Flavonoids of the Exudate of Centaurea calcitrapa

2015 ◽  
Vol 51 (4) ◽  
pp. 762-763 ◽  
Author(s):  
R. Kitouni ◽  
F. Benayache ◽  
S. Benayache
Keyword(s):  
Plant Disease ◽  
2006 ◽  
Vol 90 (4) ◽  
pp. 425-428 ◽  
Author(s):  
T. L. Widmer ◽  
F. Guermache

Yellow starthistle (Centaurea solstitialis) is an annual invasive weed in the United States with Mediterranean origins. The expense of chemical control and the vast area of invasion make this weed an appropriate target for classical biological control. Observations of a field site in southern France revealed small orange galls on the leaves of yellow starthistle seedlings caused by the fungus Synchytrium solstitiale. Inoculation of yellow starthistle seedlings with a suspension of zoospores released from infected tissue resulted in infection. Ten days after inoculation, typical orange galls appeared on the exposed tissue. Preliminary host range testing showed up to 100% infection of C. solstitialis seedlings from both France and the United States and infection of Carthamus tinctorius, Centaurea americana, C. diffusa, C. rothrockii, C. squarrosa, and Helianthus annuus seedlings. No symptoms were observed on seedlings of Centaurea calcitrapa, C. maculosa, C. sulfurea, Cirsium californica, C. occidentale, Cynera cardunculus, and Taraxacum officinale. Zoospores were released in a pH range between 4.45 and 8.25 and optimally at temperatures between 5 and 15°C. Infection of yellow starthistle seedlings occurred after a minimum 1-h exposure to a zoospore suspension at 20°C.


2000 ◽  
Vol 267 (23) ◽  
pp. 6824-6831 ◽  
Author(s):  
Ana Domingos ◽  
Paula C. Cardoso ◽  
Zhong-tian Xue ◽  
Alda Clemente ◽  
Peter E. Brodelius ◽  
...  

2002 ◽  
Vol 16 (2) ◽  
pp. 452-456 ◽  
Author(s):  
MICHAEL J. PITCAIRN ◽  
JAMES A. YOUNG ◽  
CHARLIE D. CLEMENTS ◽  
JOE BALCIUNAS
Keyword(s):  

Plants ◽  
2019 ◽  
Vol 9 (1) ◽  
pp. 26 ◽  
Author(s):  
Concettina Cappadone ◽  
Manuela Mandrone ◽  
Ilaria Chiocchio ◽  
Cinzia Sanna ◽  
Emil Malucelli ◽  
...  

Sardinia (Italy), with its wide range of habitats and high degree of endemism, is an important area for plant-based drug discovery studies. In this work, the antitumor activity of 35 samples from Sardinian plants was evaluated on human osteosarcoma cells U2OS. The results showed that five plants were strongly antiproliferative: Arbutus unedo (AuL), Cynara cardunculus (CyaA), Centaurea calcitrapa (CcA), Smilax aspera (SaA), and Tanacetum audibertii (TaA), the latter endemic to Sardinia and Corsica. Thus, their ability to induce cell cycle arrest and apoptosis was tested. All extracts determined cell cycle block in G2/M phase. Nevertheless, the p53 expression levels were increased only by TaA. The effector caspases were activated mainly by CycA, TaA, and CcA, while AuL and SaA did not induce apoptosis. The antiproliferative effects were also tested on human umbilical vein endothelial cells (HUVEC). Except for AuL, all the extracts were able to reduce significantly cell population, suggesting a potential antiangiogenic activity. The phytochemical composition was first explored by 1H NMR profiling, followed by further purifications to confirm the structure of the most abundant metabolites, such as phenolic compounds and sesquiterpene lactones, which might play a role in the measured bioactivity.


2002 ◽  
Vol 31 (3) ◽  
pp. 242-249 ◽  
Author(s):  
Pedro M.L Lourenço ◽  
Susana de Castro ◽  
Tiago M Martins ◽  
Alda Clemente ◽  
Ana Domingos

2015 ◽  
Author(s):  
Ζέκο Ράντεβ

ΠΕΡΙΛΗΨΗΗ επίδραση της περιεκτικότητα πρωτεϊνών της γύρης στην ανάπτυξη, την αναπαραγωγή και την παραγωγικότητα των μελισσών (Apis mellifera L.), ήταν το αντικείμενο της παρούσας έρευνας. Η γύρη συλλέχθηκε από πέντε μελίσσια χρησιμοποιώντας εσωτερικές γυρεοπαγίδες πυθμένα κάθε δεύτερη ημέρα, όπου το 10% της συλλεγόμενης γύρης διαχωρίστηκε ανάλογα με το χρώμα, το σχήμα και τη μορφή, ώστε να προσδιοριστούν τα φυτά που επισκέπτονται οι μέλισσες, ενώ το υπόλοιπο της γύρης αναμίχθηκε. Πραγματοποιήθηκε χημική ανάλυση πρωτεϊνών και μέτρηση υγρασίας στην ξεχωρισμένη και στην ανάμικτη γύρη. Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες στη γύρη αποτελεί το βασικό συστατικό της χημικής σύνθεσής της, και ο προσδιορισμός της είναι ιδιαίτερα χρήσιμος στη διερεύνηση της επίδρασής της στα μελίσσια. Κάθε μήνα τα μελίσσια επιθεωρούνταν και καταγραφόταν η έκταση του γόνου, ο πληθυσμός, η κατάσταση υγείας των μελισσιών και η αποθηκευμένη ποσότητα μελιού και γύρης. Η γύρη από διάφορα βοτανικά είδη έχει διαφορετική περιεκτικότητα πρωτεϊνών για τις μέλισσες και επηρεάζει την ανάπτυξη και την παραγωγικότητα των μελισσιών. Στη μελέτη αυτή, αναλύθηκε η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες 35 δειγμάτων ανάμικτης και 50 αμιγούς γύρης. Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες κυμαινόταν από 11,5% (Chondrilla juncea) έως 27,4% (Cucumis melo), ο μέσος όρος ήταν 19,9%. Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες των δειγμάτων ανάμικτης γύρης σε διαφορετικές περιόδους του έτους, κυμάνθηκε από 13,9% έως 27,8% και ο μέσος όρος ήταν 21%. Οι διαφορές στο πρωτεϊνικό περιεχόμενο παρατηρήθηκαν μεταξύ των ανεμόφιλων και εντομόφιλων ειδών, μεταξύ διαφορετικών ειδών φυτών της ίδιας οικογένειας. Οι προτιμήσεις των μελισσών στη γύρη εξαρτώνται επίσης από την κατανομή της μελισσοκομικής χλωρίδας, την έκταση των μελισσοκομικών φυτών και τη διάρκεια ανθοφορίας τους.Η αναπαραγωγή, η ανάπτυξη και η παραγωγικότητα των μελισσιών είναι υψηλές, όταν οι μέλισσες συλλέγουν γύρη με περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη πάνω από 20%. Όσο υψηλή είναι η περιεκτικότητα πρωτεϊνών, τόσο υψηλοί είναι και οι προαναφερθέντες παράγοντες. Κατά τη διάρκεια της άνοιξης, η γύρη με περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη πάνω από 21%, και ιδιαίτερα πάνω από 27%, επιτρέπει στα μελίσσια να διατηρήσουν ένα υψηλό επίπεδο αναπαραγωγής και ανάπτυξης. Εάν υπάρχει γύρη με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου, τα μελίσσια αναπτύσσονται με ταχύτερους ρυθμούς και στις αρχές της άνοιξης του επόμενου έτους. Όταν η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη είναι χαμηλή, η αναπαραγωγή και η ανάπτυξη των μελισσιών είναι επίσης περιορισμένες.Η περιεκτικότητα υγρασίας στα αμιγή δείγματα γύρης που αναλύθηκαν κυμάνθηκε μεταξύ 9,7% (Centaurea calcitrapa) έως 23,1% (Crepis sp.) και ο μέσος όρος ήταν 17,4%. Η υγρασία στα δείγματα ανάμικτης γύρης από διαφοετικές περιόδους κυμάνθηκε μεταξύ 12,3% έως 26,6% και ο μέσος όρος ήταν 18,8%. Η περιεκτικότητα της γύρης σε υγρασία επηρεάζεται κυρίως από την υγρασία του περιβάλλοντος. Ο προσδιορισμός της υγρασίας στα δείγματα γύρης δίνει τη δυνατότητα να εκφραστούν τα αποτελέσματα επί ξηρού.Η καταγραφή των γυρεοδοτικών φυτών και η συλλογή των δειγμάτων γύρης πραγματοποιήθηκε με τη χρήση γυρεοπαγίδων, που τοποθετήθηκαν σε κυψέλες που βρίσκονται στο Belozem (Βουλγαρία). Η ανάλυση των κυριότερων μελισσοκομικών φυτών της περιοχής μελέτης περιλαμβάνει 113 είδη από 101 γένη και 46 οικογένειες. Αυτό δείχνει ένα σχετικά μεγάλο αριθμό και ποικιλίες μελισσοκομικών φυτών που έχουν διαφορετική περιεκτικότητα πρωτεϊνών γύρης και επιδρούν στην ανάπτυξη των μελισσών. Τα σημαντικότερα 50 είδη αναλύθηκαν για την περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη και νερό. Η υψηλότερη συγκέντρωση γύρης βρέθηκε την άνοιξη και νωρίς το καλοκαίρι, όταν η εκτροφή του γόνου είναι εντατική.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document