Σκοπός: Σειρά μελετών έχουν ασχοληθεί με το φαινόμενο της σήψης. Δεν έχει γίνει όμως προσπάθεια μέχρι τώρα να μελετηθούν βαρέως πάσχοντες ασθενείς κατά την πορεία τους στα διάφορα στάδια της σήψης για να διαπιστωθεί αν υπάρχουν κλινικά ή εργαστηριακά ευρήματα που να μπορούν να προβλέψουν την επιδείνωση ή βελτίωση των ασθενών αυτών. Έτσι σκοπός της μελέτης μας αποτέλεσε η εύρεση εκείνων των κλινικών αλλά κυρίως εργαστηριακών παραμέτρεων που θα μπορούσαν να προσφέρουν την δυνατότητα πρόβλεψης της μεταβολής σταδίου των σηπτικών αρρώστων της ΜΕΘ. Μέθοδος: Σην μελέτη μας συμπεριλήφθησαν 56 ασθενείς ΜΕΘ: με SIRS, σε διάφορα στάδια σήψης (σήψη, βαρειά σήψη και σηπτική καταπληξία) και σε καταστάσεις που δυνητικά μπορούν να εξελιχθούν σε SIRS και σήψη (πολυτραυματίες και χειρουργημένοι ασθενείς). Μετρήθηκαν στο ορό του αίματος Θρομβοποιητίνη thrombopoitin TPO, Προκαλσιτονίνη procalcitonin - PCT, C αντιδρώσα πρωτεΐνη C reactive protein - CRP, Ιντερλευκίνη 6 Interleukin 6 -IL-6, Παράγοντας νέκρωσης των όγκων Α Tumor Necrosis Factor a-TNFα, Ιντερλευκίνη 1β Interleukin 1b - IL-1b Ιντερλευκίνη 10 Interleukin 10 - IL-10 Αντιθρομβίνη ΙΙΙ antithrombin III - ATIII, Πρωτεΐνη C protein C - PrC, Δ Διμερή D – dimmers – dds, Ινωδογόνο fibrinogen – Fibrin, Πλασμινογόνο Plasminogen, Παράγοντες πήξης FV, FVII, FVIII, FIX, FvWillebrand, FX. Επίσης μετρήθηκαν αέρια αίματος, οι συνήθεις εργαστηριακοί παράμετροι (λευκά (WBC) και ερυθρά αιμοσφαίρια (RBC), αιματοκρίτης (HT), αιμοπετάλια (PTL), κρεατινίνη (CRE), χολερυθρίνη (BIL), χρόνος προθρομβίνης (PT) και μερικής θρπομβοπλαστίνης (PTT,) γαλακτικό οξύ (lactate), σάκχαρο αίματος (glu), αλβουμίνη πλάσματος (alb). Η πρώτη μέτρηση έγινε κατά την εισαγωγή στην ΜΕΘ. Στην συνέχεια πραγματοποιήθηκαν επαναλαμβανόμενες μετρήσεις (από 48 ώρες και κάθε 2 ημέρες για 10 ημέρες συνολικά (μέχρι 6 μετρήσεις)). Παράλληλα συνεχίσθηκε η κλινική αξιολόγηση του σταδίου της σήψης και των υπόλοιπων κλινικών στοιχείων των ασθενών. Σε περίπτωση παρατεταμένης νοσηλείας, επανελήφθησαν οι μετρήσεις των εξεταζόμενων παραγόντων κάθε φορά που ο ασθενής άλλαζε στάδιο σήψης είτε βελτιούμενος είτε επιδεινούμενος. Αποτελέσματα: Κατά την εισαγωγή, οι ασθενείς στα διάφορα στάδια της σήψης, αυτοί με Sirs κοι οι πολυτραυματίες ή χειρουργημένοι ασθενείς είχαν διαφορετικά APACHE II και SOFA scores (p<0.05 και για τα δυο). Τα επίπεδα TNFα ήταν σημαντικά υψηλότερα σε ασθενείς με τραύμα/χειρουργημένους που στην πορεία νοσηλείας τους επιδεινώθηκαν σε SIRS ή στα διάφορα στάδια της σήψης (p=0.002). Οι ασθενείς με SIRS που επιδεινώθηκαν στα διάφορα στάδια της σήψης εμφάνισαν θρομβοπενία σε αντίθεση με αυτούς που βελτιώθηκαν (p=002). Οι ασθενείς με σήψη που επιδεινώθηκαν σε σοβρή σήψη και σηπτικό shock είχαν αυξημένα επίπεδα IL-1b και IL-10 και υψηλότερα APACHE II, SOFA and Lung Injury scores σε σχέση με αυτούς που βελτιώθηκαν (p<0.05-0.001). Οι ασθενείς με σηπτικό shock που απεβίωσαν είχαν χαμηλότερη δραστηριότητα FVII, FIX και PrC και υψηλότερα επίπεδα γαλακτικού οξέως και LIS score (p<0.05-0.01). Η καμπύλη ROC που σχεδιάσθηκε για την προγνωστική ικανότητα του TNFα να διακρίνει ποιοι ασθενείς με τραύμα/χειρουρική επέμβαση θα επιδεινωθούν σε sirs ή στα στάδια της σήψης είχε περιοχή κάτω από την καμπύλη (area under the curve AUC) 0.86, τιμή cutoff 1.39 pg/ml με ευαισθησία 75% και ειδικότητα 90%. Η AUC για την τιμή των αιμοπεταλίων που μπορεί να προβλέψει ποιοι ασθενείς με sirs θα επιδεινωθούν στα διάφορα στάδια της σήψης ήταν 0.84 με τιμή cutoff 1.56 x 105/mm3 με ευαισθησία 70% και ειδικότητα 80%. AUCs για IL-1b, TNFa, SOFA και LIS scores για την πρόγνωση ασθενών με σήψη που θα επιδεινωθούν ήταν 0.85, 0.80, 0.82 και 0.82, αντίστοιχα. AUCs για FIX, lactate και λόγου PaO2/FiO2 για τους ασθενείς με σηπτικό shock που θα απεβιώσουν ήταν 0.83, 0.87 και 0.779 αντίστοιχα. Συμπεράσματα: Οι διαταραχές πηκτικότητας και οι φλεγμονώδεις κυττοκίνες μπορούν να προβλέψουν ποιοι ασθενείς που εισάγονται στην ΜΕΘ θα επιδεινωθούν ή θα βελτιωθούν κατά την διάρκεια της νοσηλείας τους, ενώ άλλοι δείκτες όπως η προκαλσιτονίνη ή ή θρομβοποιητίνη και η C αντιδρώσα πρωτεϊνη δεν έχουν προγνωστική αξία.Συμπεράσματα: Οι διαταραχές πηκτικότητας και οι φλεγμονώδεις κυττοκίνες μπορούν να προβλέψουν ποιοι ασθενείς που εισάγονται στην ΜΕΘ θα επειδινωθούν ή θα βελτιωθούν κατά την διάρκεια της νοσηλείας τους, ενώ άλλοι δείκτες όπως η προκαλσιτονίνη ή ή θρομβοποιητίνη και η C αντιδρώσα πρωτεϊνη δεν έχουν προγνωστική αξία.