scholarly journals The role of age in social cognition: Comparison of young, middleaged, and older adults in sarcasm understanding

Author(s):  
Αντωνία Χατζηευφραιμίδου ◽  
Δέσποινα Μωραΐτου ◽  
Γεωργία Παπαντωνίου ◽  
Έλενα Ναζλίδου ◽  
Κρυσταλλία Πάντσιου

Η παρούσα έρευνα αποσκοπούσε να εξετάσει τη σχέση ηλικίας - κοινωνικής νόησης.<br />Το δείγμα αποτελούνταν από 72 άτομα, ηλικίας 20 ως 82 ετών, κατανεμημένα σε<br />τρεις ομάδες ηλικίας: τους «Νέους Ενήλικες» (Μ.Ο. = 25 έτη, Τ.Α. = 3.7 έτη), τους<br />«Μεσήλικες» (Μ.Ο. = 51.2 έτη, Τ.Α. = 7.5 έτη) και τους «Ηλικιωμένους» (Μ.Ο. =<br />72.1 έτη, Τ.Α. = 4.9 έτη). Οι τρεις ομάδες ήταν εξισωμένες ως προς το φύλο και το<br />μορφωτικό επίπεδο. Στους συμμετέχοντες χορηγήθηκε η Δοκιμασία Κοινωνικού<br />Συμπερασμού (Απλός) [ΔΚΣ(Α). Social Inference (Minimal) – SI(M): Part 2 of the<br />ΤΑSIT, McDonald, Flanagan,Rollins &amp; Kinch, 2003], η οποία εξετάζει εάν ο<br />συμμετέχοντας κατανοεί το σαρκασμό και μπορεί να τον διακρίνει από την<br />ειλικρίνεια. Στην ομάδα των ηλικιωμένων χορηγήθηκαν επιπλέον η Δοκιμασία<br />Σύντομης Γνωστικής Εκτίμησης (ΔΣΓΕ, Mini Mental State Examination, MMSE,<br />Folstein, Folstein, &amp; McHugh, 1975, προσαρμογή στον ελληνικό πληθυσμό:<br />Fountoulakis, Tsolaki, Chatzi &amp; Kazis, 2000) και η Γηριατρική Κλίμακα<br />Κατάθλιψης-15 (ΓΚΚ-15, Geriatric Depression Scale–15, GDS-15, Yesavage, et al.,<br />1982-1983, προσαρμογή στον ελληνικό πληθυσμό: Fountoulakis, Tsolaki, Iacovides,<br />et al., 1999). Τα αποτελέσματα για τους ηλικιωμένους έδειξαν ότι όσο πιο χαμηλή η<br />βαθμολογία στη ΔΣΓΕ και όσο πιο υψηλή στη ΓΚΚ-15, τόσο χαμηλότερη η επίδοση<br />στη ΔΚΣ(Α). Για το σύνολο του δείγματος, τα αποτελέσματα έδειξαν πως η ηλικία<br />2<br />συνδέεται αρνητικά με την ικανότητα κατανόησης του σαρκασμού και η αυτο-<br />αναφερόμενη υπερχοληστεριναιμία αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα στην<br />παραπάνω σχέση.

2007 ◽  
Author(s):  
Φωτούλα Μπαμπάτσικου

Με δεδομένη τη γήρανση του Ελληνικού πληθυσμού, αντικείμενο της διατριβής αυτής αποτέλεσε η αξιολόγηση της κατάστασης υγείας των ηλικιωμένων και η μελέτη παραγόντων που ενδέχεται να επηρεάζουν ορισμένες συχνές νοσολογικές καταστάσεις στην τρίτη ηλικία. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε τέσσερα Κ.Α.Π.Η. της Αττικής. Μελετήθηκαν 426 άτομα, 245 γυναίκες και 181 άνδρες, ηλικίας 60 ετών και άνω. Η συλλογή των στοιχείων έγινε με συνέντευξη με τους ηλικιωμένους για συλλογή δεδομένων σχετικών με το ιατρικό ιστορικό, τον τρόπο ζωής και τις διατροφικές συνήθειες. Χρησιμοποιήθηκε ένα κοινό βασικό ερωτηματολόγιο και ένα ειδικό κατά φύλο ερωτηματολόγιο ανδρών ή γυναικών. Έγινε εκτίμηση της διανοητικής εγρήγορσης με τη χρήση της κλίμακας Mini Mental State Examination (MMSE) και της θυμικής κατάστασης με την κλίμακα Geriatric Depression Scale-15 (GDS-15). Μετρήθηκε επίσης η αρτηριακή πίεση των ατόμων της έρευνας καθώς και βασικοί σωματομετρικοί δείκτες. Τα κυριότερα ευρήματα της μελέτης είναι τα ακόλουθα: • Σχεδόν τα δύο τρίτα των γυναικών (63,3%) μπορούν να χαρακτηριστούν παχύσαρκες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στους άνδρες είναι 41,4%. Είναι προφανές ότι η παχυσαρκία, που περιγράφεται πια ως σημαντικό πρόβλημα των Ελλήνων, αφορά και τους ηλικιωμένους. • Η διατροφή των ηλικιωμένων δεν απέχει πολύ από την παραδοσιακή Μεσογειακή διατροφή, αφού στο διαιτολόγιο δεσπόζουν τα λαχανικά, τα φρούτα, τα δημητριακά και το ελαιόλαδο. Εντούτοις, παρατηρείται αυξημένη κατανάλωση κρέατος και σχετικά χαμηλή κατανάλωση ψαριών. • Η σωματική δραστηριότητα των ατόμων του δείγματος ήταν γενικά περιορισμένη και η συστηματική άθληση ελάχιστη. • Περισσότερα από τα δύο τρίτα των ανδρών υπήρξαν ή είναι καπνιστές, αν και μόνο 13,8% συνεχίζουν να καπνίζουν. Αντίθετα, στις γυναίκες λιγότερο από το ένα τέταρτο υπήρξαν ή είναι καπνίστριες, αλλά οι μισές από αυτές εξακολουθούν να καπνίζουν. • Σχεδόν δύο τρίτα των ανδρών (64,1%) και σχεδόν ένα τέταρτο των γυναικών (24,5%) ανέφεραν γενετήσια δραστηριότητα στη διάρκεια του έτους που προηγήθηκε. • Περισσότεροι από 20% τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών ανέφεραν διαγνωσμένο σακχαρώδη διαβήτη, ενώ όσον αφορά το ιστορικό στεφανιαίας νόσου και αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου, τα αντίστοιχα ποσοστά στους άνδρες ήταν 27,6% και 10,5%, και στις γυναίκες 10,2% και 5,3%. Στους άνδρες, το ποσοστό των υπερτασικών ήταν 72,9% και στις γυναίκες 77,1%. Περισσότερες γυναίκες (37,1%) παρά άνδρες (26,5%) ανέφεραν ένα ή περισσότερα κατάγματα οστών. Περίπου οι μισοί άνδρες (45,3%) ανέφεραν διαγνωσμένη υπερπλασία του προστάτη. • Η βαθμολόγηση στην κλίμακα MMSE περίπου ενός στους δέκα ηλικιωμένους (9,4% μεταξύ των ανδρών και 9,8% μεταξύ των γυναικών) ήταν δηλωτική ουσιαστικής γνωσιακής έκπτωσης. • Τριπλάσιο ποσοστό γυναικών (18,4%) σε σχέση με τους άνδρες (6,1%) εμφάνιζαν στοιχεία σοβαρής κατάθλιψης με βάση την απόδοσή τους στην κλίμακα GDS-15. Διάφορες παράμετροι υγείας ή νοσηρότητας εξετάστηκαν ως εξαρτημένες μεταβλητές σε πολυπαραγοντικές εξαρτήσεις είτε απλής γραμμικής μορφής (simple linear regression) για εξαρτημένες μεταβλητές συνεχούς ποσοστικού χαρακτήρα, είτε λογαριθμικής μορφής (logistic regression) για ποιοτικές κατηγορικές μεταβλητές. Μεταξύ των ευρημάτων που αναδείχθηκαν σημειώνονται τα ακόλουθα: • Τα κατάγματα είναι συχνότερα στις γυναίκες παρά στους άνδρες, καθώς και σε άτομα χαμηλότερης εκπαίδευσης. Το κάπνισμα, είτε ως ενδεικτικό ενός πιο «ριψοκίνδυνου» τρόπου ζωής ή λόγω της αρνητικής συσχέτισής του με τα επίπεδα ορισμένων στεροειδών ορμονών, σχετίζεται σε βαθμό στατιστικά σημαντικό με το ιστορικό καταγμάτων. • Η συχνότητα υπέρτασης αυξάνεται σε συνάρτηση με την ηλικία σε βαθμό στατιστικά σημαντικό, ενώ υπάρχει ένδειξη ότι η κατανάλωση ελαιολάδου σχετίζεται αρνητικά με την αρτηριακή υπέρταση (p~0,074). • Υπάρχει στατιστικά σημαντική αρνητική σχέση μεταξύ υπερπλασίας του προστάτη και αναφοράς οργασμού(-ων) κατά το τελευταίο έτος, η οποία βέβαια μπορεί να αξιολογηθεί μόνο ως συσχέτιση και όχι ως αιτιότητα. Η αυξημένη πρόσληψη προστιθέμενων λιπιδίων, μετά από προτύπωση για την προσλαμβανόμενη ενέργεια, αυξάνει την πιθανότητα υπερπλασίας του προστάτη. Από πρόσθετες αναλύσεις προκύπτει ότι τα πρόσθετα λιπίδια τα οποία σχετίζονται θετικά με την υπερπλασία του προστάτη είναι τα κορεσμένα ζωϊκά λίπη, με σχετικό κίνδυνο 2,59 για αύξηση της συχνότητας κατανάλωσης βουτύρου κατά μία φορά την ημέρα (p~0.032). Αξιοσημείωτη είναι η αρνητική σχέση μεταξύ φυσικής δραστηριότητας και υπερπλασίας του προστάτη, μολονότι στα δεδομένα αυτά δεν είναι στατιστικά σημαντική (p~0,103). • Αναμενόμενη είναι η αναφερόμενη μείωση γενετήσιας δραστηριότητας σε μεγαλύτερες ηλικίες. Η γενετήσια δραστηριότητα παρουσιάζει τάση μείωσης σε συνάρτηση με το κάπνισμα (p~0.189), ενώ παρατηρείται ενδεικτική θετική συσχέτιση μεταξύ χοληστερόλης του αίματος και διατήρησης γενετήσιας δραστηριότητας. • Προϊούσης της ηλικίας υπάρχει μείωση της διανοητικής ικανότητας (p<10⁻³), η οποία σχετίζεται θετικά με το επίπεδο εκπαίδευσης (p<10⁻³) και αρνητικά με το βαθμό κατάθλιψης (p~0,002). Ούτε η συγκατοίκηση, ούτε το κάπνισμα φαίνεται να έχουν σχέση με τη διανοητική ικανότητα. • Ο βαθμός κατάθλιψης είναι σημαντικότερος στις γυναίκες παρά στους άνδρες (p<10⁻³) και είναι μεγαλύτερος σε άτομα που ζουν μόνα τους (p~0,001). Συμπερασματικά, με βάση την έρευνα αυτή, διαπιστώθηκαν ο υψηλός επιπολασμός της παχυσαρκίας, του σακχαρώδη διαβήτη, της αρτηριακής υπέρτασης της στεφανιαίας νόσου και, μεταξύ των ανδρών, της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη μεταξύ των ηλικιωμένων Ελλήνων. Σε έρευνες επιπολασμού, όπως αυτή, δεν μπορεί να συνεκτιμηθεί με αξιοπιστία η συχνότητα των κακοήθων νεοπλασιών, αφού η μεγάλη θνητότητα και η βραχύτερη επιβίωση δημιουργούν αρνητική επιλογή και ποικίλο βαθμό υποεκτίμησης ανά είδος καρκίνου. Μεταξύ των περιπατητικών και κοινωνικά λειτουργικών ατόμων του δείγματός μας, περίπου ένας στους δέκα εμφανίζουν σημαντικό βαθμό γνωσιακής υπολειματικότητας, ενώ σημαντικό ποσοστό γυναικών και μικρότερο ποσοστό μεταξύ των ανδρών έχουν εκδηλώσεις κατάθλιψης. Η διατροφή των ηλικιωμένων είναι από ποιοτική άποψη ικανοποιητική, μολονότι θα ήταν επιθυμητή η μείωση των προσλαμβανόμενων ζωϊκών πρωτεϊνών και η αύξηση των σύνθετων υδατανθράκων. Ελάχιστοι ηλικιωμένοι έχουν επιθυμητά επίπεδα φυσικής δραστηριότητας και το γεγονός αυτό συμβάλει στους υψηλούς δείκτες παχυσαρκίας. Περίπου 12% των ηλικιωμένων παραμένουν ενεργοί καπνιστές, ενώ τα δύο τρίτα των ανδρών και το ένα τέταρτο των γυναικών αναφέρουν ενεργό ερωτική ζωή. Αρκετοί τεκμηριωμένοι παράγοντες κινδύνου για μια σειρά από τα υψηλού επιπολασμού νοσήματα αναδεικνύονται στην έρευνα αυτή και επιτρέπουν τη διαμόρφωση προτεραιοτήτων δημόσιας υγείας σε έναν πληθυσμό σαν τον Ελληνικό, μεγάλο και αυξανόμενο ποσοστό του οποίου κατατάσσεται στην τρίτη ηλικία.


TESTFÓRUM ◽  
2015 ◽  
Vol 4 (5) ◽  
pp. 4-19
Author(s):  
Štefan Anderko

V klinickom výskume sme vzorke pacientov (N = 67) z Domova pro seniory Nopova administrovali viaceré psychodiagnostické metódy s cieľom overiť ich reliabilitu a validitu pri širšom popise demencie. Kognitívny deficit sme zisťovali českými prekladmi testov Addenbrookský Kognitívny Test, Revidovaná Verzia, (ACE-R) a Mini-Mental State Examination (MMSE). Na screening depresie sme použili Škálu Geriatrickej Depresie v jej 15 položkovej českej verzii (GDS-15). Aktivity denného života sme posudzovali českými verziami Dotazníka Sebestačnosti (DAD-CZ) a Dotazníka Funkčného Stavu (FAQ-CZ). Použité metódy sa z psychometrického hľadiska ukázali ako reliabilné nástroje. In clinical research we have administered various psychodiagnostic methods to a sample of patients (N = 67) of Domov pro seniory Nopova (retirement home) with the objective to verify their reliability in context of broader description of dementia. The cognitive deficit was measured using the Czech translations of Addenbrooke’s Cognitive Examination-Revised (ACE-R) and Mini-Mental State Examination (MMSE). For the screening of the depression we used the Geriatric Depression Scale in its 15-item Czech version (GDS-15). The activities of daily living were assessed using the Czech versions of Disability Assessment for Dementia (DAD-CZ) and Functional Activities Questionnaire (FAQ-CZ). The reliability was verified with Cronbach’s alpha. The used methods proved to be reliable tools in psychometric terms.


2013 ◽  
Vol 1 (1) ◽  
Author(s):  
Abdul Rahiman Rahmath ◽  
Pattath Sadanandhan Krishnaprabha ◽  
Varma Sana ◽  
Pichakacheri Suresh Kumar ◽  
Edakkot Sreekumaran

To detect the effect of dementia related problems on a person's cognitive functions, especially memory and the occurrence of depression like symptoms by using Mini Mental State Examination (MMSE) and Geriatric Depression Scale (GDS). The subjects were divided into three, one as general group who are non- diabetic, second as control group who are diabetic and non- neuropathic and the third as test group, who are diabetic as well as neuropathic. The six parameters analyzed were age, gender, duration of diabetes, family history of diabetes, Body Mass Index (BMI) and food habits. The scores were then statistically analyzed using SPSS (Statistical Package for Social Sciences, 12.0.1). The results in the present study reveal that there is a decline in the cognitive performance in MMSE based on gender, but in the case of age and duration of diabetes, the test group subjects showed a poorer performance. A decline in MMSE score shows greater risk for cognitive impairment. Similarly GDS scores also support this result.Diabetic neuropathic patients poorly performed in MMSE and GDS when compared to non- neuropathic patients. Diabetes has a significant role in the deterioration of cognitive function. Females showed poor performance than males. As age and duration of diabetes progresses, the chance for memory loss and depression increases. Food habits have no significant role as per this study.


2018 ◽  
Author(s):  
Ιωάννα Στεφανάκη

Σκοπός: Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής ήταν η εκτίμηση της κατάστασης υγείας των κατοίκων της τρίτης ηλικίας σε μια αγροτική περιοχή της Κρήτης και ο σχεδιασμός παρέμβασης σε θέματα πρόληψης και προαγωγής της υγείας, με τη χρήση σταθμισμένων εργαλείων στη Γενική Ιατρική. Ανάμεσα στους αντικειμενικούς στόχους περιλαμβάνονταν (α) η εκτίμηση της κινητικότητας και της ικανότητας αυτονομίας και της ποιότητας ζωής των ηλικιωμένων, (β) η εκτίμηση της ψυχικής τους υγείας και της γνωστικής τους κατάστασης καθώς και η ανάλυση της ικανότητας τους να διαχειρίζονται το stress και η συσχέτιση της με χρόνια νοσήματα, (γ) η ανάλυση της κατάστασης υγείας των ηλικιωμένων με αναφορά σε δεδομένα νοσηρότητας με ιδιαίτερη έμφαση στους παράγοντες κινδύνου (προσδιοριστές/determinants) των συχνότερων νοσημάτων, (δ) η αξιολόγηση της θρησκευτικότητας/πνευματικότητας και άλλων τοπικών κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων και του ρόλου τους ως προσδιοριστές της υγείας και (ε) η σύγκριση της κατάστασης υγείας των ηλικιωμένων κατοίκων της περιοχής αυτής με άλλους πληθυσμούς της Ευρώπης. Η μελέτη έχει ενταχθεί σε ένα Ευρωπαϊκό δίκτυο (Tipping the Balance Towards Primary Health Care/TTB) που εστιάζει στην έρευνα και στην ανάπτυξη της ΠΦΥ. Πληθυσμός μελέτης και μέθοδοι: Πρόκειται για συγχρονική μελέτη με πληθυσμό αναφοράς όλα τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών που διαβιούσαν σε 4 επιλεγμένα χωριά του δήμου Βιάννου (Ν=600 άτομα). Οι πληροφορίες για τη δομή του πληθυσμού (σύνθεση κατά φύλο και ηλικία) δόθηκαν με βάση την απογραφή του 2001 από τον Δήμο Βιάννου. Οι επαφές με τα άτομα αυτά πραγματοποιήθηκαν μετά από πρόσκληση στο Κέντρο Υγείας Βιάννου και στο Περιφερειακό Ιατρείο Εμπάρου ή κυρίως με κατ’ οίκον επίσκεψη δύο ιατρών Γενικής Ιατρικής, κατά τη χρονική περίοδο 2007-2009. Το σύνολο εκείνων που ολοκλήρωσαν τον έλεγχο υγείας ανήλθε σε 411 άτομα (179 άνδρες, 232 γυναίκες). Ο έλεγχος περιλάμβανε λεπτομερή λήψη ιατρικού ιστορικού, κλινική εξέταση και λήψη σωματομετρήσεων, ανίχνευση των γνωστικών/συναισθηματικών διαταραχών με την χρήση των Mini Mental State Examination (MMSE) και Geriatric Depression Scale (GDS), της ικανότητας διαχείρισης του stress, της ακράτειας ούρων, των διαταραχών κινητικότητας/ποιότητας ζωής με σταθμισμένες κλίμακες (SOC scale, Barthel index, QWB-SA scale) καθώς και εργαστηριακό έλεγχο. Τέλος μελετήθηκε ο βαθμός θρησκευτικότητας/πνευματικότητας με τη χρήση ειδικού ερωτηματολόγιου σταθμισμένο στα Ελληνικά (RFI-SRB). Αποτελέσματα: Από τους 411 συμμετέχοντες στη μελέτη, το 43,6% (Ν=179) ήταν άνδρες και 56,4% (Ν=232) γυναίκες. Το 42,7% (175 άτομα) ανήκε στην ηλικιακή ομάδα άνω των 75 ετών. Η πλειοψηφία των ατόμων ήταν έγγαμοι (71,5%), απόφοιτοι δημοτικού (61,3%) και συνταξιούχοι (70,7%). Βρέθηκε να έχουν υιοθετήσει συμπεριφορικούς παράγοντες κινδύνου για χρόνια νοσήματα, όπως η συνήθεια καπνίσματος (18,8%), η χαμηλή κατανάλωση φρούτων & λαχανικών (22,8%) και η σωματική αδράνεια (73,2%). Τα κυριότερα χρόνια νοσήματα όπως αυτά καταγράφηκαν από το ιστορικό τους διαπιστώθηκαν να είναι η αρτηριακή υπέρταση (55,8%), τα μυοσκελετικά νοσήματα (28,2%), ο σακχαρώδης διαβήτης (21,2%), η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (14,4%) και η θυρεοειδοπάθεια (9,2%). Επίσης διαπιστώθηκε υψηλή βαθμολογία της κλίμακας Βarthel (μέση τιμή 96,9) και χαμηλά επίπεδα έκπτωσης γνωστικών διαταραχών (μέση βαθμολογία κλίμακας MMSE25.2±4.3, p<0.001) και συναισθηματικών διαταραχών (μέση βαθμολογία κλίμακας GDS 3,9). Ένα από τα κύρια ευρήματα της μελέτης ήταν ότι οι συμμετέχοντες εμφάνιζαν υψηλή ικανότητα διαχείρισης του stress της καθημερινότητας και συγχρόνως υψηλή πνευματικότητα (θρησκευτικότητα) (p=0,039). Οι γυναίκες εμφάνιζαν έναντι των ανδρών σημαντικά μεγαλύτερη μέση βαθμολογία συναισθηματικών διαταραχών – GDS (4,6 έναντι 3,2, p=0,001) και χαμηλότερη γνωσιακών διαταραχών - MMSE (24,6 έναντι 26,0, p=0,001) ή αίσθησης της συνεκτικότητας - SOC (117,9 έναντι 128,4, p=0,032). Πάνω από το 1/3 των ατόμων (37,3%) θεωρούσε ότι έχει καλό επίπεδο γενικής υγείας και μόλις το 7,5% ανέφερε κακή υγεία ενώ σημαντικά υψηλότερο ποσοστό των γυναικών έναντι των ανδρών θεωρούσαν ότι έχουν κακή υγεία (9,5% έναντι 4,5%, p=0,002). Μεγαλύτερη χρήση των υπηρεσιών υγείας αναφορικά με τις επισκέψεις στον Γενικό Ιατρό και τις παραπομπές για νοσηλεία, φαίνεται να έκαναν οι άνδρες που διαβιούσαν μόνοι. Συμπέρασμα: Το παρόν διδακτορικό πόνημα παρουσιάζει ένα μέρος των αναγκών υγείας και του επιπέδου υγείας ηλικιωμένων κατοίκων σε μια αγροτική περιοχή της Κρήτης. Περαιτέρω μελέτη θεωρείται απαραίτητη για την διερεύνηση της αλληλεπίδρασης ψυχοκοινωνικών, βιολογικών ή άλλων παραγόντων στη διατήρηση της καλής γενικής υγείας του πληθυσμού, παρά την ύπαρξη πολλαπλών παραγόντων κινδύνου. Η μελέτη αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους σχεδιαστές των υπηρεσιών υγείας ως αναφορά για την υιοθέτηση μέτρων και εργαλείων στην καθημερινή πρακτική.


2014 ◽  
Author(s):  
Καλλιόπη-Πηνελόπη Κατσιαρδάνη-Τζιοβανέτο

ΣΤΟΧΟΣ: Ενδεχομένως τα επίπεδα βιταμινών του συμπλέγματος Β, στο αίμα σχετίζονται με τον κίνδυνο κατάθλιψης ή/και γνωσιακής έκπτωσης στους ηλικιωμένους. ΜΕΘΟΔΟΣ: Στη μελέτη «ΒΕΛΕΣΤΙΝΟ» συλλέχθηκαν ερωτηματολόγια (προσωπικές συνεντεύξεις) και δείγματα αίματος σε ηλικιωμένους άνω των 65 ετών. Για την αξιολόγηση της κατάθλιψης χρησιμοποιήθηκε, ως ανιχνευτικό εργαλείο, η δοκιμασία Geriatric Depression Scale-GDS 15 (GDS>6) και για τη γνωσιακή έκπτωση η δοκιμασία Mini Mental State Examination-MMSE (MMSE≤23). Εκτιμήθηκε ο επιπολασμός της κατάθλιψης και αξιολογήθηκε η σχέση των επιπέδων φυλλικού οξέος και βιταμίνης Β12 με τον κίνδυνο κατάθλιψης (εφαρμογή μοντέλων πολλαπλής λογαριθμιστικής εξάρτησης). Διενεργήθηκε μετα-ανάλυση συμπεριλαμβανομένης και της παρούσας μελέτης.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Ο επιπολασμός της κατάθλιψης βρέθηκε υψηλός (50.7%) με σαφή υπεροχή των γυναικών (62.3% ) έναντι των ανδρών (36.1%,). Η παρουσία καταθλιπτικών συμπτωμάτων στις γυναίκες σχετίζονταν θετικά με την ηλικία. Ο κίνδυνος παρουσίας καταθλιπτικών συμπτωμάτων αυξανόταν επίσης σημαντικά μεταξύ γυναικών με χαμηλά επίπεδα φυλλικού οξέος στον ορό (1ο ως προς το 3ο τριτημόριο, OR: 2.08, 95% CI: 1.07-4.05), ελέγχοντας και ως προς τα επίπεδα βιταμίνης Β12. Στους άνδρες η κατάθλιψη σχετίζονταν αντίστροφα με το δείκτη οικογενειακής/κοινωνικής υποστήριξης (OR: 0.46, 95% CI: 0.31- 0.68, για αύξηση της τιμής του δείκτη κατά μία μονάδα) και η παρουσία καταθλιπτικών συμπτωμάτων σχετίζονταν με την παρουσία γνωσιακής έκπτωσης και ο κίνδυνος ήταν υπερδιπλάσιος (OR: 2.21, 95% CI: 1.26-3.87). Μέσω των μετα-αναλύσεων διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική θετική σχέση μεταξύ των χαμηλών επιπέδων βιταμίνης Β12 στον ορό και της κατάθλιψης μεταξύ των γυναικών (OR: 1.33, 95% CI: 1.02-1.74, fixed effects model), ενώ τα επίπεδα φυλλικού οξέος στον ορό δεν σχετίζονταν με τον κίνδυνο κατάθλιψης σε κανένα από τα δύο φύλα.


2012 ◽  
Vol 15 (4) ◽  
pp. 693-706 ◽  
Author(s):  
Fernanda Bueno D´Elboux Couto ◽  
Monica Rodrigues Perracini

OBJETIVO: Explorar o relacionamento entre variáveis sociodemográficas, clínicas, funcionais e psico-cognitivas em idosos participantes de grupo de convivência, residentes na comunidade, e identificar a associação entre a interação dessas variáveis e quedas e quedas recorrentes. MÉTODO: Estudo transversal, exploratório com 150 idosos, de ambos os sexos, participantes de um grupo de terceira idade no município de Itu, São Paulo. Utilizou-se uma entrevista semiestruturada contendo características sociodemográficas, de saúde física, físico-funcionais (Brazilian OARS Multidimensional Functional Assessment Questionnaire - BOMFAQ e Timed up and go test - TUG), de saúde mental (Geriatric Depression Scale - GDS-15 e Mini Mental State Examination - MMSE). O nível de atividade física foi determinado por questões sobre frequência e duração das atividades físicas. A variável desfecho utilizada foi o número de quedas no último ano. Foi conduzida uma análise de cluster para se identificar perfis de grupos formados pela distribuição da variabilidade dos dados em cada bloco de variáveis: sociodemográficas, desempenho físico-funcional, saúde física e mental. Procedeu-se a análise de regressão uni e multivariada com quedas únicas e quedas recorrentes. RESULTADOS: A idade média dos participantes foi de 71,9 (±5,6) anos. A prevalência de quedas foi de 38,7%. A análise univariada revelou uma associação independente entre o cluster saúde mental (sem sintomas depressivos e com declínio cognitivo) e quedas recorrentes (OR=2,73 IC 95% 1,04-7,22 p=0,042), porém esta associação não foi significativa na análise multivariada (p=0,082). CONCLUSÃO: Não foi possível identificar um perfil de caidores e caidores recorrentes em idosos ativos. Mas nossos achados sugerem que, em idosos ativos com história de quedas, uma avaliação geriátrica abrangente com ênfase na função cognitiva seja considerada.


2020 ◽  
Vol 3 (1) ◽  
pp. 12-24
Author(s):  
Lynna Lidyana ◽  
Shelly Shelly ◽  
Nita Fitria

Prevalensi lansia (60-74 tahun) di Indonesia tahun 2050 diperkirakan melebihi prevalensi di dunia. Depresi pada lansia menempati urutan kedua setelah penyakit jantung coroner yang mempengaruhi morbiditas lansia. Peningkatan depresi pada lansia harus menjadi perhatian khusus semua elemen kesehatan agar berkontribusi maksimal dalam pelayanan preventif maupun kuratif.  Fungsi kognitif secara bertahap akan menurun pada lansia seiring dengan bertambahnya usia. Kondisi depresi akan mempercepat penurunan fungsi kognitif lansia. Pengabdian Pada Masyarakat (PPM)  ini bertujuan untuk melalukan pendidikan kesehatan mengenai deteksi dini depresi dan penurunan fungsi  kognitif  pada lansia  .Realisasi pemecahan  masalah untuk mendeteksi adanya gejala depresi dan penurunan fungsi kognitif pada lansia melalui kegiatan pendidikan kesehatan kepada semua eleman yang terkait di Balai Perlindungan Sosial Tresna Whreda (BPSTW) Ciparay Bandung. Elemen yang terkait meliputi pejabat panti, pramuwheda, perawat dan lansia. Setelah hasil pengkajian Mini Mental State Examination (MMSE) dan Geriatric Depression Scale (GDS-15) didapatkan 20 orang lansia depresi tingkat ringan dan sedang. Lansia yang mengalami depresi tingkat ringan dan sedang mendapatkan informasi mengenai gejala depresi dan bagi petugas panti,pramuwhreda mendapatkan informasi mengenai gejala umum yang dirasakan lansia ketika depresi dan upaya yang dapat dilakukan untuk mencegah terjadinya depresi. Perawat panti diberikan pelatihan  dan pendampingan dalam menggunakan instrumen MMSE dan GDS-15Kegiatan berlangsung sesuai rencana dan semua sasaran mengalami peningkatan partisipasi saat kegiatan penyuluhan berlangsung dan dilanjutkan  dengan diskusi kecil diluar kegiatan penyuluhan.            Kata kunci: Deteksi dini depresi pada Lansia,  Fungsi Kognitif, Pendidikan    Kesehatan.


2006 ◽  
Author(s):  
Νικόλαος Δημόπουλος

Τα άτομα της τρίτης ηλικίας αποτελούν ένα ραγδαία αυξανόμενο τμήμα των πληθυσμών των αναπτυγμένων κρατών. Η αναγκαιότητα για τη φροντίδα αυτού του ιδιαίτερα ευάλωτου πληθυσμού έχει οδηγήσει σε σημαντικό αριθμό μελετών προς την κατεύθυνση της ανεύρεσης δεικτών, που θα μπορούσαν χρησιμεύσουν στη διάγνωση και τη θεραπεία των νοσημάτων στους ηλικιωμένους. Είναι πλέον σαφές, ότι η διατροφή παίζει σημαντικό ρόλο στην υγεία των ηλικιωμένων και η ανεπαρκής ή η κακή δίαιτα σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο νοσηρότητας. Η άνοια και η κατάθλιψη στην τρίτη ηλικία έχουν προσελκύσει το επιστημονικό ενδιαφέρον λόγω της αξιοσημείωτης ατομικής, κοινωνικής και οικονομικής επιβάρυνσης που προκαλούν. Σε αυτό το πλαίσιο, μελετήθηκε η πιθανή συσχέτιση μεταξύ των διαταραχών αυτών και ενός αριθμού βιοχημικών παραγόντων, οι οποίοι σχετίζονται με τη δίαιτα και τη διατροφή, σε ένα πληθυσμό ατόμων ηλικίας άνω των 60 ετών στην κοινότητα. Ο σκοπός της μελέτης ήταν η αναγνώριση τέτοιων δεικτών στο αίμα, οι οποίοι θα μπορούσαν να αποτελόσουν υποψήφιους προδιαθεσικούς παράγοντες για την άνοια και τη γηριατρική κατάθλιψη. Η διαλογή ενός «κλειστού» πληθυσμού με δύο ψυχομετρικές κλίμακες, την κλίμακα σύντομης εξέτασης της νοητικής κατάστασης (Mini Mental State Examination, MMSE) και την κλίμακα της γηριατρικής κατάθλιψης (Geriatric Depression Scale, GDS), οδήγησε στο σχηματισμό τριών ομάδων συμμετεχόντων: άτομα με άνοια, άτομα με κατάθλιψη και μάρτυρες. Με βάση τη σύγχρονη βιβλιογραφία μελετήθηκαν οι παρακάτω δώδεκα βιοχημικοί παράγοντες στο πλάσμα των συμμετεχόντων: ομοκυστεΐνη, φυλλικό, βιταμίνη Β|2, ολική χοληστερόλη, τριγλυκερίδια, VCAM-1, 1CAM-1, IL-6, 8-iso-PGF2a, γλυκόζη και CRP. Τα αποτελέσματα ελέγχθηκαν σε επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας ρ< 0,05. Τα επίπεδα της ομοκυστεΐνης, του 8-iso-PGF2a, της IL-6 και των VCAM-1 και 1CAM- 1 ήταν σημαντικά υψηλότερα στις ομάδες της άνοιας και της κατάθλιψης, ενώ εκείνα του φυλλικού, της βιταμίνης Βΐ2, της χοληστερόλης και της HDL, ήταν σημαντικά χαμηλότερα. Δεν βρέθηκαν αποτελέσματα στατιστικής σημαντικότητας για τη γλυκόζη και τα τριγλυκερίδια αίματος. Η συσχέτιση των ανωτέρω βιοχημικών παραγόντων με την άνοια και την κατάθλιψη στους ηλικιωμένους, δείχνει ότι μπορεί να υπάρχουν κοινές παθοφυσιολογικές οδοί και για τα δύο νοσήματα και στηρίζει την υπόθεση ύπαρξης κοινού υποστρώματος αγγειακής παθολογίας στις νόσους αυτές στην τρίτη ηλικία. Παράλληλα, υπογραμμίζει την αναγκαιότητα για ισορροπημένη διατροφή και την ενδεχόμενη βελτίωση της πρόληψης της άνοιας και της κατάθλιψης σε γηριατρικούς πληθυσμούς, μετά από αλλαγές στις διαιτητικές συνήθειες.


2019 ◽  
Vol 92 (1) ◽  
pp. 115-133 ◽  
Author(s):  
Michele Biasutti ◽  
Anthony Mangiacotti

The effectiveness of music training on depressed mood and general cognitive function in elderly participants is verified in this study. Music activities consisted of improvisation exercises for stimulating interpersonal skills, mood, and cognitive functions. A mixed research method was adopted, including standardized measures (Mini-Mental State Examination and Geriatric Depression Scale) and follow-up semistructured interviews. The research design included pre- and postevaluation with randomized experimental and control groups. Participants were 45 care residents aged 62 to 95, healthy and with cognitive impairment. Results revealed a significant improvement in depression index (Geriatric Depression Scale) for the experimental period ( t = 1.450; p < .005; d = 0.453) while the control group had no improvement ( t = 0.080; p > .1; d = 0.025). In addition, a significant improvement was found in the cognitive level (Mini-Mental State Examination) for the experimental ( t = 2.300; p < .005; d =  0.668) than the control group that had a significant reduction ( t = 1.240; p < .05; d = 0.273). This study provides evidence that music training has a positive impact on depressed mood and general cognitive function in elderly participants. These types of music training sessions could provide aid to control the symptoms of depression, delay the deterioration of cognitive function, and enhance social–cognitive function, especially in individuals presenting with cognitive impairment.


2016 ◽  
Author(s):  
Διονύσιος Ταφιάδης

Η νόσος Αλτσχάιμερ (AD) είναι η πιο κοινή ασθένεια που σχετίζεται με την άνοια και επηρεάζει πάνω από το 20% του πληθυσμού, ηλικίας 65 και άνω, με προφανές στοιχείο την εξασθένηση της γλωσσικής επικοινωνίας. Επίσης και η νόσος του Parkinson ως μια συχνή κινητική διαταραχή παρουσιάζει με την πάροδο του χρόνου ανοική συνδρομή, με διαφορετική συμπτωματολογία από την νόσο Alzheimer. Στην παρούσα διδακτορική διατριβή, επιχειρείται η διερεύνηση των διαταραχών της επικοινωνίας και του λόγου στην άνοια τύπου Alzheimer (AD) και στην άνοια της νόσου Parkinson με την χρήση λογοπαθολογικών – λογοθεραπευτικών κλιμάκων αξιολόγησης και την βοήθεια νευροαπεικονιστικών μεθόδων. Η έρευνα της διδακτορικής διατριβής χωρίστηκες σε δύο τμήματα: α) τις δύο μελέτες για την πιλοτική δοκιμή της κλίμακας ABCD (Arizona Battery of Communication Disorders for Dementia), β) στην πρόδρομη-πρώιμη στάθμιση της εν λόγω κλίμακας και στην καταγραφή των διαταραχών του λόγου και της επικοινωνίας που προκύπτουν από την άνοια τύπου Alzheimer (AD) και στην άνοια της νόσου Parkinson. Το δείγμα της έρευνας για τις δύο πιλοτικές μελέτες ήταν από 60 νευροτυπικούς ενήλικες για κάθε μελέτη έκαστη (σύνολο 120). Ενώ το δείγμα της έρευνας πρόδρομης στάθμισης και καταγραφή των διαταραχών αποτελείται από 60 νευροτυπικούς ενήλικες που εξυπηρετούσαν την ομάδα ελέγχου (Controls), 18 ασθενείς με νόσο Parkinson (PD), 24 ασθενείς με παρκινσονική άνοια (Parkinson Disease Dementia-PDD), και 20 ασθενείς με νόσο Alzheimer: 13 με ήπιου βαθμού άνοια (mAD) και 7 με μέτρια βαθμού άνοια (medAD). Στους εξεταζόμενους χορηγήθηκαν οι κλίμακες Arizona Battery for communication Disorders of dementia (ABCD), The Clock Test (CDT), Abbreviate Mental Test Score (AMTS), Mini Mental State Examination (MMSE), Geriatric Depression Scale (GDS-15), Instrumental Activities of Daily Living (IADL) και Neuropsychiatric Inventory (NPI). Από την έρευνα βρέθηκε μία πιθανότητα να μπορεί πρώιμα να εντοπιστεί γνωστική έκπτωση σε ασθενείς με νόσο Parkinson με την χρήση συγκεκριμένων δοκιμασιών κλινικής-λογοπαθολογικής αξιολόγησης και την πιστοποίηση τους από νευροαπεικονιστικές μεθόδους. Επίσης, πως είναι επιτακτική ανάγκη και πρέπει να γίνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα η αξιολόγηση των πληθυσμών αυτών, με σκοπό να προλαμβάνεται έγκαιρα η αντιμετώπιση των πιθανών γνωστικών εκπτώσεων φαρμακευτικά και μη φαρμακευτικά.


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document