scholarly journals Ο ρόλος του κυτταρομεγαλοϊού (CMV) στην παθογένεια του καρκίνου του στομάχου

2003 ◽  
Author(s):  
Δημήτριος Δημητρουλόπουλος
Keyword(s):  

Ο γαστρικός καρκίνος είναι ένα νεοπλασματικό νόσημα με παγκόσμια γεωγραφική κατανομή και συχνότητα που ποικίλει ευρέως στις διάφορες περιοχές του πλανήτη. Αποτελεί τη δεύτερη πλέον συχνή αιτία θανάτου από κακοήθεια σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι πλέον υψηλοί δείκτες συχνότητας απαντιούνται σε χώρες όπως η Ιαπωνία, η Χιλή, η Κόστα Ρίκα, η Ρωσική Ομοσπονδία και πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες καθώς και κάποιες περιοχές της Κίνας, ενώ οι χαμηλότεροι δείκτες καταγράφονται στις Η.Π.Α., στο Ηνωμένο Βασίλειο, στον Καναδά, στην Αυστραλία και σε κάποιες χώρες της Αφρικανικής ηπείρου.Παρά το γεγονός ότι εδώ και πολλές δεκαετίες έχει γίνει κατανοητό ότι η καρκινογένεση είναι πολυπαραγοντικό φαινόμενο, τα τελευταία μόλις χρόνια έχουν γίνει γνωστοί σε μοριακό επίπεδο κάποιοι μηχανισμοί, οι οποίοι οδηγούν στην εμφάνισή της.Στους μηχανισμούς αυτούς πιθανολογείται ότι κάποιοι ιοί ή βακτηρίδια εμπλέκονται, η δράση των οποίων, όπως φαίνεται, επηρεάζει με άμεσο ή έμμεσο τρόπο την κυτταρική ανάπτυξη και λειτουργία, με αποτέλεσμα την εμφάνιση καρκίνου. Οι ιοί οι οποίοι πιθανόν να σχετίζονται με την ανάπτυξη των νεοπλασμάτων του πεπτικού, που είναι το αντικείμενο της παρούσας μελέτης είναι οι HBV, HCV , CMV και HSV 1 , καθώς επίσης και το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού (HP). Ιδιαίτερα το τελευταίο θεωρείται ότι σχετίζεται σε μεγάλο ποσοστό με την εμφάνιση του καρκίνου του στομάχου. Τα υψηλά ποσοστά ανίχνευσης εξάλλου του CMV στους ασθενείς με καρκίνο του στομάχου, θέτουν το ερώτημα του κατά πόσο και με ποιο τρόπο ο ιός αυτός μεμονωμένα ή συνεργικά με άλλους παράγοντες, όπως το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, διαδραματίζει κάποιο ενεργό ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου .Στην παρούσα μελέτη επιχειρήθηκε μια προσέγγιση αυτής της υπόθεσης με τη μελέτη ιστοτεμαχιδίων γαστρικού βλεννογόνου που ε- λήφθησαν από ασθενείς με καρκίνο στομάχου και προκαρκινικές καταστάσεις. Συγκεκριμένα έγινε προσπάθεια ανίχνευσης του γονιδιώματος του CMV με τη μέθοδο της αλυσιδωτής αντίδρασης της πολυμεράσης (PCR) επί ιστικών δειγμάτων που ελήφθησαν ενδοσκσπικά από τις βλάβες καθώς και από ενδοσκοπικά υγειείς περιοχές πλησίον και άπω των βλαβών όπως επίσης και επί ιστικών δειγμάτων γαστρικού βλεννογόνου υγιών μαρτύρων. Η μελέτη της συμπεριφοράς του CMV με τη μέθοδο PCR διενεργήθη στο Πειραματικό Ιολογικό Εργασήριο του κέντρου Ιατρικών Ερευνών "Γ.Παπανικολάου". Εκ παραλλήλου έγινε ορο- λογικός έλεγχος αντισωμάτων έναντι του CMV και καθορισμός του τίτλου αυτών καθώς και προσπάθεια συσχετισμού της νόσου με τη λοίμωξη από το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, το κάπνισμα, την κατανάλωση αλκοόλ και το ιστορικό μακροχρόνιας λήψης μη στεροειδών αντιφλεγ- μονοδών και ασπιρινούχων φαρμάκων. Η ιστολογική εξέταση βιοπτικού υλικού από τις βλάβες, προς επιβεβαίωση της διάγνωσης, έγινε στο Παθολογοανατομικό Εργαστήριο του Νοσοκομείου "Ο Αγιος Σάββας ". Συνολικά στην έρευνα έλαβαν μέρος 160 άτομα:• 40 ασθενείς με αδενοκαρκίνωμα στομάχου• 40 ασθενείς με προκαρκινικές καταστάσεις στομστομάχου (πολύποδες, εντερική μεταπλασία, γαστρική ατροφία)• 80 μάρτυρεςΑπό τα συλλεχθέντα δείγματα πραγματοποιήθηκε εξαγωγή χρω- μοσωμιακού DNA. Στο εξαχθέν DNA διεξήχθησαν τα πειράματα ανίχνευσης του ιού με τη μέθοδο PCR. Για την πραγματοποίηση της μεθόδου αυτής, για τον προσδιορισμό του CMV, χρησιμοποιήθηκαν ως ε- ναρτήρια μόρια τα κάτωθι:• Sense primer : 5’ CCA AGC GGC CTC TGA TAA CCA AGC C 3’• Antisense primer: 5’ CAG CAC CAT CCT CCT CCT CCT CTG G 3’To γονιδίωμα του CMV ανιχνεύθηκε σε 11 εκ των 40 ιστικών δειγμάτων που ελήφθησαν από καρκινικό ιστό (ποσοστό 27,5%), σε 15 εκ των 40 ιστικών δειγμάτων που ελήφθησαν από προκαρκινικές βλάβες (ποσοστό 37,5%), ενώ σε κανένα ιστικό δείγμα ληφθέν από περιοχές του γαστρικού βλεννογόνου πλησίον και άπω των νεοπλασματικών και προνεοπλασματικών βλαβών καθώς και από το γαστρικό βλεννογόνο των μαρτύρων (ποσοστό 0,0%). Διεφάνη ότι υφίσταται στατιστικώς σημαντική διαφορά όσον αφορά τα ποσοστά ανίχνευσης του CMV με τη μέθοδο PCR μεταξύ μαρτύρων και ασθενών των δύο εξεταζομένων ομάδων (ρ<0,001).Όσον αφορά τα αντισώματα ορού έναντι του CMV, IgG αντισώματα ανιχνεύθησαν σε 38 από 40 ασθενείς με γαστρικό αδενοκαρκίνωμα (ποσοστό 95%), σε 37 από τους 40 ασθενείς με προκαρκινικές βλάβες (ποσοστό 92%) και σε 76 από τους 80 μάρτυρες (ποσοστό 95 %). Τα ποσοστά ανίχνευσης του IgM αντισώματος ήταν 5%, 0% και 1,3% αντίστοιχα για τις τρεις ομάδες. Ο στατιστικός έλεγχος δεν έδειξε να υφί- σταται στατιστικώς σημαντική διαφορά (ρ=0,697 και ρ=0,359 αντίστοιχα).Η στατιστική συσχέτιση της συνήθειας του καπνίσματος με την παρουσία γαστρικού καρκίνου και προκαρκινικών βλαβών έδειξε ότι τα άτομα της ομάδας ελέγχου παρουσίαζαν υψηλότερα ποσοστά καπνίσματος (61 από 80, ποσοστό 76,3%) σε σχέση με τα άτομα των δύο άλλων ομάδων (24 από 40, ποσοστό 60% και 21 από 40, ποσοστό 52,5% αντίστοιχα, ρ=0,022).Επίσης διεφάνη ότι τα άτομα της ομάδας ελέγχου παρουσιάζουν μεγαλύτερη συχνότητα κατανάλωσης αλκοόλ (67 από 80, ποσοστό 83,8% ) σε σχέση με τις δύο άλλες ομάδες (23 από 40, ποσοστό 57,5% για την ομάδα του καρκίνου και 22 από 40, ποσοστό 55% για την ομάδα των προκαρκινικών βλαβών, ρ<0,001 ).Η μακροχρόνια κατανάλωση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών και σαλικυλικών φαρμάκων δεν φάνηκε να σχετίζεται στατιστικώς με την παρουσία του γαστρικού καρκίνου και των προκαρκινικών βλαβών (ρ= 0,474 ). Τέλος, όσον αφορά το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, δεν φάνηκε να υφίσταται στατιστικώς σημαντική διαφορά ως προς το ποσοστό ανίχνευσης του μεταξύ των δύο ομάδων ασθενών (ρ=0,074).Συσχετίζοντας το ποσοστό ανίχνευσης του DNA του ιού και το ποσοστό ανίχνευσης του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού δεν διεφάνη ότι υφίσταται στατιστικώς σημαντική διαφορά αναφορικά με την ανάπτυξη αδενοκαρκινώματος και των προδρόμων αυτού βλαβών (ρ= 0,999 και ρ=0,317 αντίστοιχα).Αρνητική συσχέτιση με το αδενοκαρκίνωμα του στομάχου διεφάνη και όσον αφορά τα ποσοστά ανίχνευσης των IgG και IgM αντισωμάτων, της συνήθειας του καπνίσματος και της κατανάλωσης αλκοόλ .

2013 ◽  
Vol 2013 ◽  
pp. 1-6 ◽  
Author(s):  
H. Y. Yeap ◽  
G. Faruq ◽  
H. P. Zakaria ◽  
J. A. Harikrishna

Allele Specific Amplification with four primers (External Antisense Primer, External Sense Primer, Internal Nonfragrant Sense Primer, and Internal Fragrant Antisense Primer) and sensory evaluation with leaves and grains were executed to identify aromatic rice genotypes and their F1individuals derived from different crosses of 2 Malaysian varieties with 4 popular land races and 3 advance lines. Homozygous aromatic (fgr/fgr) F1individuals demonstrated better aroma scores compared to both heterozygous nonaromatic (FGR/fgr) and homozygous nonaromatic (FGR/FGR) individuals, while, some F1individuals expressed aroma in both leaf and grain aromatic tests without possessing thefgrallele. Genotypic analysis of F1individuals for thefgrgene represented homozygous aromatic, heterozygous nonaromatic and homozygous nonaromatic genotypes in the ratio 20 : 19 : 3. Genotypic and phenotypic analysis revealed that aroma in F1individuals was successfully inherited from the parents, but either molecular analysis or sensory evaluation alone could not determine aromatic condition completely. The integration of molecular analysis with sensory methods was observed as rapid and reliable for the screening of aromatic genotypes because molecular analysis could distinguish aromatic homozygous, nonaromatic homozygous and nonaromatic heterozygous individuals, whilst the sensory method facilitated the evaluation of aroma emitted from leaf and grain during flowering to maturity stages.


Blood ◽  
2011 ◽  
Vol 118 (21) ◽  
pp. 4910-4910
Author(s):  
Yingchang Mi ◽  
Wenbin Wu ◽  
Qing Zhang ◽  
Yan Li ◽  
Xiaoyan Li ◽  
...  

Abstract Abstract 4910 The Kindlin family of intracellular proteins has recently emerged as key regulators of cellular functions and cell-matrix interactions. They comprise of three evolutionarily conserved members, kindlin-1, kindlin-2 and kindlin-3, they share considerable sequence and structural similarities. A few of study revealed that Kindlin-2 influences solid tumor cell invasion and resistance. With regard to AML, the influence of Kindlins is still unknown. To evaluate the clinical significance of Kindlin-2 in acute myeloid leukemia (AML), we investigated the expression of Kindlin-2, kindling-3 in AML cells. 1. Materials and methods K562, KG-1a, HL60, U937, Jurkat cell lines were cultured in RPMI 1640 medium, supplemented with 10% fetal bovine serum (FBS, GIBCO) at 37°C in a humidified atmosphere of 5% CO2. Bone marrow (BM) samples were obtained from 88 patients with de novo AML from Blood Diseases Hospital, Chinese Academy of Medical Sciences & Peking Union Medical College (CAMS & PUMC). Samples of 9 normal donors and ITP were used as the control group. Bone marrow mononuclear cells (BMMCs) were prepared by Ficoll-Hypaque density gradient centrifugation. Expressions of Kindlin-2, Kindlin-3 were detected by RQ-PCR. The following primers for real-time PCR were used: (a) Kindlin-2 sense primer, 5'-CCGCTCGAGCTATGCGTATCCCCGTAG-3'; (b) Kindlin-2 antisense primer, 5'-CGACGCGTCTAGCGAGGGGTTGTC-3'; (c) Kindlin-3 sense primer, 5'-CCGCTCGAGCTATGCGTATCCCCGTAG-3'; (d) Kindlin-3 antisense primer, 5'-CGACGCGTCTAGCGAGGGGTTGTC-3'; (e) GAPDH sense primer, 5'-GAAGGTGAAGGTCGGAGTC-3'; (f) GAPDH antisense primer, 5'-GAAGATGGTGATGGGATTTC-3'. Analysis was performed using ABI 7500 Sequence Detection software (Applied Biosystems). The expression of Kindlin-2 and Kindlin-3 were showed as RQ value calculated through ΔΔCt method [ΔΔCt = (CtKindlin □ CtGAPDH)sample □ (CtKindlin □ CtGAPDH)calibrator]. The ΔCt (CtKindlin □ CtGAPDH) of K562 was defined as calibrator, and the RQ of calibrator was 1.000. Relationships between Kindlin-2, Kindlin-3 and the patients' clinical data were analyzed. 2. Results Expression of Kindlins in newly diagnosis AML The level of Kindlin-2 in AML (0.163±1.665) was significantly lower than that in non-AML (1.683±1.395) controls (p=0.010). No significant difference was found between the AML and controls in levels of Kindlin-3 (p=0.216). Out of the 79 patients who accepted treatment, 61 patients achieved complete remission (CR) and 18 patients were NR. Patients with higher expression of Kindlin-2 had a higher CR rate (86.8% vs 68.3%) (p=0.050). Expression of kindling 3 was unrelated to CR rate. Both of kindling-2 and kindling-3 increased after CR. This finding implicates Kindlin-2 as a potential prognostic factor of AML. Disclosures: No relevant conflicts of interest to declare.


Blood ◽  
1995 ◽  
Vol 85 (3) ◽  
pp. 829-832 ◽  
Author(s):  
BH Faas ◽  
S Simsek ◽  
PM Bleeker ◽  
MA Overbeeke ◽  
HT Cuijpers ◽  
...  

It has been shown that the Rhesus (Rh) blood group antigens are encoded by two homologous genes: the Rh D gene and the Rh CcEe gene. The Rh CcEe gene encodes different peptides: the Rh C, c, E, and e polypeptides. Only one nucleotide difference has been found between the alleles encoding the Rh E and the Rh e antigen polypeptides. It is a C-- >G transition at nucleotide position 676, which leads to an amino acid substitution from proline to alanine in the Rh e-carrying polypeptide. Here we present an allele-specific primer amplification (ASPA) method to determine the Rh E and Rh e genotypes. In one polymerase chain reaction, the sense primer had a 3′-end nucleotide specific for the cytosine at position 676 of the Rh E allele. In another reaction, a sense primer was used with a 3′-end nucleotide specific for the guanine at position 676 of the Rh e allele and the Rh D gene, whereas the antisense primer had a 3′-end nucleotide specific for the adenine at position 787 of the Rh CcEe gene. We tested DNA samples from 158 normal donors (including non-Caucasian donors and donors with rare Rh phenotypes) in these assays. There was full concordance with the results of serologic Rh E/e phenotyping. Thus, we may conclude that the ASPA approach leads to a simple and reliable method to determine the Rh E/e genotype. This can be useful in Rh E/e genotyping of fetuses and/or in cases in which no red blood cells are available for serotyping. Moreover, our results confirm the proposed association between the cytosine/guanine polymorphism at position 676 and the Rh E/e phenotype.


Author(s):  
Z. Hong Zhou ◽  
Jing He ◽  
Joanita Jakana ◽  
J. D. Tatman ◽  
Frazer J. Rixon ◽  
...  

Herpes simplex virus-1 (HSV-1) is a ubiquitous virus which is implicated in diseases ranging from self-curing cold sores to life-threatening infections. The 2500 Å diameter herpes virion is composed of a glycoprotein spike containing, lipid envelope, enclosing a protein layer (the tegument) in which is embedded the capsid (which contains the dsDNA genome). The B-, and A- and C-capsids, representing different morphogenetic stages in HSV-1 infected cells, are composed of 7, and 5 structural proteins respectively. The three capsid types are organized in similar T=16 icosahedral shells with 12 pentons, 150 hexons, and 320 connecting triplexes. Our previous 3D structure study at 26 Å revealed domain features of all these structural components and suggested probable locations for the outer shell proteins, VP5, VP26, VP19c and VP23. VP5 makes up most of both pentons and hexons. VP26 appeared to bind to the VP5 subunit in hexon but not to that in penton.


2005 ◽  
Vol 36 (8) ◽  
pp. 40
Author(s):  
ELIZABETH MECHCATIE
Keyword(s):  

2011 ◽  
Vol 42 (S 01) ◽  
Author(s):  
I Lanator ◽  
M Freilinger ◽  
D Csaicsich ◽  
R Seidl ◽  
MT Schmook
Keyword(s):  

1987 ◽  
Vol 1 (2) ◽  
pp. 81
Author(s):  
Myung Kyoo Ko ◽  
Joon Kiu Choe ◽  
Young Tae Kim
Keyword(s):  

Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document