Εισαγωγή: Το άσθμα αποτελεί μία συχνή νόσο καθώς αφορά 300 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως ενώ 250 χιλιάδες θάνατοι ετησίως αποδίδονται σε αυτό. Στην Ελλάδα η συχνότητα της νόσου πλησιάζει το 5% στους ενήλικες και το 12% στα παιδιά. Τα τελευταία χρόνια η έρευνα έχει στραφεί στο γενετικό υπόβαθρο της νόσου και στη μελέτη των γενετικών παραγόντων που σχετίζονται με την εμφάνισή της. Η παρούσα έρευνα αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια μελέτης των πολυμορφισμών των IL‐1α, IL‐1β, IL1R, IL1RA, IL4, IL6, IL10, IL‐12, TNF‐α, TGF‐β1 και IFN‐γ και αναζήτησης συσχετίσεων με την εμφάνιση άσθματος και τη βαρύτητα της νόσου στον ελληνικό πληθυσμό. Υλικό‐μέθοδος: Στη μελέτη συμμετείχαν 30 ασθενείς με εξωγενές άσθμα, μέσης ηλικίας 35,2±14,51 έτη (Ομάδα Α, ΟΑ), 22 ασθενείς με ενδογενές άσθμα, μέσης ηλικίας 47,1±16,3 έτη (ΟΒ) που παρακολουθούνται στο Ιατρείο Άσθματος της Πνευμονολογικής Κλινικής του ΑΠΘ και 21 φυσιολογικά άτομα μέσης ηλικίας 36,6±10,5 έτη (ΟΓ). Οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε σπιρομέτρηση, δερματικές δοκιμασίες, προσδιορισμό ολικής IgE του ορού, δοκιμασία μεταχολίνης και μέτρηση του εκπνεόμενου FeΝΟ. Για την ανοσογενετική μελέτη μετά από εξαγωγή του DNA από ολικό αίμα των ασθενών και εφαρμογή PCR με kit (INVITROGEN) αναζητήθηκαν οι πολυμορφισμοί των IL1α ‐889(T/C), IL1β‐511(T/C), IL1β+3962(C/T), IL1R1970(C/T), IL1RA mspa111100(C/T), IL‐2‐330 (T/G), IL2+166 (T/G), IL4‐1098(T/G), IL4‐590(C/T), IL4‐33(C/Τ), IL4RPOS‐1902, IL6‐174 (G/C), IL6nt565(A/G), IL10‐1082 (G/A), IL10‐819 (C/T), IL10‐592 (C/A), IL12pos1188 (C/A), TNFα‐308(G/A), TNFα‐ 238(G/A), TGF‐β1 κωδικόνιο10 (C/T), TGF‐β1 κωδικόνιο 25 (C/G), IFN‐γ+874 (Α/Τ) (όπου C κυτοσίνη, T θυμίνη, G γουανίνη και A αδενίνη). Αποτελέσματα: Στην οικογένεια της IL‐1 βρέθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων Α‐Β και Β‐Γ στην IL1β στη θέση +3962 (p=0.029 και p=0.024 αντίστοιχα). Επιπλέον οι ομάδες Β και Γ διέφεραν σημαντικά στον υποδοχέα της IL‐1 (IL1R), καθώς στην ομάδα Β παρατηρήθηκε συχνότερα η ετεροζυγωτία C/T ενώ στην ΟΓ η ομοζυγωτία C/C (p=0.003). Επίσης στον ανταγωνιστή του υποδοχέα της IL1 στην ΟΑ εμφανίστηκε συχνότερα η C/T σε σχέση με την ΟΓ όπου υπερίσχυσε η Τ/Τ (p=0.03). Η IL4 ‐1098 στην ΟΑ εμφάνιζε συχνότερα γουανίνη (p=0.036) σε σχέση με την ΟΓ, ενώ στη θέση ‐590 στην ΟΓ εμφανίστηκε συχνότερα η C/C και στην ΟΑ η C/T (p=0.003), γεγονός που πιθανώς αποδίδεται σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου στα άτομα με θυμίνη στη συγκεκριμένη θέση. Όσον αφορά την IL‐6 οι γονότυποι στη θέση ‐174 βρέθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ της ομάδας ελέγχου και του ενδογενούς και εξωγενούς άσθματος (p=0,004 και 0,019 αντίστοιχα) καθώς η ομάδα ελέγχου εμφάνιζε συχνότερα την ομοζυγωτία CC. Οι διπλότυποι της ιντερλευκίνης 10 μεταξύ των ασθενών με εξωγενές και ενδογενές άσθμα διέφεραν στατιστικά σημαντικά (p=0,038). Ο διπλότυπος GCC/ACC βρίσκεται σε μεγαλύτερη συσχέτιση με την ομάδα των ασθενών με εξωγενές άσθμα. Όσον αφορά τον TGF‐β1 οι ασθενείς με εξωγενές άσθμα εμφάνιζαν σε μεγάλο ποσοστό τον διπλότυπο CG/CC σε σχέση με τους ασθενείς με ενδογενές και την ομάδα ελέγχου (p=0,041 και p=0,012 αντίστοιχα). Ο TNFα‐238 εμφάνισε διαφορές μεταξύ των ομάδων Α‐Γ και Β‐Γ (p=0.008 και 0.001 αντίστοιχα) καθώς στην ομάδα Γ βρέθηκε συχνότερα η G/G ενώ στις ομάδες Α και Β βρέθηκε συχνότερα η A/G. Στην IFN‐γ η ομάδα ελέγχου εμφάνιζε συχνότερα το γονότυπο AA ενώ το ενδογενές άσθμα τον ΑΤ (p=0,006). Όσο αφορά στη βαρύτητα της νόσου οι ασθενείς με βαρύ άσθμα εμφανίζουν σε σχέση με τους ασθενείς με ήπιο άσθμα στην IL‐1α και IL1β+3962 συχνότερα το γονότυπο CT (p=0.019 και p=0.025 αντίστοιχα), στην IL‐4 το διπλότυπο TTT/GCC (p=0.033), στην IL‐10 τους GCC/ACC και GCC/ATA (p=0.045) και στην IL‐12 τον γονότυπο AC ((p=0.046). Συμπεράσματα: Η παρούσα μελέτη αποτελεί την πρώτη προσπάθεια αναζήτησης πολυμορφισμών των ασθενών με άσθμα στην Ελλάδα και μία από τις ελάχιστες που ασχολείται με τους πολυμορφισμούς των ιντερλευκινών στο ενδογενές άσθμα. H μελέτη καταλήγει σε σημαντικά αποτελέσματα. Φαίνεται ότι οι πολυμορφισμοί των γονιδίων των ιντερλευκινών διαφέρουν μεταξύ των ατόμων με εξωγενές, ενδογενές άσθμα και της ομάδας ελέγχου και πιθανώς σχετίζονται με τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου ενώ σχετίζονται και με τη βαρύτητα της νόσου.