Η παρούσα διατριβή έχει ως κύριο σκοπό τη διερεύνηση των σχέσεων του παιδικού ψυχικού τραύματος με ορισμένες μεταβλητές της ψυχοκοινωνικής προσαρμογής κατά την ενήλικη ζωή. Ως παιδικό τραύμα ορίζεται μία αρνητική εμπειρία που λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του ατόμου, η οποία εκτείνεται από την βρεφική ηλικία έως το τέλος της εφηβείας. Ο αριθμός των εμπειριών που μπορεί, εν δυνάμει, να προκαλέσουν ψυχικό τραύμα είναι τόσο μεγάλος ώστε δεν είναι δυνατόν να διερευνηθούν όλες. Στην παρούσα μελέτη διερευνώνται οι ακόλουθοι τέσσερις τύποι παιδικού τραύματος, οι οποίοι, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, είναι οι συνηθέστεροι: α) λόγω σωματικής τιμωρίας, β) λόγω συναισθηματικής κακοποίησης, γ) λόγω σεξουαλικής κακοποίησης ή παρενόχλησης και δ) τραυματικές εμπειρίες που δεν εντάσσονται σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες και χαρακτηρίζονται ως τραυματικές εμπειρίες ποικίλης αιτιολογίας ή ως γενικό τραύμα . Οι μεταβλητές ψυχοκοινωνικής προσαρμογής, η σχέση των οποίων με το παιδικό τραύμα διερευνάται στην παρούσα μελέτη, είναι το άγχος, η αλεξιθυμία, η αναβλητικότητα, η ποιότητα ζωής, καθώς και ψυχοπαθολογικά και ψυχοσωματικά συμπτώματα που αναφέρουν τα άτομα κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο. Στη μελέτη συμμετείχαν 605 άτομα (402 γυναίκες) προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) και του Παντείου Πανεπιστημίου με μέσο όρο ηλικίας 24,3 έτη. Η συμμετοχή στην έρευνα ήταν εθελοντική και η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε υπό καθεστώς αυστηρής ανωνυμίας. Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με τη χορήγηση ερωτηματολογίων/κλιμάκων μέτρησης του πρώιμου τραύματος (Early Trauma Inventory-Self Report-Short-Form, ETI-SR-SF), του καταστασιακού και του δομικού άγχους (State-Trait Anxiety Inventory-STAI), της Αλεξιθυμίας (Toronto Alexithymia Scale-TAS-20), της Ποιότητας ζωής (World Health Organization Quality of Life Assessment-Short Version, WHOQOL-BREF), της αναβλητικότητας (Tuckman Procrastination scale-TPS), της κλίμακας συμπτωμάτων σχετιζόμενων με το τραύμα (Trauma Symptom Checklist – 40, TSC-40), καθώς και ενός ερωτηματολογίου για τη μέτρηση δημογραφικών μεταβλητών που σχεδιάστηκε από την ερευνήτρια. Για το ερωτηματολόγιο ETI-SR-SF και τις κλίμακες TPS και TSC-40 χρειάστηκε να δημιουργηθούν ελληνικές εκδοχές και να ελεγχθούν οι βασικές ψυχομετρικές τους ιδιότητες, δεδομένου ότι μελετώνται για πρώτη φορά σε ελληνικό πληθυσμό. Τα κύρια ευρήματα της παρούσας μελέτης εντοπίζονται: α) σε σημαντικές θετικές συσχετίσεις του παιδικού τραύματος με το καταστασιακό και κυρίως με το δομικό άγχος, καθώς και με αποσυνδετικού τύπου συμπτώματα, με κατάθλιψη, διαταραχές ύπνου και με σεξουαλικά προβλήματα κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο και β) σε σημαντικές αρνητικές συσχετίσεις με τις διαστάσεις της ποιότητας ζωής «ψυχολογική υγεία» και «κοινωνικές σχέσεις». Σε ό,τι αφορά τους τύπους τραύματος, το τραύμα λόγω συναισθηματικής κακοποίησης εμφανίζει τις ισχυρότερες συσχετίσεις με τις παραπάνω μεταβλητές ψυχοκοινωνικής προσαρμογής. Σχετικά με τις διαφορές ανάμεσα στα φύλα, οι άνδρες αναφέρουν σημαντικά περισσότερες τραυματικές εμπειρίες λόγω σωματικής τιμωρίας, ενώ οι γυναίκες λόγω σεξουαλικής κακοποίησης ή παρενόχλησης. Επίσης, οι γυναίκες αναφέρουν σημαντικά περισσότερα συμπτώματα αποσυνδετικού τύπου, άγχους και κατάθλιψης από τους άνδρες. Τα αποτελέσματα δείχνουν επίσης ότι το παιδικό τραύμα και οι διάφορες μορφές του είναι ένα πολύ συχνό φαινόμενο στον ελληνικό φοιτητικό πληθυσμό, δεδομένου ότι το 98% των συμμετεχόντων ανέφερε τουλάχιστον μια τραυματική εμπειρία, ενώ πολύ υψηλά ποσοστά βρέθηκαν και σε σχέση με τους διάφορους τύπους τραύματος. Συνοπτικά τα ευρήματα της μελέτης, αν και δεν μπορούν να γενικευτούν, υποδεικνύουν ότι η κακοποίηση κατά την παιδική ηλικία και κυρίως η συναισθηματική κακοποίηση έχει αρνητικές επιπτώσεις σε σημαντικούς τομείς της ψυχοκοινωνικής προσαρμογής κατά την ενήλικη ζωή. Επιπλέον η μελέτη καταδεικνύει ότι το παιδικό τραύμα είναι ένα ανησυχητικά συχνό φαινόμενο στον ελληνικό φοιτητικό πληθυσμό, γεγονός το οποίο θα πρέπει να προβληματίσει τους ειδικούς και χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.