Τα παιδιά είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη του έθνους. Με τα χρόνια,αποδείχθηκε ότι η καλή σωματική και ψυχική υγεία κατά την παιδική ηλικίαθέτει τις βάσεις για την καλή υγεία μετά την ενηλικίωση. Τα παιδιά έχουναρχίσει να αναγνωρίζονται όχι μόνο για αυτό που είναι σήμερα, αλλά και γιατους μελλοντικούς τους ρόλους στη δημιουργία οικογενειών και για τηντροφοδότηση του εργατικού δυναμικού. Για την ενίσχυση αυτής της προοπτικής,αναπτύχθηκε η έρευνα -“Υγεια της συμπεριφοράς παιδιών σχολικής ηλικίας” -(HBSC) από ερευνητές από την Αγγλία, τη Φινλανδία και τη Νορβηγία καιεγκρίθηκε από το Περιφερειακό Γραφείο Ευρώπης του Παγκόσμιου ΟργανισμούΥγείας Ευρώπη το 1983. Ο στόχος της μελέτης HBSC είναι να συλλεχθούνδεδομένα σχετικά με τις συμπεριφορές υγείας των εφήβων και να καταστούν οιπληροφορίες διαθέσιμες, ώστε να είναι δυνατή η βελτίωση των υπηρεσιών υγείαςκαι των προγραμμάτων για τη νεολαία. Τα παιδιά είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη του έθνους. Με τα χρόνια,αποδείχθηκε ότι η καλή σωματική και ψυχική υγεία κατά την παιδική ηλικίαθέτει τις βάσεις για την καλή υγεία μετά την ενηλικίωση. Τα παιδιά έχουναρχίσει να αναγνωρίζονται όχι μόνο για αυτό που είναι σήμερα, αλλά και γιατους μελλοντικούς τους ρόλους στη δημιουργία οικογενειών και για τηντροφοδότηση του εργατικού δυναμικού. Για την ενίσχυση αυτής της προοπτικής,αναπτύχθηκε η έρευνα -“Υγεια της συμπεριφοράς παιδιών σχολικής ηλικίας” -(HBSC) από ερευνητές από την Αγγλία, τη Φινλανδία και τη Νορβηγία καιεγκρίθηκε από το Περιφερειακό Γραφείο Ευρώπης του Παγκόσμιου ΟργανισμούΥγείας Ευρώπη το 1983. Ο στόχος της μελέτης HBSC είναι να συλλεχθούνδεδομένα σχετικά με τις συμπεριφορές υγείας των εφήβων και να καταστούν οιπληροφορίες διαθέσιμες, ώστε να είναι δυνατή η βελτίωση των υπηρεσιών υγείαςκαι των προγραμμάτων για τη νεολαία. θέμα, χρησιμοποιήθηκαν τα δεδομένα της cross-sectional μελέτης“Palestinian Health Behavior in School-aged Children”(HBSC). Οι μαθητές τωντάξεων 6, 8, 10, και 12 αυτοσυμπλήρωσαν μια τροποποιημένη έκδοση τουδιεθνούς ερωτηματολογίου HBSC, με αποτέλεσμα 15.963 μαθητές (47,3% αγόριακαι 52,7% κορίτσια) να περιλαμβάνονται σε αυτή τη μελέτη (56,9% από τηΔυτική Όχθη και 43,1% από τη Γάζα). Από το σύνολο των επιλεγμένων παιδιών, 6458 (40,8%) συμπλήρωσαν ένα προαιρετικό πακέτο (ερωτηματολόγιο)σχετιζόμενο με την εργασία.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑΗ μετά-ανάλυση κατέδειξε ότι οι ενήλικες εμφάνισαν μεγαλύτερα ποσοστάπαχυσαρκίας σε σχέση με τα παιδιά σε όλες τις ηπείρους στη Μεσόγειοανεξάρτητα από τα διαφορετικά επίπεδα εισοδήματος. Ο επιπολασμός τηςπαχυσαρκίας μεταξύ των παιδιών στην Ευρώπη ήταν υψηλότερος από ό, τιμεταξύ των Ασιατών.1) Στην Ιερουσαλήμ, η αξιολόγηση έδειξε ότι η κατάσταση των υπέρβαρων(24.3%) ή παχύσαρκων ατόμων (9.9%) συνηπήρχε με λιποβαρείς (4,8%) και/ήαναιμικές καταστάσεις (23,3%). Λιγότερο από ένας στους τέσσερις (22,4%) τωνΠαλαιστινίων φοιτητών δήλωσαν συμμετοχή σε κάποια σωματικήδραστηριότητα περισσότερο από 5 ημέρες την εβδομάδα, με τα άρρενα άτομα ναείναι σωματικά πιο δραστήρια (P<0,01). Η πλειοψηφία των παιδιώνπροσλαμβάνει λιγότερο από το 80% της συνιστώμενης ημερήσιας πρόσληψης (RDA) για τα περισσότερα μικροθρεπτικά συστατικά. Παρά το γεγονός ότι ουποσιτισμός ήταν εμφανής στο δείγμα, το 80% των παιδιών βαθμολόγησαν τηνυγεία τους ως εξαιρετική, με τα άρρενα άτομα να χαρακτηρίζουν την υγεία τουςως βέλτιστη (P<0,01).2) Η ανάλυση του δεύτερου θέματος ανέδειξε ότι το τραύμα είναι η κύρια αιτίατης κακής υγείας μεταξύ των Παλαιστινίων παιδιών σε όλη τη χώρα. Από τοσύνολο των 15.963 εφήβων, το 47,6% τραυματίστηκαν, με τα άρρενα άτομα(53,5%) να είναι στατιστικά πιο επιρρεπή σε τραυματισμούς σε σχέση με τα θήλεα(42,1%) (<0,001). Το σύνολο των ατόμων με περισσότερους από ένατραυματισμό, φάνηκε να μειώνεται κατά ηλικία και βρέθηκε επίσης σημαντικάυψηλότερη στα αγόρια παρά στα κορίτσια (27,3% και 17,9%, αντίστοιχα<0,001). Παιδιά οικογενειών με χαμηλό Δείκτη Οικογενειακής Ευμάρειας(Family Affluence Scale - FAS) παρουσίασαν σημαντικά χαμηλότερες αναλογίεςτραυματισμών από εκείνα που ζουν σε οικογένειες με μέτρια ή υψηλή FAS (<0,001). Ο αριθμός των τραυματισμών κατά την διάρκεια ποδηλασίας ήτανσημαντικά μεγαλύτερος στα αγόρια (46,3%) συγκριτικά με τα κορίτσια (41,7%) (<0,001), ενώ ο αριθμός των τραυματισμών κατά το περπάτημα/τρέξιμο ήτανμεγαλύτερος στα κοριτσια (32,5%) σε σχέση με τα αγόρια (28,0%) (<0,001).3) Περίπου το 73,8% των μαθητών οι οποίοι συμπλήρωσαν το προαιρετικόπακέτο ανέφεραν ότι εργάζονται κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών,από τους οποίους το 79,1% δήλωσαν ότι υπέστησαν κάποιο τραυματισμό πουσχετίζεται με την εργασία την οποία εκτελούσαν. Τα εργατικά ατυχήματα ήτανσημαντικά περισσότερα στα αγόρια, σε παιδιά μικρότερης ηλικίας, και σε παιδιάπου είναι εγγεγραμμένα σε σχολεία της UNRWA και ζουν στη Λωρίδα της Γάζας(P<0.05). Τα παιδιά που εργάζονται περισσότερο από 3 ώρες/ημέρα είχανπερισσότερες πιθανότητες κατά ένα συντελεστή 1,73 (95% CI,1.53-1.95) ναυποστούν κάποιο τραυματισμό από αυτούς που εργάζονται λιγότερο από 3ώρες/μέρα. Περίπου τα μισά από τα παιδιά εργάστηκαν στο λιανικό εμπόριο(51,5%), τη γεωργία (20,0%) και τον καθαρισμό (11,4%). Το είδος τουτραυματισμού είχε άμεση σχέση με το είδος της εκτελούμενης εργασίας.ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΣτην Παλαιστίνη δεν εκτιμούνται ιδιαίτερα ο βαθμός, οι παράγοντες κινδύνουκαι οι προβλέψεις της παιδικής παχυσαρκίας και των τραυματισμών. Ευρήματατης παρούσας μελέτης καλύπτουν ένα κενό στη βιβλιογραφία για την εφηβικήυγεία στην Παλαιστίνη, παρέχοντας νέες πληροφορίες σχετικά με τιςδιατροφικές συνήθειες των εφήβων και τον κίνδυνο τραυματισμού. Ελπίζουμεότι τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης μπορούν να παρέχουν αρχικάκατευθυντήριες οδηγίες για το σχεδιασμό ενημερωτικών και εκπαιδευτικώνπρογραμμάτων, τα οποία ενθαρρύνουν υγιεινές διατροφικές συνήθειες σεσυνδυασμό με τη σωματική δραστηριότητα. Επιπλέον μπορούν να συμβάλλουνστην ανάπτυξη ενός «Εθνικού Προγράμματος Παρέμβασης και ΠρόληψηςΤραυματισμών» με στόχο την ενίσχυση της ασφάλειας των Παλαιστινίωνεφήβων.