A Capillary Electrophoretic Study on the Specificity of β-Galactosidases fromAspergillus oryzae, Escherichia coli, Streptococcus pneumoniae,andCanavalia ensiformis(Jack Bean)

1997 ◽  
Vol 246 (1) ◽  
pp. 96-101 ◽  
Author(s):  
Reinhard Zeleny ◽  
Friedrich Altmann ◽  
Werner Praznik
1989 ◽  
Vol 23 (suppl C) ◽  
pp. 143-148
Author(s):  
R. J. Dworkin ◽  
J. H. Tureen ◽  
S. L. Kennedy ◽  
M. Sachdeva ◽  
M. A. Sande

2001 ◽  
Vol 45 (9) ◽  
pp. 2432-2435 ◽  
Author(s):  
Peter Margolis ◽  
Corinne Hackbarth ◽  
Sara Lopez ◽  
Mita Maniar ◽  
Wen Wang ◽  
...  

ABSTRACT Resistance to peptide deformylase inhibitors in Escherichia coli or Staphylococcus aureus is due to inactivation of transformylase activity. Knockout experiments in Streptococcus pneumoniae R6x indicate that the transformylase (fmt) and deformylase (defB) genes are essential and that adef paralog (defA) is not. Actinonin-resistant mutants of S. pneumoniae ATCC 49619 harbor mutations indefB but not in fmt. Reintroduction of the mutated defB gene into wild-type S. pneumoniaeR6x recreates the resistance phenotype. The altered enzyme displays decreased sensitivity to actinonin.


2006 ◽  
Author(s):  
Δέσποινα Καλογιάννη

Οι μέθοδοι ανίχνευσης και προσδιορισμού ειδικών αλληλουχιών νουκλεϊκών οξέων βασίζονται στην υβριδοποίηση (μοριακή αναγνώριση) του αναλύτη με συμπληρωματικό μόριο DNA/RNA, το οποίο είναι συνδεδεμένο, άμεσα ή έμμεσα, με κατάλληλο ιχνηθέτη για παραγωγή σήματος. Το φάσμα εφαρμογών των μεθόδων υβριδοποίησης συνεχώς διευρύνεται, κυρίως ως αποτέλεσμα της προόδου των προγραμμάτων προσδιορισμού της αλληλουχίας του γονιδιώματος του ανθρώπου και άλλων οργανισμών. Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι αφενός η ανάπτυξη μεθόδων υβριδοποίησης που παρέχουν τη δυνατότητα ταυτόχρονου προσδιορισμού πολλών αλληλουχιών νουκλεϊκών οξέων και αφετέρου η απλοποίηση των μεθόδων υβριδοποίησης με τη χρήση βιοαισθητήρα DNA. Στο Κεφάλαιο 1 της διατριβής περιγράφεται η αρχή της αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης (PCR) και η αντίστροφη μεταγραφή-PCR (RT-PCR) ως οι πιο σημαντικές τεχνικές εκθετικού πολλαπλασιασμού ειδικών αλληλουχιών DNA και RNA, οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο μέρος κάθε σύγχρονης μεθόδου ανάλυσης νουκλεϊκών οξέων. Παρουσιάζεται επίσης η τεχνική της ποσοτικής PCR και διάφορες μέθοδοι προσδιορισμού των προϊόντων της PCR. Στο Κεφάλαιο 2 γίνεται παρουσίαση των δοκιμασιών υβριδοποίησης νουκλεϊκών οξέων, οι οποίες αποτελούν και τον ακρογωνιαίο λίθο της αναλυτικής χημείας του DNA και RNA. Περιγράφεται η εξέλιξη των ιχνηθετών από τα ραδιοϊσότοπα μέχρι τους πιο σύγχρονους μη ραδιενεργούς ιχνηθέτες που παρέχουν υψηλή ανιχνευσιμότητα και δυνατότητες αυτοματοποίησης. Παρουσιάζονται οι ομογενείς και ετερογενείς δοκιμασίες υβριδοποίησης και διάφορες παραλλαγές που διευκολύνουν την εκτέλεση τους. Στο Κεφάλαιο 3 παρέχεται σύντομη περιγραφή της αρχής λειτουργίας και της οργανολογίας της κυτταρομετρίας ροής, η οποία αποτελεί ένα ισχυρό αναλυτικό εργαλείο για τη διερεύνηση ιδιοτήτων μικροσωματιδίων (π.χ. κυττάρων αλλά και συνθετικών μικροσφαιριδίων). Αντικείμενο του Κεφαλαίου 4 είναι η ανάπτυξη πολλαπλών φθορισμομετρικών δοκιμασιών υβριδοποίησης DNA και RNA σε εναιώρημα φασματικά διακριτών μικροσφαιριδίων πολυστυρενίου. Κάθε μικροσφαιρίδιο περιέχει δύο φθορίζουσες χρωστικές σε συγκεκριμένη αναλογία και με αυτό τον τρόπο έχει καταστεί ένα φασματικά κωδικοποιημένο στερεό υπόστρωμα για την εκτέλεση δοκιμασιών υβριδοποίησης. Ειδικά ολιγονουκλεοτίδια-ανιχνευτές προσδένονται ομοιοπολικά στην επιφάνεια κάθε μικροσφαιριδίου. Η αλληλουχία του DNA- ή RNA-στόχου (αναλύτης) υβριδοποιείται με τα ακινητοποιημένα ολιγονουκλεοτίδια και τα υβρίδια ποσοτικοποιούνται με άλλη φθορίζουσα ουσία. Το εναιώρημα αναλύεται με κυτταρομετρητή ροής με ανιχνευτή φθορισμού επαγώμενου με δύο πηγές λέιζερ. Μελετήθηκε ο προσδιορισμός μονόκλωνου DNA, δίκλωνου DNA και RNA και πραγματοποιήθηκαν πειράματα ανάλυσης γονιδιακής έκφρασης σε ασθενείς με λευχαιμία. Στο Κεφάλαιο 5 παρουσιάζεται ο πρώτος βιοαισθητήρας DNA τύπου εμβαπτιζόμενης ταινίας ξηρών αντιδραστηρίων για την ανίχνευση 7 χρωμοσωμικών αλληλομεταθέσεων, οι οποίες σχετίζονται άμεσα με την οξεία ή τη χρόνια λευχαιμία. Ο βιοαισθητήρας βασίζεται σε ολιγονουκλεοτίδια συζευγμένα με νανοσωματίδια χρυσού και επιτρέπει την ταυτοποίηση των αλληλομεταθέσεων δια γυμνού οφθαλμού, έπειτα από πολλαπλασιασμό με RT-PCR. Σε αντίθεση με τις μέχρι τώρα χρησιμοποιούμενες μεθόδους ανίχνευσης αλληλομεταθέσεων, η ανάλυση με το βιοαισθητήρα είναι απλή, δεν απαιτεί ειδικά όργανα και αποφεύγει πολλά στάδια επωάσεων και εκπλύσεων. Αντικείμενο του Κεφαλαίου 6 της διατριβής είναι η ανάπτυξη μεθόδου υβριδοποίησης DNA για την ταχεία ανίχνευση βακτηριακής επιμόλυνσης σε αρθροπλαστικές επεμβάσεις, ένα σημαντικό πρόβλημα στην ορθοπεδική. Απομονώνεται DNA από δείγματα αρθρικού υγρού, ακολουθεί πολλαπλασιασμός με PCR χρησιμοποιώντας καθολικούς εκκινητές και ανίχνευση των προϊόντων με βιοαισθητήρα DNA. Ανιχνεύονται οι μικροοργανισμοί Escherichia coli, Staphylococcus aureus, Staphylococcus epidermidis, Haemophilus influenza, Enterococcus faesium και Streptococcus pneumoniae. Στο Κεφάλαιο 7 περιγράφεται η εφαρμογή του βιοαισθητήρα DNA για την ανίχνευση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών (GMO) σε τρόφιμα. Αν και η παρουσία GMO μπορεί να διαπιστωθεί με ανίχνευση είτε της νέας πρωτεΐνης που συνθέτει το διαγονιδιακό φυτό ή της αλληλουχίας DNA που έχει εισαχθεί σ’ αυτό, το DNA είναι ο προτιμότερος αναλύτης λόγω της μεγαλύτερης σταθερότητάς του, ιδιαίτερα σε επεξεργασμένα τρόφιμα. Χαρακτηριστικές αλληλουχίες DNA που περιέχονται στα περισσότερα GMO, δηλαδή ο προαγωγέας 35S και ο τερματιστής NOS, πολλαπλασιάζονται με PCR και τα προϊόντα ανιχνεύονται με δοκιμασία υβριδοποίησης στο βιοαισθητήρα DNA. Η παρούσα εργασία εισάγει, για πρώτη φορά στο πεδίο της ανάλυσης GMO, έναν βιοαισθητήρα DNA τύπου εμβαπτιζόμενης ταινίας ξηρών αντιδραστηρίων.


Author(s):  
Liliana Giordano ◽  
Flora Marzia Liotti ◽  
Giulia Menchinelli ◽  
Giulia De Angelis ◽  
Tiziana D’Inzeo ◽  
...  

The bacteremia level as well as the administration of antibiotics before blood collection may significantly affect the recovery of bacterial pathogens from pediatric blood cultures in BacT/Alert Virtuo or Bactec FX BC systems, which remain the common techniques to diagnose bacteremia in pediatric patients. We simulated pediatric blood cultures with low or intermediate bacteremia level to evaluate BacT/Alert PF Plus and Bactec Peds Plus blood culture bottles for resin-based inactivation of 16 antibiotic–bacterium combinations. Overall, 105/192 (54.7%) of BacT/Alert PF Plus bottles and 69/192 (36.0%) of Bactec Peds Plus bottles allowed organisms to grow when exposed to antibiotics. In particular, both BacT/Alert PF Plus and Bactec Peds Plus bottles proved to be effective with piperacillin/tazobactam and Pseudomonas aeruginosa or with oxacillin and methicillin-susceptible Staphylococcus aureus (100% growth), whereas no effectiveness was apparent with ceftriaxone and Escherichia coli, Streptococcus agalactiae, or Streptococcus pneumoniae or with cefepime and E. coli (0% growth). In some relevant instances (e.g., with vancomycin and methicillin-resistant S. aureus or Streptococcus pneumoniae), BacT/Alert PF Plus bottles were superior to Bactec Peds Plus bottles. Together, these findings underscore the potentiality of resin-containing bottles to enhance diagnosis of bacteremia in pediatric patients on antimicrobial therapy. This is particularly true with one of the evaluated BC systems and with simulated intermediate bacteremia level only.


2021 ◽  
Vol 31 (5) ◽  
pp. 25-31
Author(s):  
Nguyễn Thị Thu Phương ◽  
Trần Thị Ngân ◽  
Ngô Thị Quỳnh Mai

Nghiên cứu đã tiến hành phân tích kết quả xét nghiệm của 4722 mẫu bệnh phẩm vi sinh tại bệnh viện Đa khoa Quốc tế Hải Phòng từ năm 2018 đến năm 2020 nhằm mô tả một số đặc điểm kháng kháng sinh nhóm beta-lactam của một số vi khuẩn điển hình. Qua phân tích nhóm nghiên cứu thấy các vi khuẩn chủ yếu phân lập được là Escherichia coli (26,2%), Staphylococcus aureus (12,5%), và Haemophilus influenzae (8,6%). Vi khuẩn Escherichia coli kháng kháng sinh nhóm Beta-lactam với tỷ lệ khá cao (từ 1% (Imipenem) đến 29% (cefuroxime)). Tuy nhiên, vi khuẩn Streptococcus pneumoniae còn nhạy cảm với nhóm kháng sinh này với tỷ lệ kháng là 0%. Cefuroxime là kháng sinh có tỷ lệ bị kháng cao nhất với 42,7%. Các chủngvi khuẩn tại bệnh viện còn khá nhạy cảm với các kháng sinh thuộc nhóm carbapenem với tỷ lệ kháng thấp. Trong đó vi khuẩn là Acinetobacter baumannii và Pseudomonas aeruginosa có tỉ lệ kháng kháng sinh nhóm này từ 4,2% đến 5,2%. Kết quả nghiên cứu đã cung cấp dữ liệu về tính đề kháng kháng sinh betalactam của các vi khuẩn điển hình tại bệnh viện nhằm hỗ trợ các bác sĩ trong việc lựa chọn và sử dụng kháng sinh an toàn và hiệu quả


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document