Στην παρούσα μελέτη ερευνώνται εκ νέου οι θεμελιώδεις διδασκαλίες του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους περί ψυχής και αναζητούνται τυχόν επιδράσεις των επί της καθόλου ερεύνης μερικών νεωτέρων και συγχρόνων ψυχολόγων, των οποίων οι θεωρίες νοηματοδοτούν την όλη εξέλιξη της ψυχολογίας στην εποχή μας. Στο πλαίσιο της έρευνάς μας εντοπίζονται στοιχεία της διανοήσεως του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους στα έργα συγχρόνων ψυχολόγων, και, ιδιαιτέρως, των Sigmund Freud, Carl Gustav Jung, Jacques Lacan, Carl R. Rogers και Eugene Gendlin. Στο πρώτο μέρος εξετάζεται η φιλοσοφία περί ψυχής του Πλάτωνος. Στο πρώτο κεφάλαιο ερευνάται η δημιουργία της ψυχής, τα μέρη της, εάν η ψυχή είναι αθάνατη, η σχέση της ψυχής μετά του σώματος, και οι ασθένειες της ψυχής και του σώματος. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύονται οι προϋποθέσεις εκείνες, οι οποίες είναι δυνατόν να οδηγήσουν τον άνθρωπο στον ηθικό βίο. Η πλέον θεμελιώδης από αυτές είναι η παιδεία, η οποία, εάν σχεδιασθεί με κάθε λεπτομέρεια και εφαρμοσθεί από την παιδική ηλικία, θα οδηγήσει την ψυχή του ανθρώπου στην πολυπόθητη αρμονία, όπως υποστηρίζει ο Πλάτων. Εάν το πρόγραμμα της παιδείας δεν καταστεί ιδιαιτέρως επιτυχημένο, και ο άνθρωπος δεν κατορθώσει να ελέγξει τις επιθυμίες του, ούτως ώστε να βελτιώσει την ηθική του υπόσταση, έρχεται ο σωκρατικός έλεγχος ως αρωγός, υπό τύπον ψυχοθεραπείας, προκειμένου να ευθύνει τις αστοχίες της παιδείας. Το τέλος της παιδείας ή της διαρκούς σωκρατικής εξετάσεως είναι ο φιλόσοφος, ο άνθρωπος εκείνος, ο οποίος έχει αποδεσμευθεί εκ των φαντασμάτων του κόσμου τούτου και έχει αναχθεί προς το Αγαθόν. Ο Πλάτων, βεβαίως, αντιπαραθέτει την ψυχή του ανθρώπου με την διάρθρωση της πολιτείας και κατορθώνει να συνδυάσει την ψυχολογία του μετά της πολιτικής του φιλοσοφίας.Η κατ' εξοχήν λειτουργία της ψυχής είναι η ικανότητά της προς την γνώση, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ο άνθρωπος εξέρχεται από τον εαυτό του, προκειμένου να έλθει σε επαφή με το περιβάλλον του και να γνωρίσει τον κόσμο, δια της ενεργείας του νου. Υψίστης σημασίας για την ψυχή καθίσταται η κυριαρχία του λογιστικού επί των υπολοίπων μερών της, διότι είναι πλέον σε θέση να γνωρίζει επακριβώς τι γίνεται εντός της, όσον αφορά την ύπαρξη των συναισθημάτων του θυμοειδούς και των επιθυμιών. Αυτή η κατάσταση της ψυχής είναι η συνείδηση, κατά την οποίαν ο άνθρωπος δια του νου δύναται να γνωρίζει τα της ψυχής του. Η αυτογνωσία, τοιουτοτρόπως, καθίσταται ο ακρογωνιαίος λίθος της υπάρξεως του ανθρώπου, καθ' όσον δι’ αυτής γνωρίζει πού ίσταται, από πού έρχεται και πού πορεύεται και δύναται να συνδυασθεί μετά των άλλων ανθρώπων. Στο δεύτερο μέρος ερευνάται η ψυχή, κατά τον Αριστοτέλη. Εξετάζεται η ουσία και η διαίρεση της ψυχής, ενώ ερευνάται ο ορισμός, τον οποίον δίδει ο Αριστοτέλης περί της ψυχής και ανιχνεύεται η σχέση της ψυχής μετά του σώματος, ως απόρροια αυτού του ορισμού. Ο νους, κατά τον Αριστοτέλη, θεωρείται το «θειότερον» και «απαθές» τμήμα της ψυχής και διακρίνει δύο είδη νου, τον παθητικό, ο οποίος δέχεται τα νοητά και αλλοιώνεται, ενώ ενεργοποιείται μόνο δια της υπάρξεως του ποιητικού νου, ο οποίος είναι και το μόνο θεϊκό εντός της ψυχής του ανθρώπου μέρος και, ως θεϊκός, παραμένει αναλλοίωτος. Το πρόβλημα της αθανασίας της ψυχής ερευνάται υπό του Αριστοτέλους, ο οποίος αποφαίνεται ότι, εν τέλει, μόνον ο ποιητικός νους είναι αθάνατος.Εν συνεχεία, ερευνάται η βαθμιαία ενεργοποίηση όλων των δυνάμεων της ψυχής, ξεκινώντας από την απλή αίσθηση, η οποία χρησιμεύει στο ζώο ως προς τον προσανατολισμό του στο περιβάλλον του και την αναζήτηση της τροφής για την επιβίωσή του. Όσα ζώα έχουν την δύναμη της αισθήσεως θέτουν σε ενέργεια την κίνηση, η οποία τα βοηθεί στην εξερεύνηση του περιβάλλοντός τους, ενώ δια της αισθήσεως αποτυπώνονται οι εικόνες, με την βοήθεια της φαντασίας στην ψυχή και μετά την παρέλευση του χρόνου ανασύρονται εκ της μνήμης, ως αναμνήσεις. Η μνήμη είναι αποτύπωση του γενομένου εντός της ψυχής, ενώ η ανάμνηση η προαιρετική ικανότητα του ανθρώπου να ανακαλεί τα γενόμενα συμβάντα.Στο τρίτο κεφάλαιο μελετώνται τα πάθη της ψυχής, και το αποτέλεσμα, στο οποίο οδηγούν την ψυχή, την έλλειψη, δηλαδή, της ισορροπίας, με όλες τις συνέπειες ως προς την κοινωνική ζωή του ανθρώπου, καθ’ όσον η ισορροπία είναι η έκφραση της μεσότητος, η οποία είναι διαφορετική για τον κάθε άνθρωπο. Τα πάθη είναι τα μέσα, τα οποία χρησιμοποιεί η ψυχή, ως κινητήρια δύναμη δια την επίτευξη του στόχου του ανθρώπου, ούτως ώστε να καταστεί ενάρετος και να αποκτήσει την ηθικότητα με βάση τις αρετές. Ο πρακτικός βίος όσο αποτελεσματικός και να είναι δεν συγκρίνεται με τον θεωρητικό βίο, τον οποίον ο Αριστοτέλης θεωρεί ως ανώτερο πάντων, διότι οδηγεί προς την ευδαιμονία.Το τρίτο μέρος περιλαμβάνει την διδασκαλία των συγχρόνων ψυχολόγων, οι οποίοι με την έρευνά τους επηρέασαν, και συνεχίζουν να επηρεάζουν, τη καθημερινότητα του συγχρόνου ανθρώπου. Ερευνάται η συνεισφορά του Sigmund Freud και εξετάζεται η θεωρία του εν σχέσει προς την φιλοσοφία του Πλάτωνος, κυρίως, και του Αριστοτέλους. Εν συνεχεία μελετάται η θεωρία του Carl Gustav Jung, πώς εξελίχθηκε μετά την απομάκρυνσή του από τον Freud και τις επιδράσεις, τις οποίες εδέχθη από τους δύο αρχαίους φιλοσόφους, ενώ στο τρίτο κεφάλαιο περιλαμβάνεται η διδασκαλία του Jacques Lacan, ο οποίος αντί να απομακρυνθεί από τον Freud, διεισδύει στο πνεύμα του με την ιδιαίτερη ανάγνωση των έργων του δασκάλου, δίδοντας νέα ορμή στην ψυχανάλυση. Τα δύο τελευταία κεφάλαια περιέχουν την θεωρία και φιλοσοφία των Carl R. Rogers και Eugene Gendlin, αντιστοίχως, με τις επιρροές από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη στην διανόησή τους.