Συμπεριφορές προαγωγής υγείας οικογένειας ασθενούς με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο στην κοινότητα

2016 ◽  
Author(s):  
Άννα Καυγά-Παλτόγλου

Εισαγωγή: Το Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (ΑΕΕ) αποτελεί παγκοσμίως, την πρώτη αιτία μακροχρόνιας ανικανότητας στους ενήλικες, με σοβαρές επιπτώσειςστον ίδιο τον ασθενή, στην οικογένεια και στο σύστημα υγείας Η λειτουργική ανικανότητα επηρεάζει την ποιότητα της ζωής του ασθενούς που επιβίωσε από εγκεφαλικό επεισόδιο και επιδρά στη ζωή της οικογένειας. Η υπευθυνότητα του ρόλου, η αβεβαιότητα και η απώλεια του ελέγχου προκαλούν επιβάρυνση στους φροντιστές και επηρεάζουν τις συμπεριφορές προαγωγής υγείας, καθώς και τη σωματική, ψυχική και κοινωνική τους υγεία. Ο βαθμός λειτουργικής ανικανότητας των ασθενών ως προς τις καθημερινές δραστηριότητες επηρεάζει τις συμπεριφορές προαγωγής υγείας των φροντιστών. Η κατάσταση αυτή επιδρά δυσμενώς στην υγεία του φροντιστή και σε ολόκληρη τη οικογένεια.Σκοπός: Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η εκτίμηση της επιβάρυνσης,της κατάθλιψης και της κοινωνικής υποστήριξης του βασικού φροντιστή καθώς και της λειτουργικής ικανότητας του ασθενούς στο βαθμό που οι συγκεκριμένες μεταβλητές επηρεάζουν τις συμπεριφορές προαγωγής υγείας των οικογενειακών φροντιστών των ασθενών με ΑΕΕ στην κοινότητα.Υλικό-Μέθοδος: Με τη διαδικασία της σκόπιμης δειγματοληψίας επιλέχθηκαν από την ευρύτερη περιοχή της Αττικής, 109 δυάδες ασθενών και των φροντιστών τους. Από τα βασικά κριτήρια επιλογής ήταν οι ασθενείς να έχουν λειτουργική ανικανότητα, και οι φροντιστές να είναι μέλη της οικογένειας αλλά και οι βασικοί φροντιστές. Η συλλογή των δεδομένων έγινε από την ίδια την ερευνήτρια με επισκέψεις κατ’οίκον. Η λειτουργική ικανότητα των ασθενών εκτιμήθηκε με την κλίμακα Barthel, οι συμπεριφορές προαγωγής υγείας και ο τρόπος ζωής των φροντιστών με την κλίμακα HPLP II, οι αλλαγές στη ζωή των φροντιστών, η κατάθλιψη και η κοινωνική τους υποστήριξη με τις κλίμακες, Bakas Caregiving Outcomes Scale (BCOS), CES-D και Personal Resourse Questionnaire (PRQ 2000) αντίστοιχα. Για την περιγραφή των ποσοτικών μεταβλητών χρησιμοποιήθηκαν οι απόλυτες και οι σχετικές συχνότητες και για τις ποιοτικές μεταβλητές, οι μέσες τιμές, οι τυπικές αποκλίσεις, οι διάμεσοι και τα ενδοτεταρτημοριακά εύρη. Για τις συγκρίσεις χρησιμοποιήθηκε το Student’s t-test και ο παραμετρικός έλεγχος ανάλυσης διασποράς (ANOVA), ενώ για τον έλεγχο της σχέσης ποσοτικών μεταβλητών ο συντελεστής Pearson ή Spearman(r). Για τον έλεγχο σφάλματος τύπου Ι, λόγω των πολλαπλών συγκρίσεων χρησιμοποιήθηκε η διόρθωση κατά Bonferroni όπου, το επίπεδο σημαντικότητας ορίστηκε στο 0,05/κ (κ=αριθμός συγκρίσεων). Η ανάλυση γραμμικής παλινδρόμησης χρησιμοποιήθηκε για να βρεθούν ανεξάρτητοι παράγοντες που σχετίζοντα με τις κλίμακες από την οποία προέκυψαν οι συντελεστές εξάρτησης και τα τυπικά σφάλματά τους. Οι συντελεστές intraclass correlation coeffcients (ICCs) χρησιμοποιήθηκαν για να ερευνηθεί η συμφωνία των απαντήσεων μεταξύ πρώτης και δεύτερης μέτρησης στο ερωτηματολόγιο HPLP II και PRQ 2000. Η εσωτερική αξιοπιστία ελέχθηκε με το συντελεστή Cronbach’s-alpha. Η στατιστική σημαντικότητα τέθηκε στο 0,05. Για την ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πακέτο SPSS V.19.0.Αποτελέσματα: Το μεγαλύτερο ποσοστό των φροντιστών (67,95%) ήταν γυναίκες και το 50,5% ήταν σύζυγοι των ασθενών με μέση ηλικία τα 58.0 έτη. Οι περισσότεροι ( 39,4%) ήταν απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το 90,6% είχε ενήλικα παιδιά και το 53,2% ήταν συνταξιούχοι. Το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα ήταν περισσότερο από 5000 ευρώ για το 39,4% των φροντιστών και λιγότερο από 5000 ευρώ για το 14,7%. Οι μισοί από τους φροντιστές φρόντιζαν τον ασθενή τουλάχιστον 8 μήνες με μέση ημερήσια διάρκεια 13,2 ώρες. Η μέση ηλικία των ασθενών ήταν τα 69,3 έτη και στην πλειοψηφία τους ήταν άνδρες (51,4%). Σύμφωνα με την αυτοαντίληψη των φροντιστών για την υγεία τους το 49,5% τη χαρακτήρισε μέτρια. Η μέση τιμή στην κλίμακα της επιβάρυνσης βρέθηκε 48.3, της κατάθλιψης 21.7, της κοινωνικής υποστήριξης 77.7 και της λειτουργικότητας των ασθενών 44,0. Η λειτουργικότητα των ασθενών ήταν σημαντικά υψηλότερη όταν οι ασθενείς ήταν άνδρες. Αρνητική ήταν η συσχέτιση με την ηλικία των ασθενών (p=<0,001) τον αριθμό των παιδιών (p=0,014) και το συνολικό χρόνο φροντίδας (p=0,009) καθώς και με τις ώρες ημερήσιας φροντίδας (p=<0,001). Υπήρξε σημαντική αρνητική συσχέτιση της κλίμακας της επιβάρυνσης με την κλίμακα της κατάθλιψης (r=-0,36,p=<0,001) και θετική συσχέτιση της επιβάρυνσης με την κλίμακα κοινωνικής υποστήριξης (r=0,29,p=0,002) Η συνολική βαθμολογία της κλίμακας HPLP II κυμάνθηκε από 1,69 έως 3,17 (διαπροσωπικές σχέσεις 2,66, πνευματική ανάπτυξη 2,61, διατροφικές συνήθεις 2,25, υπευθυνότητα για τη υγεία 2,25, διαχείριση του στρες 2,04, φυσική άσκηση 1,60). Επιπλέον, υπήρξε σημαντική θετική συσχέτιση και μεταξύ όλων των διαστάσεων της κλίμακας. Θετική ήταν η συσχέτιση της κλίμακας με το επίπεδοεκπαίδευσης των φροντιστών (p=0,026) και το ετήσιο οικονομικό τους εισόδημα (p=0,17) και αρνητική με τη διάρκεια της ημερήσιας φροντίδας (r=-0,29). Σημαντική θετική συσχέτιση βρέθηκε μεταξύ της κλίμακας HPLP II και των κλιμάκων: επιβάρυνσης (r=0,25,P=0,008), εκτίμησης της λειτουργικότητας (r=0,24,p=0,011) και κοινωνικής υποστήριξης (r=0,49,p=<0,001). Η κλίμακα κοινωνικής υποστήριξης είχε θετική σημαντική συσχέτιση με όλες τις διαστάσεις της προαγωγής υγείας. Αντίθετα, η κλίμακα HPLP II δε βρέθηκε να συσχετίζεται σε επίπεδο στατιστικά σημαντικό με τηνκλίμακα της κατάθλιψης.Συμπεράσματα: Οι συμπεριφορές προαγωγής υγείας των φροντιστών επηρεάζονται από τη λειτουργική ικανότητα του ασθενούς, από την επιβάρυνση και την κοινωνική υποστήριξη και λιγότερο από τα καταθλιπτικά συμπτώματα. Οι πολλές ώρες φροντίδας και το χαμηλό εκπαιδευτικό και οικονομικό επίπεδο επηρεάζουν αρνητικά τον τρόπο ζωής και τις συμπεριφορές υγείας των φροντιστών ασθενών με ΑΕΕ. Οι φροντιστές συνήθως δε συμμετέχουν σε δραστηριότητες φυσικής άσκησης. Η παρούσα μελέτη αποτέλεσε μια πρώτη προσέγγιση του θέματος των συμπεριφορών προαγωγής υγείας των Ελλήνων φροντιστών ασθενών που επιβίωσαν από εγκεφαλικό επεισόδιο και ζούν στην κοινότητα. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους νοσηλευτές της κοινότητας για την υποστήριξη των οικογενειακών φροντιστών, με την εφαρμογή ατομικών και ομαδικών προγραμμάτων αγωγής υγείας, συμβουλευτικής και δράσεων κοινωνικής υποστήριξης στο επίπεδο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.

2019 ◽  
Author(s):  
Victor Albino ◽  
Izabelly Dutra Fernandes ◽  
Ricardo Gomes ◽  
Tais Acácia Santos-Silva ◽  
Roberta Smania-Marques ◽  
...  

BACKGROUND In Brazil, the prevalence of diseases caused by arboviruses has increased alarmingly in recent years. Information and communication technologies, especially mobile technologies, has been used to engage the population and to change their practices in order to control the rising of mosquitos. OBJECTIVE The objective of this study was to perform a survey of the applications (apps) created for prevention and health promotion in relation to arbovirus diseases transmitted by Aedes Aegypti – such as dengue, zika and chikungunya – as well as classify the quality of these apps based on the Mobile App Rating Scale (MARS). The assessment also investigated whether these apps were elaborated considering the theories of behaviour change. METHODS The analysis of the apps for mobile devices was performed using the Android operating system and the Google’s app store. The search terms used were "Chikungunya", "Dengue" and "Zika". The apps were independently analysed by two researchers after a period of training using the MARS scale. Student's T-test was performed to compare the means obtained by the two researchers in order to evaluate if they had a significant difference at the 5% level. The Kappa test was used to evaluate the interobserver agreement for binary categorical variables and for variables using Likert scale. The reliability of the scale was estimated using the Cronbach's alpha coefficient. RESULTS Many of the evaluated apps accomplish their goals of transmitting information in an interactive way, but they do not necessarily have the purpose of influencing their users to change behaviours related to the control of disease-vector mosquitoes. Student's T-test did not show significant differences in scores of the different sections of the MARS except for the engagement. Three variables had an almost perfect or strong agreement using Kappa (above 0.61): whether the apps could be classified as informative, had a geolocation feature and were used to entertainment. Cronbach’s Alpha showed good reliability of the MARSs. This study also showed that it is necessary to create and regulate evaluation, dissemination and storage policies for these apps so that, over the years, a deeper analysis of the role of these tools in health promotion can be investigated and better understood. CONCLUSIONS In Brazil, the vast majority of apps, created to prevent arboviroses, were developed for informational or entertainment purposes and they were not explicitly based on health behaviour theories.


2018 ◽  
Author(s):  
Μαρία Σταματοπούλου

Εισαγωγή: Η σχετιζόμενη με την υγεία ποιότητα ζωής (ΣΥΠΖ) αφορά σε μια πολυδιάστατη έννοια που περιγράφει τις σωματικές, λειτουργικές, κοινωνικές και ψυχολογικές πτυχές της ευημερίας και της λειτουργικότητας του ατόμου. Οι έρευνες, που αντικατοπτρίζουν την άποψη των παιδιών και εφήβων για την ευημερία, τη λειτουργικότητά τους καθώς και για τους προσδιοριστικούς παράγοντες που δύνανται να επηρεάσουν τα ανωτέρω, είναι προς το παρόν διαθέσιμες μόνο σε στοιχειώδη μορφή. Σκοπός: Σκοπός της διδακτορικής διατριβής είναι η διερεύνηση της επίδρασης της συναισθηματικής νοημοσύνης (ΣΝ), του άγχους και του θυμού στην υγεία και στη ΣΥΠΖ των εφήβων. Επιμέρους στόχο αποτελεί η διερεύνηση των ψυχομετρικών ιδιοτήτων της ελληνικής μετάφρασης της σύντομης μορφής της κλίμακας Συναισθηματικής Νοημοσύνης ως Χαρακτηριστικό Γνώρισμα της Προσωπικότητας (TEIQue-ASF) που αφορά σε εφηβικό πληθυσμό.Μέθοδος: Η παρούσα μελέτη εκπονήθηκε σε δύο φάσεις που συντελέστηκαν σε διαφορετικούς μελετώμενους πληθυσμούς. Στην πρώτη φάση, το δείγμα (cluster sampling) αποτελούταν από 440 εφήβους (ποσοστό ανταπόκρισης: 80%), που φοιτούσαν σε δημόσια σχολεία του νομού Λακωνίας. Προκειμένου να εκτιμηθούν οι ψυχομετρικές ιδιότητες της κλίμακας TEIQue-ASF αξιολογήθηκε: α) η αξιοπιστία εσωτερικής συνέπειας, β) η συγκλίνουσα και γ) η επαυξητική εγκυρότητά της. Προς επίτευξη των ανωτέρω χορηγήθηκαν στους μαθητές τέσσερα ερωτηματολόγια: η κλίμακα TEIQue-ASF, η κλίμακα Κεντρικού Μηχανισμού Αυτό-Αξιολόγησης (CSES), η κλίμακα Δυνατοτήτων και Δυσκολιών (SDQ) και ο Κατάλογος Σωματικών Παραπόνων (SCL). Στη δεύτερη φάση της μελέτης, το δείγμα (cluster sampling) απαρτιζόταν 501 μαθητές (ποσοστό ανταπόκρισης 75%), που φοιτούσαν σε δημόσια σχολεία της περιφέρειας Πελοποννήσου και Αττικής. Για τη διερεύνηση του ερευνητικού ζητουμένου οι μαθητές κλήθηκαν να συμπληρώσουν: α) την κλίμακα Kidscreen-27, που αφορά στην αξιολόγηση της ΣΥΠΖ, β) την κλίμακα Αξιολόγησης Θυμού για παιδιά και εφήβους (AES), γ) την κλίμακα Άγχους για Παιδιά (SCAS), δ) τον Κατάλογο Σωματικών Παραπόνων (SCL) και ε) την κλίμακα TEIQue-ASF. Για τη διερεύνηση της ύπαρξης σχέσης μεταξύ μιας ποσοτικής μεταβλητής που ακολουθούσε την κανονική κατανομή και μιας διχοτόμου μεταβλητής χρησιμοποιήθηκε ο έλεγχος t (student’s t-test). Στην περίπτωση που η εξαρτημένη μεταβλητή ήταν ποσοτική μεταβλητή και >2 ανεξάρτητες μεταβλητές προέκυψαν σημαντικές στη διμεταβλητή ανάλυση, εφαρμόστηκε πολλαπλή γραμμική παλινδρόμηση (multivariate linear regression). Αποτελέσματα: Η κλίμακα TEIQue-ASF εμφάνισε καλή εσωτερική συνοχή (cronbach’s alpha :0.87). Η βαθμολογία της παρουσίασε στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τις βαθμολογίες των κλιμάκων CSES, SDQ και SCL, παρέχοντας ενδείξεις για τη συγκλίνουσα εγκυρότητά της. Επιπλέον, η κλίμακα TEIQue-ASF ερμήνευσε μεγαλύτερο ποσοστό της διακύμανσης των εξαρτημένων μεταβλητών σε σύγκριση με την κλίμακα CSES εμφανίζοντας επαυξητική εγκυρότητα. Όσον αφορά το δεύτερο στάδιο της μελέτης παρουσιάστηκαν θετικά ισχυρές και στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις ανάμεσα στη ΣΝ και τη ΣΥΠΖ (r=0.65, p=0.01) και τις επιμέρους διαστάσεις της (σχολείο και μάθηση, σωματικές δραστηριότητες και υγεία, γενική διάθεση και συναισθήματα, οικογένεια και ελεύθερος χρόνος, φίλοι). Επιπλέον, η ΣΝ εμφάνισε αρνητικά ισχυρή και στατιστικά σημαντική συσχέτιση με την κλίμακα SCL (r= -.48, p< 0.001). Η συνολική βαθμολογία στην κλίμακα του Άγχους παρουσίασε αρνητικά ισχυρή και στατιστικά σημαντική συσχέτιση τόσο με τη συνολική βαθμολογία της κλίμακας της ΣΥΠΖ (r=-0.33, p=0.01), όσο και με τις επιμέρους διαστάσεις της (σχολείο και μάθηση, σωματικές δραστηριότητες και υγεία, γενική διάθεση και συναισθήματα, οικογένεια και ελεύθερος χρόνος, φίλοι). Επίσης, αυξημένα επίπεδα άγχους συνδέθηκαν με υψηλή συχνότητα σωματικών παραπόνων (r=0.58, p<0.001). Οι βαθμολογίες στις διαστάσεις του θυμού ως γνώρισμα, της εξωτερίκευσης καθώς και της καταστολής παρουσίασαν στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις τόσο με την κλίμακα σωματικών παραπόνων (με r 0.36, -0.19 και -0.23 αντίστοιχα, για p<0.001) όσο και με τη συνολική βαθμολογία στην κλίμακα της ΣΥΠΖ (r=-0.43, p<0.001) και τις επιμέρους διαστάσεις της (σχολείο και μάθηση, σωματικές δραστηριότητες και υγεία, γενική διάθεση και συναισθήματα, οικογένεια και ελεύθερος χρόνος, φίλοι). Οι τρεις ανεξάρτητες μεταβλητές (συναισθηματική νοημοσύνη, άγχος και θυμός) ερμήνευσαν, από κοινού, ένα υψηλό ποσοστό της διακύμανσης της ΣΥΠΖ (R2Adj= .45, p<0.001) και των σωματικών παραπόνων (R2Adj= .49, p<0.001). Όσον αφορά τα δημογραφικά χαρακτηριστικά η ηλικία, το φύλο καθώς και ο τόπος διαμονής φάνηκε να έχουν σημαντική επίδραση στις μεταβλητές της μελέτης.Συμπεράσματα: Η ΣΝ, το άγχος και ο θυμός έχουν σημαντική επίδραση στην υγεία και στη σχετιζόμενη με την υγεία ποιότητα ζωής του εφηβικού πληθυσμού.


2019 ◽  
Author(s):  
Θεόδωρος Χαλιμούρδας

Η αηδία έχει αναγνωριστεί ως ένα από τα βασικά συναισθήματα από αρκετούς ερευνητές και σε διάφορους πολιτισμούς. Τα τελευταία χρόνια το βασικό συναίσθημα της αηδίας έχει προσελκύσει έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον. Ορίζεται ως ο αποτροπιασμός που προκαλείται στην προοπτική ενσωμάτωσης από το στόμα ενός απεχθούς αντικειμένου και από εξελικτική σκοπιά θεωρείται πως έχει εξελιχθεί ως ένα ψυχολογικό σύστημα προστασίας του οργανισμού από μόλυνση μέσω της αποφυγής πιθανών πηγών μόλυνσης. Η συχνότητα και ευκολία κατά την οποία κάποιος μπορεί να νιώσει αηδία ορίζεται ως Τάση για Αηδία (Disgust propensity). Η τάση για αηδία έχει συνδεθεί με διάφορες μορφές ψυχοπαθολογίας όπως η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή με ιδεοληψίες μόλυνσης, Ειδικής Φοβία Αράχνης, Ειδική Φοβία Αίματος Τραύματος-Ένεσης, Διαταραχές Πρόσληψης Τροφής, Σχιζοφρένεια και Μετατραυματική Διαταραχής Στρες μεταξύ άλλων. Ως εκ τούτου, ένα έγκυρο εργαλείο μέτρησης της τάσης για αηδίας καθίσταται αρκετά χρήσιμο στη κλινική πράξη καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην περεταίρω διερεύνηση των συμπτωμάτων. Η Αναθεωρημένη Κλίμακα της Αηδίας (DS-R) (Olatunji et al., 2007) έχει κατασκευαστεί για την μέτρηση της τάσης για αηδία και αποτελείται από τρεις διαστάσεις: την Πυρηνική Αηδία, την Αηδία Μόλυνσης, και την Υπενθύμιση Ζώων. Καθώς έχει αρκετά ικανοποιητικές ψυχομετρικές ιδιότητες και έχει χρησιμοποιηθεί σε μελέτες που εξετάζουν την σχέση της αηδίας με συμπτώματα ψυχοπαθολογίας και άλλα χαρακτηριστικά, η συγκεκριμένη κλίμακα επιλέχθηκε για στάθμιση στον Ελληνικό πληθυσμό. Στόχος της παρούσας διατριβής ήταν να διερευνήσει το συναίσθημα της αηδίας στον Ελληνικό πληθυσμό και να εξετάσει τις ψυχομετρικές ιδιότητες της ελληνικής εκδοχής της DS-R. Συνολικά 754 συμμετέχοντες από όλα τα μέρη της Ελλάδας έλαβαν μέρος στη μελέτη. Επίσης, 363 από τους συμμετέχοντες συμπλήρωσαν, επίσης, την Αναθεωρημένη Κλίμακα Ψυχοπαθολογίας (SCL-90-R) και το ερωτηματολόγιο προσωπικότητας του Eysenck (EPQ), ώστε να εξεταστεί η συντρέχουσα εγκυρότητα. Η παραγοντική δομή της κλίμακας εξετάστηκε με την εφαρμογή της Διερευνητικής και της Επιβεβαιωτικής Παραγοντικής Ανάλυσης. Επίσης, πραγματοποιήθηκε χρήση του μοντέλου πολλαπλών δεικτών και πολλαπλών αιτιών (MIMIC) προκειμένου να διερευνηθούν οι επιδράσεις του φύλου και της ηλικίας στα ερωτήματα. Οι διαφορές των μέσων όρων των βαθμολογιών μεταξύ ομάδων των δημογραφικών στοιχείων αξιολογήθηκαν με t-test ανεξάρτητων δειγμάτων (μέχρι δύο ομάδες) και ανάλυση διακύμανσης μονής κατεύθυνσης, one-way ANOVA (πάνω από δύο ομάδες). Τέλος, για την εξέταση της αξιοπιστίας της κλίμακας χρησιμοποιήθηκαν ο δείκτης εσωτερικής συνέπειας Cronbach’s alpha και ο συντελεστής ενδοσυσχέτισης (intraclass correlation coefficient, ICC) για την αξιοπιστία επαναλαμβανόμενων μετρήσεων. Η Διερευνητική παραγοντική ανάλυση ανέδειξε δύο μοντέλα, ένα δι-παραγοντικό και ένα τρι-παραγοντικό που θυμίζουν αρκετά εκείνα που έχουν προταθεί από την βιβλιογραφία. Ωστόσο, παρατηρήθηκαν κάποιες διαφορές μεταξύ του τρι-παραγοντικού μοντέλου της παρούσας μελέτης με εκείνο που προτάθηκε από τη βιβλιογραφία καθώς οι δύο παράγοντες συμπεριλάμβαναν ερωτήματα από την Πυρηνική αηδία και αηδία μόλυνσης. Η Επιβεβαιωτική Παραγοντική ανάλυση έδειξε πως το τρι-παραγοντικό μοντέλο έχει καλή εφαρμογή στα δεδομένα ενώ η ανάλυση του διττού αντίστοιχου μοντέλου ανέδειξε τη σημαντικότητα του γενικού παράγοντα της αηδίας. Το φύλο και η ηλικία είχαν επιδράσεις σε κάποια ερωτήματα. Επίσης, η αξιοπιστία της κλίμακας ήταν αρκετά ικανοποιητική. Όσον αφορά τα δημογραφικά χαρακτηριστικά, οι γυναίκες είχαν μεγαλύτερες βαθμολογίες σε όλες τις υποκλίμακες της DS-R ενώ ο βαθμός της θρησκευτικότητας συσχετίζονταν με τις βαθμολογίες στην κλίμακα. Τέλος, οι συσχετίσεις μεταξύ της DS-R και των υποκλιμάκων των EPQ και SCL-90-R στηρίζουν την αποκλίνουσα και συγχρονική εγκυρότητα της κλίμακας. Η παρούσα μελέτη έδειξε πως η ελληνική εκδοχή της DS-R έχει ικανοποιητικά ψυχομετρικά χαρακτηριστικά. Επομένως, αυτή η κλίμακα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κλινική και ερευνητική χρήση στον Ελληνικό πληθυσμό. Ωστόσο, η μελέτη ανέδειξε κάποια πιθανά προβλήματα της παραγοντικής δομής της κλίμακας και την ανάγκη για περαιτέρω διερεύνηση και αναθεώρηση από μελλοντικές μελέτες.


Dysphagia ◽  
2021 ◽  
Author(s):  
Sofie Albinsson ◽  
Lisa Tuomi ◽  
Christine Wennerås ◽  
Helen Larsson

AbstractThe lack of a Swedish patient-reported outcome instrument for eosinophilic esophagitis (EoE) has limited the assessment of the disease. The aims of the study were to translate and validate the Eosinophilic Esophagitis Activity Index (EEsAI) to Swedish and to assess the symptom severity of patients with EoE compared to a nondysphagia control group. The EEsAI was translated and adapted to a Swedish cultural context (S-EEsAI) based on international guidelines. The S-EEsAI was validated using adult Swedish patients with EoE (n = 97) and an age- and sex-matched nondysphagia control group (n = 97). All participants completed the S-EEsAI, the European Organization for Research and Treatment of Cancer Quality of Life Questionnaire-Oesophageal Module 18 (EORTC QLQ-OES18), and supplementary questions regarding feasibility and demographics. Reliability and validity of the S-EEsAI were evaluated by Cronbach’s alpha and Spearman correlation coefficients between the domains of the S-EEsAI and the EORTC QLQ-OES18. A test–retest analysis of 29 patients was evaluated through intraclass correlation coefficients. The S-EEsAI had sufficient reliability with Cronbach’s alpha values of 0.83 and 0.85 for the “visual dysphagia question” and the “avoidance, modification and slow eating score” domains, respectively. The test–retest reliability was sufficient, with good to excellent intraclass correlation coefficients (0.60–0.89). The S-EEsAI domains showed moderate correlation to 6/10 EORTC QLQ-OES18 domains, indicating adequate validity. The patient S-EEsAI results differed significantly from those of the nondysphagia controls (p < 0.001). The S-EEsAI appears to be a valid and reliable instrument for monitoring adult patients with EoE in Sweden.


2009 ◽  
Vol 17 (1) ◽  
pp. 28-33 ◽  
Author(s):  
Alexandre Pazetto Balsanelli ◽  
Isabel Cristina Kowal Olm Cunha ◽  
Iveth Yamaguchi Whitaker

This study aims to explore the association between nurses' leadership styles and personal and professional nursing profile and workload. The sample consisted of seven nurses and seven nursing technicians who were grouped into pairs. At the end of three months, nurses were queried regarding what leadership style would be adopted when the nursing technician under their evaluation delivered care to patients admitted to the ICU. Relevant data was analyzed by applying descriptive statistics, Tukey's multiple comparison test and Student's t-test (p< 0.05). Nursing workload reached 80.1% on average. The personal and professional profile variables did not show any relation with the leadership styles chosen by nurses (p>0.05). The determine, persuade, and share leadership styles prevailed. However, whenever the nursing workload peaked, the determine and persuade styles were used (p<0.05).


2010 ◽  
Vol 14 (1) ◽  
pp. 15 ◽  
Author(s):  
G. QUADRI ◽  
N. NATALE ◽  
C. SPREAFICO ◽  
C. BELLONI ◽  
D. BARISANI ◽  
...  

Intravesical prostaglandin E2 is effective in the recovery of spontaneous voiding after transvaginal reconstruction of the pubocervical fascia and short arm sling according to Lahodny. The aim of the study was to compare the effects of intravesical prostaglandin E2 in the prevention of urinary retention after transvaginal reconstruction of the pubocervical fascia and short arm sling according to Lahodny. STUDY DESIGN: From November 1996 to June 1999 fifty women underwent the Lahodny procedure for moderate/severe cystocele and stress urinary incontinence. Women were randomly assigned to 1 of the 2 study groups: intravesical prostaglandin E2 versus controls. Data obtained were analyzed with the Student t test and the Fisher exact test. RESULTS: Two patients of the treatment group had to be excluded from the study, one because of the wrong measurement of the post-voidal residual volume and another due to a fastidious burning sensation which appeared immediately after prostaglandin instillation and required the suspension of the treatment. No other side effects such as nausea, vomiting, diarrhea or hyperthermia were observed. Patients who underwent the prostaglandin E2 treatment showed a recovery of spontaneous voiding after 7.9&plusmn;6.7 days, whereas this interval was significantly longer in the control group, being 12.9&plusmn;9.7 days (p=0.04, Two tailed Unpaired Student's T test). CONCLUSION: The effectiveness and the low associated morbidity mark the treatment with intravesical prostaglandin E2 useful in the recovery of normal voiding after transvaginal pubocervical fascia reconstruction and short arm sling with the procedure according to Lahodny.


2018 ◽  
Vol 5 (2) ◽  
pp. 105-108
Author(s):  
Lijo Isaac ◽  
A. P. Nirmal Raj ◽  
Reshma Karkera ◽  
R Naveen Reddy

Very little studies were done on relationship of the dental status and the nutritional status. The present study was done to study relation between edentulism and the presence of anemia. The study was included of 46 adult patients with edentulism and same numbers of patients were taken as controls. The results were tabulated and analyzed with the help of IBM SPSS statistics 20 using student’s t test. The hemoglobin levels were lower in the edentulous patients that that of the control group. The present study had shown that the nutritional status were poor resulting in anemia in case of edentulous patients as compared to control group with the same age group.  


2020 ◽  
Author(s):  
Ha Nam Khanh Giao ◽  
Dang Thu Huong

Hiện nay, các khách sạn nhà hàng đều đưa chương trình “Định hướng khách hàng” vào trong quá trình hội nhập của doanh nghiệp cho những nhân viên mới và nhân cũ tái hội nhập. Đề tài được thực hiện nhằm tìm hiểu những nhân tố đánh giá định hướng khách hàng của nhân viên tiếp xúc trực tiếp khách hàng thuộc bộ phận thực phẩm (Food &amp; Beverages- F&amp;B) và bộ phận buồng (Housekeeping) tại các khách sạn 3-5 sao tại thành phố Hồ Chí Minh, và đo lường thang đo các nhân tố ảnh hưởng đến kỹ năng bán hàng hướng tới người mua.Phương pháp nghiên cứu bao gồm nghiên cứu định tính nhằm khám phá vấn đề và thiết kế bản câu hỏi, nghiên cứu định lượng: thống kê mô tả, thiết lập và kiểm định mô hình, phân tích nhân tố khám phá (Exploratory factor analysis- EFA), kiểm định thang đo (Cronbach’s Alpha), t-test, ANOVA với phần mềm SPSS for Windows 15.0. Kết quả ủng hộ 4 nhân tố xác định “định hướng khách hàng”: Khả năng làm việc nhóm, Môi trường doanh nghiệp, Khả năng phát triển nghề nghiệp, Kinh nghiệm làm việc.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document