρυσούλα Μπουτάρη

Εισαγωγή: Η μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος (Non-alcoholic fatty liver disease, NAFLD) συνδυάζεται με την παχυσαρκία, την ινσουλινοαντίσταση και την υπερλιπιδαιμία. Στην παθογένειά της εμπλέκονται και ορμόνες (αδιπονεκτίνη, λεπτίνη) που εκκρίνονται από τον λιπώδη ιστό. Ωστόσο, δεν υπάρχει γι’ αυτήν αποτελεσματική θεραπεία. Καθώς η ίδια μοιράζεται κοινούς παθογενετικούς μηχανισμούς με την καρδιαγγειακή νόσο, αλλά και βάσει μελετών που υποστηρίζουν την ευεργετική επίδραση των στατινών στα αυξημένα επίπεδα τρανσαμινασών, διερευνήθηκε η επίδραση της χαμηλής (5mg) και υψηλής (40mg) δόσης ροσουβαστατίνης στη λιπώδη διήθηση, την 24ωρη αρτηριακή σκληρία και τις αδιποκίνες ορού σε ασθενείς με NAFLD. Ασθενείς και Μέθοδοι: Μελετήθηκαν ασθενείς με αυξημένα επίπεδα πυροσταφυλικής τρανσαμινάσης (SGPT) (χαμηλότερα όμως από το τριπλάσιο των ανώτερων φυσιολογικών ορίων) και/ή ηπατική στεάτωση στα εξωτερικά ιατρεία της Β’ Προπαιδευτικής Παθολογικής του Ιπποκρατείου Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, ενώ αποκλείστηκαν αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ και άλλες αιτίες ηπατικής νόσου. Η ηπατική στεάτωση ελέγχθηκε με υπερηχογράφημα, και η πιθανότητα ίνωσης εκτιμήθηκε με τους δείκτες NAFLD fibrosis score (NFS) και Fibrosis-4 index (FIB-4). Η 24ωρη αρτηριακή σκληρία εκτιμήθηκε με συσκευή Mobil-O-Graph μέσω της ταχύτητας μετάδοσης σφυγμικού κύματος (Pulse Wave Velocity, PWV) και του δείκτη ενίσχυσης του σφυγμικού κύματος (Augmentation Index, AIx). Η αδιπονεκτίνη και η λεπτίνη μετρήθηκαν στον ορό με την τεχνική της μη ανταγωνιστικής ενζυμοσύνδετης ανοσοαπορρόφησης. Αποτελέσματα: Συμπεριλήφθηκαν 43 ασθενείς. Οι 21 τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν 5mg ροσουβαστατίνη, ενώ 22 άτομα έλαβαν 40mg ροσουβαστατίνης και όλοι επανεκτιμήθηκαν μετά από 6 μήνες. Στην ομάδα της χαμηλής δόσης, τελικά, κανείς δεν είχε σοβαρή στεάτωση (ενώ αρχικά είχε το 4,7%) και φυσιολογικό ήπαρ ή ήπια στεάτωση είχε το 85,7% (ενώ αρχικά ήπια στεάτωση είχε το 52,4%) (p=0,045). Προχωρημένη ίνωση βάσει NFS αρχικά είχε το 9,5% και βάσει FIB-4 το 4,7%, όμως στο τέλος δεν είχε κανείς (p=0,003 και p=0,006, αντίστοιχα). Στην ομάδα της υψηλής δόσης, αρχικά, σοβαρή στεάτωση είχε το 9,1%, ενώ στο τέλος κανείς και ήπια στεάτωση ή φυσιολογικό ήπαρ είχε τελικά το 91% (έναντι 40,9% αρχικά) (p=0,012). Βάσει NFS, ενώ αρχικά η προχωρημένη ίνωση ήταν απίθανη για το 50%, στο τέλος ήταν για το 54,4% (p<0,001) και βάσει FIB-4, η πιθανότητα για προχωρημένη ίνωση από 13,6% μειώθηκε στο 4,6% (p<0,001). Σχετικά με την αρτηριακή σκληρία, η PWV δεν διέφερε σημαντικά στην έναρξη και στη λήξη της μελέτης για την ομάδα της χαμηλής δόσης, ενώ ο AIx παρουσίασε μείωση (από 27,47,2% σε 25,27,3%, p <0,001). Στην ομάδα που έλαβε την υψηλή δόση, τόσο η PWV όσο και ο AIx μειώθηκαν στατιστικώς σημαντικά (από 8,11,8 m/s σε 7,81,9 m/s, p=0,002 και από 27,49,0% σε 22,45,0%, p <0,001). Για την ομάδα της δόσης των 40 mg, η λεπτίνη μειώθηκε σημαντικά (από 18,19,0 ng/ml σε 14,38,9 ng/ml, p<0,001), ενώ η αδιπονεκτίνη παρουσίασε σημαντική αύξηση (από 5,33,7 μg/ml σε 8,64,3 μg/ml, p<0,001). Συμπεράσματα: Τα ευρήματα της παρούσας μελέτης υποδεικνύουν την ευεργετική επίδραση της ροσουβαστατίνης στη λιπώδη διήθηση του ήπατος. Και οι δύο δόσεις βελτιώνουν τη στεάτωση και την ίνωση, αλλά η υψηλότερη σε μεγαλύτερο βαθμό. Μόνο η μεγάλη δόση ελαττώνει την PWV, ενώ ο AIx ελαττώνεται και με τις δύο δόσεις, όμως υπάρχει τάση η ελάττωση να είναι μεγαλύτερη με την υψηλή δόση. Τέλος, η υψηλή δόση ελάττωσε σημαντικά την λεπτίνη και μείωσε την αδιπονεκτίνη.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document