scholarly journals Η επίδραση προπονητικών προγραμμάτων σε μεταβλητές της φυσικής κατάστασης που αφορούν τη δύναμη και την ταχύτητα των ποδοσφαιριστών

2014 ◽  
Author(s):  
Νικόλαος Ξανθόπουλος

Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η αξιολόγηση ενός συνδυαστικού προπονητικού προγράμματος ταυτόχρονης βελτίωσης της δύναμης και της ταχύτητας και των πιθανών μεταβολών που θα επιφέρει σε επιλεγμένες κινηματικές, δυναμικές και ηλεκρομυογραφικές μεταβλητές της δύναμης και της ταχύτητας των ποδοσφαιριστών. Το δείγμα της μέτρησης αποτέλεσαν 44 ποδοσφαιριστές ερασιτεχνικών σωματείων (Α΄ ποδοσφαιρικής ερασιτεχνικής κατηγορίας νομού Πέλλας), ηλικίας Μ=19,43 έτη, sd=2,32, ύψους Μ=175,12 cm, sd=3,26 και βάρους Μ=74,23 Kg, sd=7,71 οι οποίοι χωρίστηκαν σε 4 ισάριθμες ομάδες. Η καθεμιά από τις ομάδες ακολούθησε διαφορετικό πρόγραμμα προπόνησης. Η πρώτη ομάδα ακολούθησε συνδυαστικό προπονητικό πρόγραμμα ταυτόχρονης βελτίωσης της δύναμης και της ταχύτητας. Η δεύτερη ομάδα ακολούθησε αμιγώς προπονητικό πρόγραμμα βελτίωσης της δύναμης. Η τρίτη ομάδα ακολούθησε αμιγώς προπονητικό πρόγραμμα βελτίωσης της ταχύτητας. Η τέταρτη ομάδα αποτέλεσε την ομάδα ελέγχου. Το πρόγραμμα εφαρμόστηκε κατά την προαγωνιστική περίοδο. Στις αρχικές και τελικές μετρήσεις οι δοκιμαζόμενοι υποβλήθηκαν σε επιλεγμένη δέσμη δοκιμασιών κατά τις οποίες έγινε αξιολόγηση της μέγιστης ισομετρικής δύναμης (F Maximum) των κάτω άκρων, των κατακόρυφων αλμάτων από ημικάθισμα (Squat Jump) και των κατακόρυφων αλμάτων μετά από πτώση από ύψος (Drop Jump). Οι τρεις μύες που αξιολογήθηκαν ήταν: ο ορθός μηριαίος (Rectus Femoris), ο δικέφαλος μηριαίος (μακρά κεφαλή) (Biceps Femoris) και ο γαστροκνήμιος (Gastrocnemius) των κάτω άκρων. Επίσης αξιολογήθηκε η μέγιστη ταχύτητα στο εργοποδήλατο και η μέγιστη ταχύτητα 10 και 30μ, με αρχική και χωρίς αρχική ταχύτητα. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο Εργαστήριο Αθλητικής Βιομηχανικής του ΤΕΦΑΑ Σερρών του ΑΠΘ καθώς και στους χώρους προπόνησης των δοκιμαζομένων. Για τις μετρήσεις χρησιμοποιήθηκαν: α) Δυναμοδάπεδο kistler ( τύπος 9281CA ), (συχνότητα δειγματοληψίας 1000 Hz), β) Επιφανειακά ηλεκτρόδια (motion control co) με προενισχυτή (καταγράφηκε η ηλεκτρομυική δραστηριότητα από τον ορθό μηριαίο, δικέφαλο μηριαίο και γαστροκνήμιο,με συχνότητα δειγματοληψίας 1000 Hz), γ) Videocamera τύπου Ranasonic AG 188 (συχνότητα δειγματοληψίας 60f / sec), δ) εργοποδήλατο τύπου MONARK ergomedic (814E, classe A, din 32932) και ε) δύο φράκτες φωτοκυττάρων (Autonics Beam Sensor BL5M-MFR). Η αξιολόγηση των κινηματικών, δυναμικών και ΗΜΓ χαρακτηριστικών έγινε με το σύστημα APAS ( Ariel Performance Analysis System) . Για να διαπιστωθεί η επίδραση της προπόνησης στα βιομηχανικά χαρακτηριστικά των μεταβλητών μεταξύ των ομάδων, χρησιμοποιήθηκε η ανάλυση διακύμανσης ANOVA (Repeated Measures), (επίπεδο σημαντικότητας p<.05). Από τα αποτελέσματα διαπιστώθηκε ότι η πρώτη ομάδα παρουσίασε στατιστικά σημαντική διαφορά από τις άλλες τρεις ομάδες α) στα δυναμικά χαρακτηριστικά, στο κατακόρυφο άλμα από ημικάθισμα (Squat Jump), στο κατακόρυφο άλμα μετά από πτώση από ύψος (Drop Jump) και στη μέγιστη ισομετρική προσπάθεια των κάτω άκρων (F Maximum), β) στα ηλεκτρομυογραφικά χαρακτηριστικά (EMG) και στους τρεις μύες, στο κατακόρυφο άλμα από ημικάθισμα (SJ) κατά την σύγκεντρη προσπάθεια, στο άλμα μετά από πτώση από ύψος (DJ) κατά την σύγκεντρη και έκκεντρη προσπάθεια και στη μέγιστη ισομετρική προσπάθεια των κάτω άκρων (FMax), κατά την σύγκεντρη προσπάθεια, γ) στα κινηματικά χαρακτηριστικά τόσο στις γωνίες όσο και στις γωνιακές ταχύτητες, στο κατακόρυφο άλμα από ημικάθισμα (SJ), στο κατακόρυφο άλμα μετά από πτώση από ύψος (DJ) και στη μέγιστη ισομετρική προσπάθεια των κάτω άκρων (FMax) και δ) στη μέγιστη ταχύτητα στο εργοποδήλατο, αλλά και στις ταχύτητες 10μ, 30μ, με και χωρίς αρχική ταχύτητα. Τέλος η πρώτη ομάδα δεν παρουσίασε καμία στατιστικά σημαντική μεταβολή κατά την προενεργοποίηση και στις τρεις δοκιμασίες (SJ, DJ, FMax), σε αντίθεση με τις άλλες τρεις ομάδες που είχαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ τους.

2017 ◽  
Author(s):  
Γεώργιος Κομσής

Ο σκοπός της έρευνας ήταν η εφαρμογή ενός συγκεκριμένου προγράμματος προπόνησης δύναμης και ταχύτητας και η αξιολόγηση των κινηματικών, δυναμικών και ηλεκτρομυογραφικών χαρακτηριστικών καθώς και της ταχύτητας, ώστε να διαπιστωθεί η επίδραση του συνδυαστικού προπονητικού προγράμματος. Το δείγμα της συγκεκριμένης έρευνας αποτέλεσαν συνολικά είκοσι (20) αθλήτριες ποδοσφαίρου ηλικίας 20,11 ± 1,45, που χωρίστηκαν στην ομάδα προπόνησης και στην ομάδα ελέγχου. Όλοι οι δοκιμαζόμενοι πραγματοποίησαν εργαστηριακές μετρήσεις στο εργαστήριο Νευρομηχανικής του ΤΕΦΑΑ Σερρών. Πραγματοποίησαν μετρήσεις μέγιστης ισομετρικής δύναμης των κάτω άκρων από εδραία θέση, καθώς και μετρήσεις μέγιστης σύγκεντρης δύναμης, μέγιστης έκκεντρης δύναμης στο ισοκινητικό δυναμόμετρο. Επίσης πραγματοποίησαν κατακόρυφα άλματα (άλμα από πτώση, άλμα από ημικάθισμα). Στη συνέχεια πραγματοποίησηαν δοκιμασία μέγιστης ισομετρικής από όρθια θέση. Μετρήθηκαν και αξιολογήθηκαν κινηματικά, δυναμικά και ηλεκτρομυογραφικά χαρακτηριστικά. Οι ομάδες πραγματοποίησαν δοκιμασίες πεδίου ταχύτητας και ευκινησίας. Ακολούθησε συνδιαστικό προπονητικό πρόγραμμα διάρκειας έξι εβδομάδων με στόχο την βελτίωση της δύναμης και της ταχύτητας. Στη συνέχεια με την ίδια διαδικασία και κάτω από τις ίδιες συνθήκες πραγματοποιήθηκε η τελική μέτρηση. Η αξιολόγηση των κινηματικών χαρακτηριστικών των δοκιμασιών πραγματοποιήθηκε με το APAS (Ariel Performance Analysis System), των δυναμικών και ηλεκτρομυογραφικών χαρακτηριστικών, με τα προγράμματα ανάλυσης Bioware και Bioanalysis. Η αξιολόγηση της ταχύτητας και η δοκιμασία της ευκινησίας πραγματοποιήθηκε με διπλή δέσμη φωτοκυττάρων. Για να διαπιστωθεί η επίδραση της προπόνησης στα κινηματικά, δυναμικά, ηλεκτρομυογραφικά χαρακτηριστικά των ομάδων, χρησιμοποιήθηκε η επιτάχυνση στα 30μ. παρατηρήθηκε μείωση του χρόνου. Σε ό,τι αφορά το τεστ ευκινησίας, υπήρξε βελτίωση του χρόνου. Στην ομάδα ελέγχου δεν παρουσιάστηκαν στατιστικά σημαντικές μεταβολές στις μεταβλητές που μετρήθηκανανάλυση διακύμανσης anova (repeated measures), καθώς και τεστ ανεξάρτητων δειγμάτων, ενώ το επίπεδο σηματνικότητας ορίστηκε το p≤0.05. Στα αποτελέσματα των κινηματικών χαρακτηριστικών δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές, στη μέγιστη ισομετρική δύναμη από εδραία θέση, τη μέγιστη σύγκεντρη δύναμη και τη μέγιστη έκκεντρη δύναμη καθώς και στη μέγιστη ισομετρική δύναμη από όρθια θέση. Όσον αφορά στο άλμα από ημικάθισμα βρέθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές σε ορισμένες μεταβλητές αξιολόγησης. Το ίδιο παρατηρήθηκε και στα άλματα βάθους (Drop Jump30). Στα δυναμικά χαρακτηριστικά παρουσιάστηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές των μέσων όρων σε ορισμένες μεταβλητές στις δοκιμασίες της ισομετρικής δύναμης, της μέγιστης σύγκεντρης δύναμης καθώς και στην μέγιστη έκκεντρη δύναμη. Επίσης υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στις μεταβλητές της μέγιστης ισομετρικής δύναμης από όρθια θέση. Στατιστικά σημαντικές διαφορές βρέθηκαν επίσης και στα άλματα από ημικάθισμα, καθώς και στα άλματα βάθους. Στα ηλεκτρομυογραφικά χαρακτηριστικά παρατηρήθηκαν διαφορές στη μέγιστη ισομετρική δύναμη, στη μέγιστη σύγκεντρη δύναμη και στη μέγιστη έκκεντρη δύναμη. Κατά την ηλεκτρομυογραφική καταγραφή της μέγιστης ισομετρικής δύναμης από την όρθια θέση του σώματος, βρέθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές σε επιλεγμένες μεταβλητές. Στο άλμα από ημικάθισμα (Squat Jump), παρατηρήθηκε αύξηση στην ηλεκτρομυϊκή λειτουργία των μυών. Στο άλμα από πτώση (Drop Jump), παρουσιάστηκε αύξηση δραστηριότητας των μυών τόσο κατά την έκκεντρη, όσο και κατά τη σύγκεντρη φάση στήριξης. Στην επιτάχυνση των δέκα μέτρων, στη μέγιστη ταχύτητα των δέκα μέτρων (flying start) καθώς και στην μέγιστη επιτάχυνση στα 30μ. παρατηρήθηκε μείωση του χρόνου. Σε ό,τι αφορά το τεστ ευκινησίας, υπήρξε βελτίωση του χρόνου. Στην ομάδα ελέγχου δεν παρουσιάστηκαν στατιστικά σημαντικές μεταβολές στις μεταβλητές που μετρήθηκαν.


2021 ◽  
Author(s):  
Στέργιος Κομσής

Το ποδόσφαιρο είναι ένα σύνθετο, άθλημα το οποίο απαιτεί από τους παίκτες να εκτελέσουν πολυάριθμες δράσεις, που απαιτούν αντοχή, δύναμη, ταχύτητα, αλτική ικανότητα και ευκινησία. Οι περισσότερες ημιεπαγγελματικές και ερασιτεχνικές ομάδες δεν εφαρμόζουν κάποια προπονητική δραστηριότητα στο διάστημα που μεσολαβεί από την ολοκλήρωση της αγωνιστικής περιόδου μέχρι την έναρξη της προαγωνιστικής περιόδου της επόμενης χρονιάς, δηλαδή κατά τη μεταβατική περίοδο, πράγμα που μπορεί να έχει επιπτώσεις στην απόδοση των αθλητών. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να αξιολογηθούν οι παράγοντες φυσικής κατάστασης αθλητών ποδοσφαίρου, αναφορικά με τα κινηματικά, τα δυναμικά και τα ηλεκτρομυογραφικά χαρακτηριστικά, αλλά και μέσα από δοκιμασίες παιδιάς μετά από την εφαρμογή συνδυαστικού προγράμματος προπόνησης με την αντίσταση του νερού αλλά και συνδυαστικού προγράμματος προπόνησης στη ξηρά. Επίσης να εξεταστούν οι επιπτώσεις της αποπροπόνησης χωρίς την εφαρμογή προγράμματος προπόνησης (Detraining) στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα , και τέλος οι παραπάνω ομάδες να συμμετέχουν σε πρόγραμμα προαγωνιστικής περιόδου κοινό για όλες και στο τέλος να συγκριθούν μεταξύ τους. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 36 ερασιτέχνες αθλητές (n=36) ποδοσφαίρου, ερασιτεχνικών σωματείων ηλικίας 19 έως 24, ετών χωρίς προβλήματα τραυματισμών οι οποίοι με τυχαίο τρόπο επιλογής χωρίσθηκαν σε 3 ομάδες. Το πρόγραμμα προπόνησης για καθεμία από τις ομάδες ήταν διαφορετικό. Η πρώτη ομάδα (n1=12) ήταν η ομάδα που ακολούθησε συνδυαστικό πρόγραμμα προπόνησης με τα στοιχεία της φυσικής κατάστασης να περιλαμβάνουν επιβαρύνσεις με την αντίσταση του νερού ATP (Aqua Training Program) Group. Η δεύτερη ομάδα (n2=12) είναι η ομάδα που ακολούθησε συνδυαστικό πρόγραμμα προπόνησης με τα στοιχεία της φυσικής κατάστασης να περιλαμβάνουν επιβαρύνσεις προπόνησης στο γήπεδο (ξηρά) FTP (Field Training Program).ενώ η Τρίτη ομάδα (n3=12) η ομάδα ελέγχου CGD (Control Group Detraining), δεν ακολούθησε κάποιο συγκεκριμένο προπονητικό πρόγραμμα, (Detraining). Η διαδικασία καταγραφής των δεδομένων κατά την εκτέλεση των δοκιμασιών πραγματοποιήθηκε σε τρείς διαφορετικές χρονικές περιόδους, η αρχική μέτρηση πραγματοποιήθηκε στο τέλος της αγωνιστικής περιόδου και πριν από την εφαρμογή των προπονητικών προγραμμάτων της μεταβατικής περιόδου διάρκειας 4 εβδομάδων, η δεύτερη μέτρηση στη χρονική περίοδο μετά από την εφαρμογή των προπονητικών προγραμμάτων της μεταβατικής περιόδου και πριν την έναρξη της προαγωνιστικής περιόδου ενώ η Τρίτη μέτρηση πραγματοποιήθηκε ,στο τέλος της προαγωνιστικής περιόδου, διάρκειας 6 εβδομάδων Οι εργαστηριακές μετρήσεις περιλάμβαναν καταγραφή των ανθρωπομετρικών χαρακτηριστικών όπως το ύψος και σωματικό βάρος για τον υπολογισμό του δείκτη μάζας σώματος BMI (Σ. Βάρος / Ύψος2 ) και λιπομέτρηση με δερματοπτυχόμετρο από δερματοπτυχές σε 4 σημεία, επίσης κατακόρυφα άλματα από ημικάθισμα, Squat Jump (SJ) και κατακόρυφα άλματα ύστερα από πτώση από ύψος 30 εκ. Drop Jump30 (DJ30), με ταυτόχρονη λήψη κινηματικών, δυναμικών και ηλεκτρομυογραφικών χαρακτηριστικών στη συνέχεια δοκιμασίες για τη καταγραφή της παραγόμενης δύναμης με ταυτόχρονη λήψη κινηματικών, δυναμικών και ηλεκτρομυογραφικών χαρακτηριστικών όπου οι συμμετέχοντες εκτέλεσαν. μέγιστη ισομετρική δύναμη των κάτω άκρων Fmaxiso σε γωνίες άρθρωσης γονάτου, 120, μέγιστη έκκεντρη δύναμη των κάτω άκρων Fmaxecc, και μέγιστη σύγκεντρη δύναμη των κάτω άκρων Fmaxcon και τέλος πραγματοποιήθηκαν οι δοκιμασίες παιδιάς, όπου χρησιμοποιήθηκε η δοκιμασία καρδιοαναπνευστικής αντοχής YO-YO IR1, η αξιολόγηση της ικανότητας επίτευξης μέγιστης επιτάχυνσης (10m), της μέγιστης δρομικής ταχύτητας 20m με αρχική επιτάχυνση 10m (Flying start), της μέγιστης δρομικής ταχύτητας (30m) και το Illinois Agility Run Test για την αξιολόγηση της ευκινησίας. Η αξιολόγηση των κινηματικών χαρακτηριστικών των δοκιμασιών πραγματοποιήθηκε με το APAS (Ariel Performance Analysis System), των δυναμικών και ηλεκτρομυογραφικών χαρακτηριστικών, με τα προγράμματα ανάλυσης Bioware και Bioanalysis. Για τον έλεγχο του δείγματος αναφορικά με την ομοιογένεια του, πραγματοποιήθηκε αρχικά ανάλυση ONEWAY ANOVA. Στη συνέχεια για να ελεγχθεί η επίδραση των προγραμμάτων μεταξύ των ομάδων, χρησιμοποιήθηκε ανάλυση MANOVA, με επαναλαμβανόμενες μετρήσεις , REPEATED MEASURES. Ακολούθως πραγματοποιήθηκε ONEWAY ANOVA ,πριν και μετά από το προπονητικό πρόγραμμα της μεταβατικής περιόδου, αλλά και πριν από την έναρξη της αγωνιστικής περιόδου. Και τέλος έγιναν PAIRED T-TEST των ομάδων ξεχωριστά πριν και μετά το προπονητικό πρόγραμμα της μεταβατικής περιόδου, αλλά και πριν από την έναρξη της αγωνιστικής περιόδου. Το επίπεδο σημαντικότητας ορίσθηκε στο P≤0.05. Τα αποτελέσματα μας έδειξαν ότι στις αρχικές μετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων στις μεταβλητές που επιλέχθηκαν. Στη συνέχεια στην δεύτερη και ενδιάμεση μέτρηση υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων ATP και CGD αλλά και μεταξύ των FTP και CGD, με την CGD να βρίσκεται χαμηλότερα από τις υπόλοιπες δυο, οι οποίες δεν διέφεραν στατιστικά σχεδόν σε όλες τις μεταβλητές. Τέλος στην τρίτη και τελική μέτρηση υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων ATP και CGD αλλά και μεταξύ των FTP και CGD, με την CGD να βρίσκεται πάλι χαμηλότερα από τις υπόλοιπες δυο, οι οποίες δεν διέφεραν στατιστικά σχεδόν σε όλες τις μεταβλητές. Συμπερασματικά τόσο το πρόγραμμα προπόνησης της φυσικής κατάστασης στην ξηρά (FTP) αλλά και το πρόγραμμα προπόνησης φυσικής κατάστασης μέσα στο νερό (ATP) πραγματοποίησαν παρόμοιες προσαρμογές στους δείκτες φυσικής κατάστασης, με βελτίωση ή σταθεροποίηση σε ορισμένους, αλλά και μείωση σε κάποιους άλλους μετά από τη μεταβατική περίοδο, και παρόμοια ανάπτυξη κατά τη προαγωνιστική περίοδο, ενώ στην ομάδα (CGD), λόγω της αποπροπόνησης παρουσιάστηκε μείωση σχεδόν σε όλους τους δείκτες μετά από τη μεταβατική περίοδο, πράγμα το οποίο είχε ως αποτέλεσμα τις μειωμένες προσαρμογές μετά από την προαγωνιστική περίοδο σε σχέση με τις υπόλοιπες δύο ομάδες.


2020 ◽  
Vol 15 (1) ◽  
pp. 31-37
Author(s):  
Lucas A. Pereira ◽  
Rodrigo Ramirez-Campillo ◽  
Saul Martín-Rodríguez ◽  
Ronaldo Kobal ◽  
César C.C. Abad ◽  
...  

Purpose: To examine the variations in the velocity of contraction (Vc) assessed using tensiomyography, vertical jumping ability, and sprinting speed induced by 4 different exercise protocols (ie, strength, sprint, plyometric, and technical training sessions) in 14 male national-team rugby players (age 21.8 [2.6] y, weight 83.6 [8.5] kg, and height 177.4 [6.7] cm). Methods: Physical tests were conducted immediately before and after 4 distinct workouts in the following order: tensiomyography in the rectus femoris and biceps femoris muscles, squat and countermovement jumps, and 30-m sprint velocity. To analyze the differences in the assessed variables before and after each training session, the differences based on magnitudes were calculated. Results: After strength and plyometric workouts, the players presented possible to almost certain impairments in sprint and jump performance and in the Vc of the rectus femoris (effect sizes 0.26–0.64). After the sprint-training session, possible to very likely decreases were observed in the squat jump, 30-m sprint, and Vc of the biceps femoris (effect sizes 0.21–0.44). By contrast, after the technical training, athletes demonstrated a possible increase in the squat jump and Vc in both muscles examined (effect sizes 0.13–0.20). Conclusions: The main finding of this research is that, for the vast majority of results, the direction of changes observed in Vc were the same as those observed in performance assessments. This suggests that Vc might be used as a sensitive marker of acute variations in speed and power performance of elite team-sport athletes.


2013 ◽  
Vol 29 (1) ◽  
pp. 98-104 ◽  
Author(s):  
Vassilios Gourgoulis ◽  
Nikolaos Aggeloussis ◽  
Georgios Mavridis ◽  
Alexia Boli ◽  
Panagiotis Kasimatis ◽  
...  

The purpose of the current study was to investigate the acute effect of sprint resisted front crawl swimming on the propulsive forces of the hand. Eight female swimmers swam 25 m with maximal intensity, with and without added resistance. A bowl with a capacity of 2.2, 4 and 6 L was used as low, moderate and high added resistance, respectively. The underwater motion of the swimmer’s right hand was recorded using 4 cameras (60 Hz) and the digitization was undertaken using the Ariel Performance Analysis System. Repeated-measures ANOVA revealed that the velocity of the hand, the pitch and the sweepback angles of the hand, as well as the magnitude and the relative contribution of the drag and lift forces were not significantly modified and thus the magnitude of the resultant force did not change. Moreover, the magnitude of the effective force, as well as the angle formed between the resultant force and the axis of the swimming propulsion were not significantly affected. Thus, it could be concluded that resistance added as in this study did not alter the pattern of the propulsive hand forces associated with front crawl sprinting.


Author(s):  
Riccardo Di Giminiani ◽  
Aldo Giovannelli ◽  
Lorenzo Capuano ◽  
Pascal Izzicupo ◽  
Andrea Di Blasio ◽  
...  

When applying drop jump exercises, knowing the magnitude of the stimulus is fundamental to stabilize the leg joints and to generate movements with the highest power. The effects of different drop heights on leg muscles coactivation, leg stiffness and power propulsion were investigated in fifteen sport science students. Drop jumps from heights of 20, 30, 40, 50, and 60 cm in a random order were performed on a force platform. During each drop jump, the ground reaction force, knee angle displacement, and synchronized surface-electromyography root-mean-square (sEMGRMS) activity (vastus lateralis, VL; vastus medialis, VM; rectus femoris, RF; biceps femoris, BF; tibialis anterior, TA and lateral gastrocnemius, LG) were recorded. The coactivation in the pre-contact phase, between VL and BF, VM and BF as well as RF and BF, was dependent on the drop height (p < 0.01; effect size (ES) ranged from 0.45 to 0.90). Leg stiffness was dependent on the drop height (p < 0.001; ES = 0.27–0.28) and was modulated by the coactivation of VM–BF (p = 0.034) and RF–BF (p = 0.046) during the braking phase. Power propulsion was also dependent on the drop height (p < 0.001; ES = 0.34); however, it was primarily modulated by the coactivation of LG–TA during the braking phase (p = 0.002). The coactivation of thigh muscles explains leg stiffness adjustments at different drop heights. On the contrary, the coactivation of shank muscles is mostly responsible for the power propulsion.


2019 ◽  
Vol 67 (1) ◽  
pp. 25-35
Author(s):  
Shen Zhang ◽  
Weijie Fu ◽  
Yu Liu

AbstractWe aimed to explore the biomechanical differences between the anticipated drop jump and unanticipated drop landing. Twelve male collegiate basketball players completed an anticipated drop jump and unanticipated drop landing with double legs from a height of 30 cm. Kinematics, impact force, soft tissue vibrations, and electromyographic (EMG) amplitudes of the dominant leg were collected simultaneously. The anticipated drop jump showed more flexed lower limbs during landing and increased range of motion compared to the unanticipated drop landing. The anticipated drop jump also had lower impact force, lesser soft tissue vibration, and a greater damp coefficient at the thigh muscles compared with the unanticipated drop landing. Significant increases in the EMG amplitudes of the tibialis anterior, lateral gastrocnemius, rectus femoris, and biceps femoris were observed in the anticipated drop jump during the pre/post-activation and downward phases. The anticipated drop jump presented more optimized landing posture control with more joint flexion, lower impact force, less soft tissue vibrations, and full preparation of muscle activations compared with the unanticipated drop landing.


2019 ◽  
Vol 28 (4) ◽  
pp. 318-324
Author(s):  
Benita Olivier ◽  
Samantha-Lynn Quinn ◽  
Natalie Benjamin ◽  
Andrew Craig Green ◽  
Jessica Chiu ◽  
...  

Context: The single-leg squat task is often used as a rehabilitative exercise or as a screening tool for the functional movement of the lower limb. Objective: To establish the effect of 3 different positions of the nonstance leg on 3-dimensional kinematics, muscle activity, and center of mass displacement during a single-leg squat. Design: Within-subjects, repeated-measures design. Setting: Movement analysis laboratory. Participants: A total of 10 participants, aged 28.2 (4.42) years performed 3 squats to 60° of knee flexion with the nonstance (1) hip at 90° flexion and knee at 90° flexion, (2) hip at 30° flexion with the knee fully extended, or (3) hip in neutral/0° and the knee flexed to 90°. Main Outcome Measures: Trunk, hip, knee and ankle joint angles, and center of mass displacement were recorded with inertial sensors while muscle activity was captured through wireless electromyography. Results: Most trunk flexion (21.38° [18.43°]) occurred with the nonstance hip at 90° and most flexion of the stance hip (23.10° [6.60°]) occurred with the nonstance hip at 0°. Biceps femoris activity in the 90° squat was 40% more than in the 0° squat, whereas rectus femoris activity in the 0° squat was 29% more than in the 90° squat. Conclusion: The position of the nonstance limb should be standardized when the single-leg squat is used for assessment and be adapted to the aim when used in rehabilitation.


2015 ◽  
Vol 47 (1) ◽  
pp. 9-17 ◽  
Author(s):  
Jonathan Sinclair ◽  
Stephen Atkins ◽  
Jim Richards ◽  
Hayley Vincent

Abstract Research interest in barefoot running has expanded considerably in recent years, based around the notion that running without shoes is associated with a reduced incidence of chronic injuries. The aim of the current investigation was to examine the differences in the forces produced by different skeletal muscles during barefoot and shod running. Fifteen male participants ran at 4.0 m·s-1 (± 5%). Kinematics were measured using an eight camera motion analysis system alongside ground reaction force parameters. Differences in sagittal plane kinematics and muscle forces between footwear conditions were examined using repeated measures or Freidman’s ANOVA. The kinematic analysis showed that the shod condition was associated with significantly more hip flexion, whilst barefoot running was linked with significantly more flexion at the knee and plantarflexion at the ankle. The examination of muscle kinetics indicated that peak forces from Rectus femoris, Vastus medialis, Vastus lateralis, Tibialis anterior were significantly larger in the shod condition whereas Gastrocnemius forces were significantly larger during barefoot running. These observations provide further insight into the mechanical alterations that runners make when running without shoes. Such findings may also deliver important information to runners regarding their susceptibility to chronic injuries in different footwear conditions.


2021 ◽  
Vol 6 (4) ◽  
pp. 80
Author(s):  
Michael J. Redd ◽  
Tristan M. Starling-Smith ◽  
Chad H. Herring ◽  
Matt S. Stock ◽  
Adam J. Wells ◽  
...  

The mechanical properties of knee flexors and extensors in 15 collegiate male soccer players following different warm-up protocols [small-sided games (SSG), dynamic (DYN), and plyometric (PLY)] were evaluated. Tensiomyography (TMG) was used to assess contraction time (Tc), delay time (Td) and maximal displacement (Dm) of the rectus femoris (RF) and biceps femoris (BF) of both legs before and after each warm-up, while countermovement jump height variables, 20 m sprint, t-test and sit-and-reach were measured following the warm-ups. TMG was analyzed using a three-way [condition × time × leg] ANOVA, while performance variables were analyzed with a repeated measures ANOVA. Main effects of time were observed for BF-Tc (p = 0.035), RF-Td (p < 0.001), and BF-Td, (p = 0.008), and a main effect of condition was seen for RF-Tc (p = 0.038). Moreover, participants’ 20 m sprint improved following SSG (p = 0.021) compared to DYN and PLY. Sit-and-reach was greater following PLY (p = 0.021). No significant interactions were noted for the measured TMG variables. Warm-up-specific improvements were demonstrated in sprint speed and flexibility following SSG and PLY, respectively. The present study revealed changes in certain TMG measures following the warm-ups that suggest enhanced response of lower leg muscles regardless of specific activities used.


2021 ◽  
pp. 62-64
Author(s):  
Daniilidis Panagiotis ◽  
Gkisis Ioannis ◽  
Vrabas Ioannis ◽  
Kellis Eleftherios ◽  
Boutios Stefanos ◽  
...  

Taekwondo is one of the most difcult and complex but one of the most complete and exciting Olympic sport. Fitness and conditioning are what you need to gain points with kicks that determine the level of competitive ability. The purpose of this study is to examine the results of an annual training program, in selected electromyographic variables of Yop chagi to maximize the performance of Taekwondo athletes. The sample consisted of 20 Taekwondo athletes, advanced holders of Black Belt, aged M = 19.11 years, sd = 3.45, height M = 1.73 cm, sd = 6.80 and weight M = 67.23 Kg, sd = 12.73 which were divided into 2 equal groups. The rst team (TT), Training Team followed a specic tness program, technique. The second group followed its own program, Control Group (CG). Surface electrodes (motion control co.) with preamplier, an electronic shield (approved by the WTF) were used for the measurements. Electromyographic characteristics of the test were measured with the APAS (Ariel Performance Analysis System), dynamic and evaluated with Bioanalysis program. Three measurements were performed in this study, an initial, an intermediate a nal measurement at the end of the program. The subject executes the technique of Yop Chagi kick, on the opponent's electronic chest, with simultaneously electromyographic activity of the Rectus Femoris (RF), the long head of Biceps Femoris (BF) and the lateral head of Gastrocnemius (GAS). The neuromuscular activity recorded during the execution of the technique in the experimental group for each muscle group is different from that of the control group. Athletes who followed the annual program improved their muscular pre-activation and activation, responded successfully enough to the execution of the kick, since a successful kick depends on both technical and physical condition


Sign in / Sign up

Export Citation Format

Share Document