scholarly journals Hippophae Rhamnoides L. (Yabani İğde) Bitkisinin Meyve Ekstraklarının İn Vitro Antioksidan Özelliklerinin Araştırılması

Author(s):  
Bilal HAYTA ◽  
Mine GÜLABOĞLU ◽  
Zerrin KUTLU
2009 ◽  
Vol 10 (2) ◽  
pp. 631-640 ◽  
Author(s):  
Yan Xie ◽  
Guowen Li ◽  
Xiurong Yuan ◽  
Zhenzhen Cai ◽  
Rong Rong

2016 ◽  
Author(s):  
Αλεξάνδρα Μοσχονά

Οι φαινολικές ενώσεις, λόγω των ευεργετικών επιδράσεών τους στην ανθρώπινη υγεία, βρίσκονται στο κέντρο της προσοχής των επιστημόνων και των ερευνητών σε ολόκληρο τον κόσμο. Το κύριο ενδιαφέρον εστιάζεται στη διαδικασία εκχύλισης αυτών των συστατικών από διάφορες πηγές, στις οποίες τα φαινολικά συστατικά είναι οι κυρίαρχοι δευτερογενείς μεταβολίτες. Από τη διαρκή μελέτη της βιβλιογραφίας, προέκυψε ότι έχει ερευνηθεί ένα ευρύ φάσμα δράσεων των πολυφαινολών και τα αποτελέσματα αναδεικνύουν αυτή την ομάδα μορίων ως αντιοξειδωτικά και σε πολλές περιπτώσεις αντιμικροβιακά, καθιστώντας την περαιτέρω διερεύνηση αναγκαία.Παράλληλα, υπάρχει ένα διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον για την εκμετάλλευση των αποβλήτων αγροτοβιομηχανίας και συγκεκριμένα της οινοποίησης, καθώς αυτά μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτικές πηγές για την απομόνωση φαινολικών ενώσεων. Τα κυριότερα απόβλητα της βιομηχανίας παραγωγής οίνου, ερυθρού και λευκού, είναι οι οινολάσπες και τα στέμφυλα, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων μέχρι σήμερα, παραμένει αναξιοποίητο και αποβάλλεται χωρίς καμία επεξεργασία στο περιβάλλον ή χρησιμοποιείται ως λίπασμα στις καλλιέργειες αμπέλου. Το ιπποφαές (Hippophae rhamnoides L.) επίσης, είναι από την αρχαιότητα γνωστό ως ένα από τα σπουδαιότερα φυτά και ο καρπός του εμφανίζει μία πληθώρα ευεργετικών συστατικών, μεταξύ των οποίων και οι φαινολικές ενώσεις. Πρόσφατα έχει κερδίσει ξανά την παγκόσμια προσοχή και κατατάσσεται στα λεγόμενα “υπερτρόφιμα” (super foods), ενώ σημαντικό μέρος της έρευνας στρέφεται στην αξιοποίηση και χρήση των συστατικών του καρπού του ιπποφαούς στα «λειτουργικά τρόφιμα».Με βάση τα παραπάνω, στην παρούσα διατριβή, αρχικά επιλέχθηκε να πραγματοποιηθεί προσδιορισμός του φαινολικού περιεχομένου του αποξηραμένου καρπού του ιπποφαούς (προέλευσης Ρουμανίας) και των αποβλήτων της οινοποίησης. Τα παραπροϊόντα της οινοποίησης, προήλθαν από το “Κτήμα Γεροβασιλείου”, στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ 2011», το οποίο εδρεύει στην Επανομή της Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα ήταν λευκά στέμφυλα και οινολάσπη, προερχόμενη από το στάδιο της 1ης απολάσπωσης της διαδικασίας οινοποίησης λευκών σταφυλιών, από σταφύλια ποικιλίας “Μαλαγουζιά” και ερυθρά στέμφυλα, από σταφύλια ποικιλίας “Syrah”. Όλα ήταν εσοδείας 2013, 2014 και 2015. Για την παραλαβή των ολικών φαινολικών, αρχικά επιλέχθηκε η μέθοδος της εκχύλισης σε θερμοστατούμενο λουτρό υπερήχων, με διάφορους διαλύτες, και ακολούθησε βελτιστοποίηση της διαδικασίας αυτής, με τη μεθοδολογία των επιφανειών απόκρισης (Response Surface Methodology-RSM). Σκοπός της βελτιστοποίησης ήταν η παραλαβή της μέγιστης ποσότητας φαινολικών ενώσεων (mg/g), με τη μέγιστη αντιοξειδωτική δράση (%).Ακολούθησε η εκλεκτική παραλαβή φαινολικών ενώσεων από τα παραπάνω παραπροϊόντα οινοποίησης και τον καρπό του ιπποφαούς, επιλέγοντας δύο μεθόδους επίσης γρήγορες και οικονομικές, όπως έιναι αυτή της προσρόφησης με διαδοχική εκρόφηση και η μέθοδος του εγκλεισμού σε διάφορα συστήματα υδροπηκτών.Τα προσροφητικά υλικά που επιλέχθηκαν ήταν οργανικά και ανόργανα, όπως οι ρητίνες (XAD-2, -7 και -16), ο ενεργοποιημένος άνθρακας, η στάχτη, το άγαρ, ο ζεόλιθος και το οξείδιο του αργιλίου (αλουμίνα). Τα υλικά αυτά μελετήθηκαν για την προσροφητική τους ικανότητα σε φαινολικές ενώσεις χωρίς καμία επεξεργασία, αλλά και έπειτα από κατάλληλη κατεργασία. Τα καλύτερα αποτελέσματα επιτεύχθηκαν με τη χρήση του κατεργασμένου ζεόλιθου και της κατεργασμένης αλουμίνας. Για τη βελτιστοποίηση της προσρόφησης στα υλικά αυτά, μελετήθηκε η επίδραση που είχαν διάφοροι παράγοντες, όπως το pH (2.0-10.0), η συγκέντρωση του προσροφητικού υλικού (5-50 g υλικού/L εκχυλίσματος) και η επίδραση του χρόνου (0-120 min) στη διαδικασία της προσρόφησης και στην τελική παραλαβή των φαινολικών. Μετά την προσρόφηση, ακολούθησε η διαδικασία της εκρόφησης για την ανάκτηση και παραλαβή των φαινολικών ενώσεων από την επιφάνεια του στερεού προσροφητικού. Μελετήθηκαν διάφορα διαλύματα εκρόφησης, όπως το υδροχλωρικό οξύ, το κιτρικό οξύ, ένα διάλυμα αιθανόλης 95% και τέλος, το υδροξείδιο του νατρίου. Επίσης, μελετήθηκε η επίδραση του χρόνου στην εκρόφηση (0-120 min).Ακολούθησε ο εγκλεισμός των φαινολικών ενώσεων από τα εκχυλίσματα, σε τρία διαφορετικά συστήματα υδροπηκτών, τα οποία ήταν πηκτή αλγινικού ασβεστίου, πηκτή αλγινικού ασβεστίου και πολυαιθυλενογλυκόλης (PEG) και τέλος σε πηκτή αλγινικού ασβεστίου και χιτοζάνης. Τα υψηλότερα ποσοστά εγκλεισμού (55-95,8%) επιτεύχθηκαν με τη χρήση αλγινικού ασβεστίου και χιτοζάνης σε αναλογίες συγκεντρώσεων 1:3 % w/v. Μελετήθηκαν διάφορα διαλύματα, για την αποδέσμευση των φαινολικών ενώσεων από τα σφαιρίδια της κάθε πηκτής, όπως αιθανόλη 70% σε θερμοκρασία δωματίου (25 οC) και υπό ήπια θέρμανση (40 οC), με απλή ανάδευση και σε λουτρό υπερήχων, διάλυμα κιτρικού νατρίου και τέλος, διάλυμα υδροχλωρικού οξέος. Έγινε επίσης, κινητική μελέτη της αποδέσμευσης, από την οποία προέκυψε ότι η καλύτερη ανάκτηση φαινολικών επιτεύχθηκε με το υδροχλωρικό οξύ (έως 45%) στις πρώτες 6 ώρες.Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις έγινε ανάλυση και ταυτοποίηση των φαινολικών ενώσεων που περιέχονται τόσο στα αρχικά εκχυλίσματα, όσο και στα διάφορα κλάσματα και ενώσεις αυτών, που παραλήφθηκαν από τις διαδικασίες εκλεκτικής απομόνωσης. Η ανάλυση πραγματοποιήθηκε με υγρή χρωματογραφία υψηλή απόδοσης (HPLC) και με υγρή χρωματογραφία με διαδοχική φασματομετρία μαζών (LC-ESI-MS/MS). Η ταυτοποίηση των φαινολικών ενώσεων βασίσθηκε στο συνδυασμό του χρόνου κατακράτησης, των φασμάτων απορρόφησης UV-Vis και κυρίως των φασμάτων μάζας της αντίστοιχης κορυφής. Επίσης, έγινε σύγκριση, όπου ήταν δυνατή, με τα φάσματα μάζας και την HPLC ανάλυση πρότυπων ενώσεων.Σημαντικό μέρος της διατριβής αποτέλεσε το κομμάτι που αφορά στη μελέτη της βιολογικής δράσης, τόσο των αρχικών εκχυλισμάτων, όσο και των κύριων ανακτηθέντων ταυτοποιημένων συστατικών, των αποβλήτων οινοποίησης, αλλά και του καρπού του ιπποφαούς. Για το λόγο αυτό μελετήθηκαν αρχικά εκτενώς η αντιοξειδωτική δράση, ενάντια στις οξειδωτικές ρίζες DPPH και ABTS, και η αντιβακτηριακή δράση ενάντια τόσο σε κατά Gram θετικά, όσο και σε κατά Gram αρνητικά στελέχη. Συγκεκριμένα, τα βακτήρια που μελετήθηκαν ήταν τα Escherichia coli, Staphylococcus aureus, Bacillus subtilis και Bacillus cereus. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν ήταν ενδιαφέροντα. Μελετηθήκαν επιπλέον η αντιαιμοπεταλιακή και η αντιφλεγμονώδης δράση, σε πειράματα in vitro, όλων των παραπάνω δειγμάτων. Συγκεκριμένα, η επίδραση των εκχυλισμάτων των αποβλήτων οινοποίησης, αλλά και του καρπού του ιπποφαούς στη συγκολλητικότητα των αιμοπεταλίων του ανθρώπου, σε in vitro πειράματα, προκλήθηκε με κολλαγόνο και διφωσφορική αδενοσίνη (ADP). Τέλος, μελετήθηκε η αναστολή της δραστικότητας των ενζύμων κυκλοοξυγενάση-1 (COX-1) και κυκλοοξυγενάση-2 (COX-2), από όλα τα εκχυλίσματα.Από την αξιολόγηση των βιολογικών δράσεων όλων των δειγμάτων προέκυψαν ενδιαφέροντα συμπεράσματα και προοπτική αξιοποίησης των φαινολικών, ως προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, με εφαρμογές σε βιομηχανίες τροφίμων και φαρμάκων.


2011 ◽  
Vol 125 (2) ◽  
pp. 652-659 ◽  
Author(s):  
Hung-Chih Ting ◽  
Yu-Wen Hsu ◽  
Chia-Fang Tsai ◽  
Fung-Jou Lu ◽  
Ming-Chih Chou ◽  
...  

Life Sciences ◽  
2003 ◽  
Vol 72 (20) ◽  
pp. 2263-2271 ◽  
Author(s):  
Jiayi Cheng ◽  
Kazunao Kondo ◽  
Yasuhiro Suzuki ◽  
Yasuhiko Ikeda ◽  
Xiansheng Meng ◽  
...  

Author(s):  
N. Makovics-Zsohár ◽  
A. Hegedűs ◽  
É. Stefanovits-Bányai ◽  
R. Rédei ◽  
N. Papp

Berries of sea buckthorn (Hippophae rhamnoides L.) are characterized by increasing popularity due to their presumable healtheffects. The aim of this study was to compare the antioxidant capacity and total polyphenolic content in the berries of six Hungarian grown sea buckthorn genotypes and characterize the genetic variability in this trait. The harvest time of sea buckthorn berries affects the antioxidant capacity and total phenolic contents in berries of three popular cultivars of German origin. Berries harvested in October had higher antioxidant capacity compared with those harvested one month later. The extent of the difference was genotype-specific. Our analysis revealed a nearly 3-fold difference between the lowest and highest antioxidant capacities of the 6 tested genotypes with ‘Leikora’ showing the highest ferric reducing antioxidant power and total phenolic content. The TEAC values ranged between 1.76 and 3.13 mmol Trolox/100g fresh weight with Pető 1 and ‘Frugana’ having the highest values. The results presented in this study demonstrated that Hippophae rhamnoides berries possess in vitro antioxidant activity strongly determined by genotype but also influenced by harvest time.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document